Φαίνεται ότι το COP26, η εφετινή συνάντηση στη Γλασκώβη των κρατών για θέματα κλιματικής κρίσης, είναι η τελευταία ευκαιρία της ανθρωπότητας να αποφύγουμε τις δραματικές συνέπειες από την εξελισσόμενη αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη στο καταστροφικό ύψος των 2,7°C, όταν η οριακά ανεκτή αύξηση πρέπει να είναι ο 1,5°C. Μάλιστα, στον λεγόμενο «ανθρακικό προϋπολογισμό», για να μην ξεπεράσουμε τον 1,5°C, μας απομένει μόλις 14% επιπλέον ρύπων μέχρι το τέλος του αιώνα. Ομως, η απουσία των ηγετών της Κίνας και της Ρωσίας, δύο μεγάλων ρυπαντών που εκπέμπουν πάνω από 35% των παγκόσμιων ρύπων, καθώς και η «αναγκαστική» παρουσία των πρωθυπουργών της Αυστραλίας και της Ινδίας (η οποία δεσμεύτηκε για ουδέτερο ισοζύγιο ύστερα από 50 χρόνια, δηλαδή το 2070) έχουν μειώσει σημαντικά τις προσδοκίες για μια πετυχημένη παγκόσμια διάσκεψη. Στο ενδιάμεσο υπάρχουν κάποιες στοιχειωδώς ελπιδοφόρες συμφωνίες πολλών (όχι όλων των) κρατών για μείωση της αποψίλωσης δασών, της παραγωγής μεθανίου κ.ά.
Το βασικό ζήτημα που απασχολεί τους ηγέτες είναι ποιος τελικά θα πληρώσει την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου των χωρών, από ένα μοντέλο που καταναλώνει τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα (που αποτελούν το 85% της παγκόσμιας ενεργειακής κατανάλωσης) σε ένα μοντέλο που να βασίζεται σε ανανεώσιμες πηγές και εξοικονόμηση ενέργειας, υδρογόνο και μπαταρίες. Οι διεθνείς εκτιμήσεις ανεβάζουν τις αναγκαίες επενδύσεις έως το 2050 στο ύψος των $170 τρισ., ενώ οι επενδύσεις μέχρι το 2030 από τις σημερινές τιμές του $1 τρισ./έτος πρέπει να εκτοξευτούν στα $4 τρισ./έτος. Ομως, το 2ο τρίμηνο του 2021 όλες οι κυβερνήσεις επένδυσαν μόλις $380 δισ. σε μέτρα καθαρής ενέργειας, όσο δηλαδή το 2% των συνολικών χρηματοδοτήσεων για αντιμετώπιση της COVID-19 (ύψους $16 τρισ.). Δυστυχώς, αυτό το 2% αποτελεί μόλις το 35% των αναγκαίων.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος