Καμιά φορά στην πολιτική η απουσία αντίδρασης είναι πιο εύγλωττη από πολλές αντιδράσεις.

Την περασμένη Τετάρτη, ο Κ. Μητσοτάκης επιβεβαίωσε από τηλεοράσεως την πολιτική και εκλογική στρατηγική του.

Μια στρατηγική κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας, ενδεχομένως σε διπλές εκλογές, χωρίς καμία συνεργασία προς τα δεξιά του ή προς τα αριστερά του.

Ταυτοχρόνως αποδόμησε παραστατικά το ενδεχόμενο μιας υποτιθέμενης «προοδευτικής διακυβέρνησης». Ουσιαστικά τη χαρακτήρισε «στρατηγική του χαμένου» (συνέντευξη Mega, 3/11).

Οι αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης στη συνέντευξη του Πρωθυπουργού ήταν πολλές. Αφορούσαν κυρίως τις γριές στις εκκλησίες, το κεράκι του Τσίπρα ή τη διαχείριση της πανδημίας, αλλά λέξη για την ταμπακιέρα. Σαν να έχουν αποδεχθεί τη μοίρα τους.

Την επομένη, σε μια άλλη τηλεοπτική συνέντευξη, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης αναφέρθηκε μόνο ακροθιγώς στο ζήτημα λέγοντας ότι «ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα κάνει πρόωρες εκλογές γιατί τις φοβάται όπως ο διάολος το λιβάνι».

Και πρόσθεσε πως «αν δεν υπήρχε η διαπλοκή και η πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης να τον στηρίζει δεν θα ήταν σήμερα Πρωθυπουργός» (Star Κεντρικής Ελλάδας, 4/11).

Το πρώτο είναι απλώς μια κολακευτική εκτίμηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για το κόμμα του. Το δεύτερο ακούγεται μάλλον σαν προσβολή για τους έλληνες πολίτες.

Παρ’ όλα αυτά κανένα σοβαρό στέλεχος της αντιπολίτευσης δεν έχει βγει να αντικρούσει πειστικά τον Πρωθυπουργό στη στρατηγική που περιγράφει.

Να υποστηρίξει, ας πούμε, γιατί η υποτιθέμενη «προοδευτική διακυβέρνηση» είναι χρήσιμη και εφικτή. Να αναδείξει το περιεχόμενο και τους πρωταγωνιστές της. Να εξηγήσει ίσως για ποιον λόγο η στρατηγική Μητσοτάκη δεν είναι ωφέλιμη για τον τόπο.

Τίποτα. Λέξη. Η «προοδευτική διακυβέρνηση» κυκλοφορεί σαν τα μαντζούνια των παλαιών εποχών που συνιστούσαν οι γιαγιάδες. Διά πάσαν νόσον…

Είναι αλήθεια ότι ο Μητσοτάκης δεν παρουσίασε για πρώτη φορά τα σχέδιά του. Το έχει κάνει και τον Σεπτέμβριο, στη ΔΕΘ. Σχεδόν με τα ίδια επιχειρήματα.

Και ξέρετε τι με εντυπωσιάζει; Πως ούτε τότε υπήρξε η παραμικρή αντίδραση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Τσιμουδιά. Μόνο κάτι ψιθυριστές και γενικόλογες αερολογίες.

Αν όμως το σχέδιο του Μητσοτάκη είναι αυτό που παρουσιάζει δημοσίως ο Μητσοτάκης, τότε ποιο είναι το σχέδιο της αντιπολίτευσης; Η φασαρία για τον Μητσοτάκη; Διότι αν κρίνω από τις δημοσκοπήσεις ούτε αυτό φαίνεται να πηγαίνει πολύ καλά.

Κι εδώ προκύπτει ένα δεύτερο ερώτημα. Η απλή αναλογική με την οποία θα γίνουν οι επόμενες εκλογές δεν βγήκε με κλήρωση. Είναι επιλογή και επινόηση της προηγούμενης κυβέρνησης.

Τι είχαν στο μυαλό τους όταν την ψήφιζαν; Οτι έτσι δίνουν ένα επιχείρημα εναντίον της ακυβερνησίας και υπέρ της αυτοδυναμίας του Μητσοτάκη ή ότι έτσι αποκτούν κάποιο σχέδιο εναντίον της αυτοδυναμίας του Μητσοτάκη;

Εως τώρα πάντως ισχύει το πρώτο. Το δεύτερο ούτε το έχουμε δει ούτε το έχουμε ακούσει.

Προφανώς υπάρχει ακόμη χρόνος έως τις επόμενες εκλογές, αυτές της απλής αναλογικής. Αλλά όχι άπειρος χρόνος. Ενδεχομένως κάτι θα βρει έως τότε να πει η αντιπολίτευση και μακάρι να μοιάζει πειστικό.

