Ο Αλέξης Τσίπρας και η στενή ομάδα του Μεγάρου Μαξίμου θεωρούσαν έως και προσφάτως ότι είχαν καταλήξει στο βασικό σενάριο για τις πολιτικές τους μεθοδεύσεις των επόμενων μηνών και έως τις εκλογές.
Με βάση την κυρίαρχη εκδοχή, η συμφωνία των Πρεσπών πρόκειται να κυρωθεί μέσω της συνταγματικής αλλαγής στην πΓΔΜ τις επόμενες εβδομάδες. Εν συνεχεία, να έλθει στην Ελληνική Βουλή, όπου με βάση τις φιλοδοξίες της Μεγάρου Μαξίμου οι ΑΝΕΛ θα διαχωρίσουν τη θέση τους, αλλά θα συνεχίσουν να στηρίζουν την κυβέρνηση, κάποιοι άλλοι βουλευτές και πάντως κάποιοι από το Ποτάμι και μερικοί ανεξάρτητοι θα ισοσκελίσουν τις απώλειες και έτσι ο Αλέξης Τσίπρας θα πορευτεί με βάση νέα δεδομένα. Κάπως έτσι θα έχει την ευχέρεια να αποφασίσει αν θα προσφύγει σε πρόωρες εκλογές τον Μάιο ή αν θα επιχειρήσει να παρατείνει την παραμονή του στην εξουσία έως το φθινόπωρο.
Θα αναζητήσουν προφάσεις για απεμπλοκή;
Παρά τους σχεδιασμούς αυτούς, η κατάσταση πλέον έχει περιπλακεί πολύ περισσότερο από όσο ο κ. Τσίπρας μπορεί να ελέγξει. Οι δηλώσεις του Ζόραν Ζάεφ την προηγούμενη εβδομάδα και ειδικότερα η αναφορά του σε «μακεδονική» μειονότητα στην Ελλάδα («Μακεδόνες του Αιγαίου») φάνηκε πως ενεργοποιούν άλλες διαδικασίες και ενδεχομένως οδηγούν σε διαφορετικές εξελίξεις.
Οι αντιδράσεις στο εσωτερικό υπήρξαν έντονες, ενώ η νευρικότητα εξαπλώθηκε σε τέτοιον βαθμό ώστε να απαιτηθεί και διεθνής παρέμβαση. Ο Μάθιου Νίμιτς είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρωθυπουργό της πΓΔΜ, κάποιες ηπιότερες διατυπώσεις ακολούθησαν, όμως μια νέα κατάσταση αρχίζει να διαμορφώνεται στο πολιτικό σκηνικό στην Αθήνα.
Κάποιοι – και ιδίως από τον χώρο του ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ – διάβασαν τις προτροπές του αντιπροέδρου των ΑΝΕΛ Παναγιώτη Σγουρίδη περί αναπομπής της συμφωνίας ως αφορμή για μια απόπειρα της κυβέρνησης να απεμπλακεί, με πρόσχημα την αθέτηση των υποχρεώσεων της άλλης πλευράς. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη Χαριλάου Τρικούπη και στο ευρύτερο περιβάλλον της υπάρχει (και) η εκτίμηση περί ενδεχόμενης στροφής της κυβέρνησης, με πιθανή πρόφαση τη δήθεν μη τήρηση των συμφωνηθέντων από την κυβέρνηση Ζάεφ.
Παρά ταύτα, από την αξιωματική αντιπολίτευση επισημαίνεται ότι τα όσα ανέφερε ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας αποτελούν άμεση συνέπεια της ίδιας της συμφωνίας, από τη στιγμή που σε αυτήν αναγνωρίζεται από την ελληνική πλευρά μακεδονική εθνική ταυτότητα.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι σχετικές δηλώσεις του γραμματέα του ΣΥΡΙΖΑ Πάνου Σκουρλέτη ερμηνεύτηκαν από πολιτικούς παράγοντες της αντιπολίτευσης και ως πιθανή προαναγγελία μιας άλλης στάσης: «Εμείς δεν μπορούμε, σε καμία περίπτωση, να παρεκκλίνουμε ούτε από το πνεύμα ούτε από το γράμμα της συμφωνίας» είπε, υπονοώντας προφανώς ότι κάτι τέτοιο επιχειρείται στα Σκόπια.
Η στάση την οποία θα τηρήσουν το Ποτάμι, οι ΑΝΕΛ, αλλά και κάποιοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ θα έχει τη σημασία της. Οχι τόσο για το αν θα περάσει η συμφωνία αν φτάσει στην Ελληνική Βουλή, όσο για το πολιτικό περιβάλλον στο οποίο θα βρεθεί ο Αλέξης Τσίπρας.
Δεν κρίνονται και τόσο πολλά από το Ποτάμι
Ο Σταύρος Θεοδωράκης ήταν από εκείνους οι οποίοι έσπευσαν να πουν τις προηγούμενες ημέρες ότι «αλυτρωτικές αναφορές εν έτει 2018 σε Αιγαιάτες Μακεδόνες δεν αντέχουν σε καμία σοβαρή συζήτηση και αποδυναμώνουν την αξιοπιστία όσων τις εκφέρουν». Σημαίνει αυτό ότι αναζητεί αφορμή ώστε να μην ψηφίσει τη συμφωνία; Σε συνομιλητές του περιορίζεται να πει ότι η στάση του δεν καθορίζεται από τις δηλώσεις άλλων ή από τις αλλαγές των διαθέσεων του Ζόραν Ζάεφ. Δεν εμφανίζεται όμως ούτε κατηγορηματικός για την ψήφιση της συμφωνίας και κατά τα όσα μεταφέρονται από την πλευρά του, περιμένει να δει τα κείμενα τα οποία θα έλθουν προς έγκριση στην Ελληνική Βουλή.
Οπως και να ‘χει, μια ενδεχόμενη μεταστροφή των διαθέσεων του Ποταμιού, ή εν πάση περιπτώσει των δύο βουλευτών του που κατά τα γνωστά τάσσονταν υπέρ της συμφωνίας (Στ. Θεοδωράκης και Γ. Μαυρωτάς) ελάχιστα νέα δεδομένα διαμορφώνει. Ούτως ή άλλως το κόμμα έχει δηλώσει ότι θα ψήφιζε κατά συνείδηση.
Με μία σημαντική λεπτομέρεια: ο κ. Τσίπρας θα είχε μεν τη δυνατότητα να περάσει τη συμφωνία, αφού για κάτι τέτοιο αρκεί η πλειοψηφία επί των παρόντων. Δεν θα έχει όμως το ψυχολογικό όριο των 151 βουλευτών υπέρ αυτής, το οποίο και θα μπορούσε να προφασιστεί ότι συνιστά έκφραση εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση. Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο, καθώς και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ άρχισαν να αναζητούνται αφορμές για απεμπλοκή από τις Πρέσπες, με όρους προσωπικής πολιτικής επιβίωσης, όπως π.χ. στην περίπτωση του Γ. Μιχελογιαννάκη. Και στο σημείο αυτό επισημαίνεται από βουλευτές και στελέχη της αντιπολίτευσης η αποφυγή πλέον του Μεγάρου Μαξίμου να υπενθυμίζει αυτό στο οποίο μέχρι πρότινος επέμενε: ότι η συμφωνία μπορεί να περάσει από την Ελληνική Βουλή και με λιγότερες από 151 ψήφους.
Χοντραίνουν το (σκηνοθετημένο;) παιχνίδι οι ΑΝΕΛ
Οι ΑΝΕΛ προχώρησαν σε νέα αλλαγή στάσης, χωρίς να είναι για μια ακόμη φορά βέβαιο ότι δεν πρόκειται για σκηνοθεσία μεταξύ των δύο κυβερνητικών εταίρων. Σύμφωνα με αυτή και όπως την μετέφερε στο τέλος της εβδομάδας ο βουλευτής Κ. Κατσίκης, οι ΑΝΕΛ δεν πρόκειται απλώς να αποσύρουν τους υπουργούς τους, αλλά και την εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση. «Δεν θα υπάρχει η δεδηλωμένη» είπε σχετικώς ο βουλευτής.
Πρόκειται για στάση διαφορετική από την τελευταία εκδοχή την οποία είχε περιγράψει ο Πάνος Καμμένος. Σύμφωνα με εκείνη, μόλις εκκινούσαν οι διαδικασίες στην Ελλάδα για την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών, απλώς θα αποχωρούσαν οι ΑΝΕΛ από τα υπουργεία και η ζωή θα συνεχιζόταν.
Ομως και ο ίδιος ο υπουργός Αμυνας πανηγύρισε το τέλος της συμφωνίας την Παρασκευή λέγοντας: «Μετά τις τελευταίες δηλώσεις Ζάεφ είναι πλέον προφανές ότι έχει λήξει κάθε συζήτηση για επιβίωση της λεγόμενης “συμφωνίας των Πρεσπών”. Ο αλυτρωτισμός και η προκλητική συμπεριφορά των Σκοπιανών αποδεικνύουν στη διεθνή κοινή γνώμη ότι όχι απλώς δεν είναι έτοιμοι να συμμετέχουν σε διεθνείς οργανισμούς, αλλά και ότι δικαιώνουν όλους όσοι από την πρώτη στιγμή επιμένουμε στη βεβαιότητα ότι είναι εγκλωβισμένοι στην προπαγάνδα του Μουσολίνι και του Τίτο».
Κατά τις εκτιμήσεις πολιτικών παραγόντων, οι θέσεις που σπεύδουν σήμερα να εκφράσουν οι ΑΝΕΛ μπορεί να είναι μια ένδειξη για την ύπαρξη πλέον ενός πιο βραχυπρόθεσμου εκλογικού σχεδιασμού της κυβέρνησης.