Η υπόθεση του Περάματος έχει ανάψει τη συζήτηση στην κοινωνία αλλά και στα κοινωνικά δίκτυα για τον τρόπο που έμπειροι ένστολοι αντιμετώπισαν τρεις ανηλίκους. Αλλά και γενικότερα: για το πόσο ελεύθεροι αισθάνονται αστυνομικοί να αντιδρούν απέναντι σε άτομα που εμφανίζουν παραβατική συμπεριφορά, πώς διασφαλίζεται η τήρηση της ασφάλειας και της νομιμότητας παράλληλα με τον σεβασμό και το κοινωνικό ήθος. «Χάθηκε μια ανθρώπινη ζωή, υπάρχουν πάρα πολλά ερωτηματικά ακόμα και μέχρι σήμερα» λέει στο «Βήμα» ο κ. Βασίλης Πάντζος, πρόεδρος της Πανελλαδικής Συνομοσπονδία Ελλήνων Ρομά «Ελλάν Πασσέ». Από την πρώτη στιγμή βρέθηκε στο πλευρό της οικογένειας του θύματος, ήταν και την Τετάρτη το βράδυ στα δικαστήρια του Πειραιά συνοδεύοντας, μαζί με τη δικηγόρο, τον 14χρονο που είχε διαφύγει από το συμβάν στο Πέραμα. «Η υπόθεση έχει δρόμο, η δικαιοσύνη θα κάνει τη δουλειά της. Νομίζω ότι όλη η κοινωνία μέσα από τα κανάλια είδε ότι σε κάποια σημεία ψεύδονται οι αστυνομικοί, οι αρμόδιοι. Είχαν μιλήσει για 7 αστυνομικούς τραυματίες, οι αστυνομικοί είπαν ότι τα θύμα οδηγούσε, ότι δεν ήξεραν αν είναι Ρομά ενώ ακούμε σε βιντεοακουστικό υλικό να μιλούν για «τρεις αθίγγανους» και τον άνθρωπο που τους συντόνιζε να τους λέει πάνω από 6-7 φορές να σταματήσουν. Είναι τραγικό, έγινε μια πρωτοφανής καταδίωξη σε αστική περιοχή, που είχε ως αποτέλεσμα να αφαιρεθεί μια ζωή αλλά να κινδυνέψουν και άλλες». Ανακρίβειες στο ανακριτικό υλικό Για στοιχεία της δικογραφίας που δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως μας μίλησε και η κυρία Αλεξάνδρα Καραγιάννη, εκ των δικηγόρων της οικογένειας του θύματος. «Υπάρχουν ανακρίβειες και ελλείψεις στο ανακριτικό υλικό. Για παράδειγμα, οι ηλικίες των επιζώντων αλλάζουν διαρκώς, προσπαθούν να τους παρουσιάσουν ως μεγαλύτερους και ως κακοποιούς σεσημασμένους. Διασύρουν παιδιά περιθωριοποιημένων κοινοτήτων και τους παρουσιάζουν ως κακοποιούς προκειμένου να ελαφρύνουν τη θέση τους. Δεν είναι σεσημασμένοι, είναι λάθος να λέγεται αυτό, μιλάμε για παιδιά 14 ετών, 15 ετών και έναν νεκρό μόλις 18 ετών. Θα πρέπει η αστυνομία να είναι πολύ προσεκτική, να προστατεύει τους ανηλίκους, και όχι να τους παγιδεύει σε συνθήκες θανάτου, όπως έκανε με αυτή την καταδίωξη». Ψυχραιμία και κοινωνική ειρήνη Ο κ. Πάντζος μιλά επίσης, εκτός από την ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης, για την ανάγκη να υπάρχει ψυχραιμία – και από τις κοινότητες των ελλήνων τσιγγάνων -, να διασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη. Αναφέρεται, όμως, και σε μια αρνητική στιγμή. «Την Τετάρτη το βράδυ στα δικαστήρια στον Πειραιά ένιωσα ντροπή και θλίψη. Δεν μιλώ σαν πρόεδρος της Πανελλαδικής Συνομοσπονδίας Ελλήνων Ρομά, μιλώ σαν άνθρωπος. Το να πανηγυρίζουν αστυνομικοί τόσο δυνατά, να βροντοφωνάζουν «ήρωες» και να χειροκροτούν ανθρώπους που αφαίρεσαν μια ζωή… Είναι λυπηρό αν το δούμε ηθικά, από την πλευρά του πένθους. Βεβαίως, καταλαβαίνω το να θέλουν να τους υποστηρίξουν, είναι συνάδελφοι, αλλά αυτό μπορεί να γίνει με έναν πιο ταπεινό και ηθικό τρόπο. Η στάση αυτή προκαλεί και εγκυμονεί ανησυχίες για την επόμενη μέρα. Εμείς από την πρώτη στιγμή με τη συνεργασία των Αρχών, των αρμόδιων υπουργείων, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης προσπαθήσαμε να αποτρέψουμε (και αποτρέψαμε) εντάσεις ώστε να μην ξεφύγουν τα πράγματα, για να μη θρηνήσουμε άλλες ζωές». Αναζητώντας την αλήθεια «Η πλήρης, αντικειμενική και ανεξάρτητη έρευνα μέχρι το τέλος αυτής της υπόθεσης» είναι το αίτημα της οικογένειας του θύματος, όπως μας λέει η δικηγόρος της κυρία Αλεξάνδρα Καραγιάννη. «Βλέπουμε να υπάρχει μια προσπάθεια πολιτικής παρέμβασης στον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις – για παράδειγμα δηλώσεις του κ. Γεωργιάδη, του κ. Θεοδωρικάκου και άλλων – οι οποίοι μιλούν μεν για ανεξάρτητη Δικαιοσύνη αλλά, από την άλλη, φαίνεται ότι προκαταλαμβάνουν τις αποφάσεις, στηρίζουν τις ενέργειες των αστυνομικών χωρίς να έχουν καν εικόνα της δικογραφίας. Αυτό μας βάζει σε υποψίες και σε σκέψεις ότι μπορεί η συγκεκριμένη υπόθεση να μη διερευνηθεί πλήρως, ως το τέλος, όπως θα έπρεπε». Αναφέρει, μάλιστα, κάλεσμα που απηύθυναν την Τετάρτη το βράδυ 14 ευρωβουλευτές στον Πρωθυπουργό ζητώντας του να κάνει δήλωση κατά του αντιτσιγγανισμού που υπάρχει στη χώρα μας και να ζητήσει μια ανεξάρτητη έρευνα. «Αυτό έχει να κάνει και με το ενδεχόμενο του ρατσιστικού κινήτρου που μπορεί να υπάρχει στην υπόθεση λόγω της εθνοτικής καταγωγής των θυμάτων. Αυτή η κίνηση εκφράζει και την ανησυχία που υπάρχει, διεθνώς πια, μήπως η έρευνα δεν θα είναι ανεξάρτητη» σημειώνει. «Ζητάμε την αλήθεια» καταλήγει. «Και όποιος ευθύνεται να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Διότι θα είναι αποτυχία για το σύνολο της κοινωνίας να αποδεχθούμε ότι οι εικόνες που είδαμε, ότι το αιματηρό επεισόδιο που προκάλεσαν οι αστυνομικοί, αντιπροσωπεύει την αστυνομία. Θέλουμε μια αστυνομία που θα προστατεύει, που θα κάνει τη δουλειά της, θα συλλαμβάνει τους δράστες των αδικημάτων χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη ζωή αθώων πολιτών, και βεβαίως χωρίς να θέτει σε κίνδυνο και να σκοτώνει τους ίδιους τους ανθρώπους που διαπράττουν εγκλήματα. Διότι ο ρόλος της είναι να συλλαμβάνει και να οδηγεί στη Δικαιοσύνη».