Διότι αν δεν πει κάτι, θα διαβάζει απλώς τις δημοσκοπήσεις σε εκλογικό αποτέλεσμα. Και εκεί πια θα έχει βγάλει Πρωθυπουργό ο κόσμος.

Ούτε η διαπλοκή ούτε τα μέσα ενημέρωσης.

Βασκανία
Πολύ φοβούμαι ότι η περίφημη Συμφωνία των Πρεσπών έχει αρχίσει να παίρνει χαρακτηριστικά βασκανίας.
Οσοι μπλέχτηκαν, το πλήρωσαν.
Ο Τσίπρας έχασε την κυβέρνηση μετά από τέσσερις διαδοχικές ήττες σε ευρωπαϊκές, δημοτικές, περιφερειακές και βουλευτικές εκλογές. Ο Κοτζιάς είναι εξαφανισμένος προ πολλού – ευτυχώς μαζί του εξαφανίστηκε και ο Καμμένος.
Το κόμμα του Θεοδωράκη διαλύθηκε και ο ίδιος επέστρεψε στην τηλεόραση. Τη Γέφυρα και τη ΔΗΜΑΡ να ζούμε να τους θυμόμαστε.
Τελευταίος στην έξοδο, ο ίδιος ο Ζάεφ. Εχασε τις δημοτικές εκλογές και παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία.
Δεν θα πω αν η Συμφωνία ήταν καλή ή κακή. Πάντως γούρικη δεν ήταν!

Η ζημιά της τρέλας

Τις τελευταίες εβδομάδες η ελληνική κοινωνία καλείται να λύσει άλλο ένα βλακώδες δίλημμα, από εκείνα που αρέσκεται να τη διχάζουν.
Φταίει το πρόγραμμα εμβολιασμού αν επιμένουν οι ανεμβολίαστοι; Ή φταίνε οι ανεμβολίαστοι που μπαίνει σε κίνδυνο το πρόγραμμα εμβολιασμού;
Για εμένα η απάντηση είναι αυτονόητη. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως όλοι έχουν την ίδια άποψη.
Θυμίζω ότι πριν από δέκα χρόνια ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας είχε πειστεί ότι φταίνε τα μνημόνια για την κρίση και όχι η κρίση για τα μνημόνια.
Ενας κανονικός άνθρωπος θα έλεγε ότι «μπλέξαμε με τρελούς».
Αλλά είτε μπλέξαμε είτε δεν μπλέξαμε, υπήρχαν άνθρωποι που πίστευαν ότι η Ελλάδα πήγαινε μια χαρά ώσπου μια μέρα και χωρίς ιδιαίτερο λόγο διάφοροι παλιάνθρωποι της έραψαν ένα κοστούμι μνημονιακών υποχρεώσεων και αντιλαϊκών δεσμεύσεων. «Μας κατέστρεψαν!».
Τηρουμένων των αναλογιών, ζούμε το ίδιο με τους εμβολιασμούς.
Κατά την άποψη της αντιπολίτευσης, το πρόγραμμα εμβολιασμού υπολείπεται των στόχων του όχι επειδή υπάρχουν άνθρωποι που αρνούνται να εμβολιαστούν, αλλά επειδή «απέτυχε η κυβέρνηση» να εμβολιαστούν εκείνοι που αρνούνται.
Δεν βγάζει ιδιαίτερο νόημα, αλλά ούτε με τα μνημόνια έβγαζε.
Η διαφορά είναι ότι τουλάχιστον τα μνημόνια τα εφάρμοζε μια κυβέρνηση. Που, καλώς ή κακώς, τα φορτωνόταν.
Στους εμβολιασμούς η ευθύνη της κυβέρνησης εξαντλείται στην αγορά των απαραίτητων εμβολίων και τη δωρεάν παροχή τους μέσα από ένα εμβολιαστικό σύστημα – για το οποίο όλοι συμφωνούν πως λειτουργεί άψογα…
Ο Μητσοτάκης δεν κάνει ενέσεις.
Από εκεί και πέρα ο εμβολιασμός είναι ζήτημα ατομικής και κοινωνικής συνείδησης. Οποιος έχει στοιχειώδη συνείδηση απλώνει το μπράτσο του. Οποιος δεν έχει θέτει σε κίνδυνο και τον εαυτό του και το κοινωνικό σύνολο.
Η νέα αυτή περιπέτεια του «αντιεμβολιαστικού κινήματος» ασφαλώς θα περάσει. Με θύματα και κόστος.
Ετσι όμως είναι ο ανορθολογισμός. Ζημιάρης. Αλλά δυστυχώς όχι μόνο για όσους τον υπηρετούν.