Ακούω την κριτική που ασκείται τα τελευταία εικοσιτετράωρα στον Νίκο Ανδρουλάκη για την άποψή του, την επομένη των εκλογών, στη θέση του Πρωθυπουργού να μη βρίσκεται ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ούτε ο Αλέξης Τσίπρας αλλά ένα τρίτο πρόσωπο που η αλήθεια είναι μας το φυλάει για έκπληξη… Αυτό λένε οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας συνιστά ασύγγνωστη αλαζονεία.

Αναρωτιέμαι όμως, αν αυτό χαρακτηρίζεται αλαζονεία, τότε πώς πρέπει να χαρακτηρίσουμε τη θέση των βουλευτών της πλειοψηφίας και των στελεχών του Μεγάρου Μαξίμου που μας λένε ευθαρσώς ότι θα γράψουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τη λαϊκή βούληση – όπως αυτή θα εκφραστεί στην πρώτη κάλπη – και θα επιστρέψουν (χωρίς καμία ενδιάμεση προσπάθεια) την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Δηλαδή λένε σε έξι και πλέον εκατομμύρια πολίτες που στις 21 Μαΐου θα πάνε στις κάλπες πως όποιο κι αν είναι το μήνυμά τους, εκείνοι θα το αγνοήσουν διότι πιστεύουν πως μόνο αυτοδύναμοι μπορούν να ωφελήσουν τη χώρα. Αυτό λέγεται αλαζονεία και περιφρόνηση της κορυφαίας δημοκρατικής διαδικασίας.

Ομως πηγαίνουν και πιο πέρα. Μας λένε πως για το γεγονός ότι δεν θα προσπαθήσουν καν να επιτύχουν μια συνεργασία, φταίει το ότι «δεν υπάρχει πολιτική πρώτη ύλη για σταθερές κυβερνήσεις συνεργασίας» (Γιάννης Οικονόμου, ΣΚΑΪ) και γι’ αυτό θα πρέπει εμείς να ξαναψηφίσουμε. Δηλαδή μας λένε ότι το δικό τους έλλειμμα πρέπει να γίνει δικό μας πρόβλημα.

Από πότε όμως το γεγονός ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας αδυνατεί να συνεννοηθεί πρέπει να επιστρέφει εξ ορισμού στους πολίτες. Φαντάζομαι ότι στις 22 από τις 26 χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης που κυβερνώνται αυτή τη στιγμή από σχήματα συνεργασίας, τα πρώτα κόμματα θα ήθελαν να κυβερνούν τις χώρες τους μόνα τους, όταν όμως αυτό δεν ήταν το μήνυμα των πολιτών κάπως βρήκαν τρόπο να συνεννοηθούν και δεν σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Μήπως σε όλες αυτές τις χώρες δεν προωθήθηκαν μεταρρυθμίσεις;

Μήπως η Γερμανία – που είναι και το μόνιμο παράδειγμα στα χείλη όλων – δεν κυβερνάται εδώ και χρόνια από συμμαχικές κυβερνήσεις; Για την ιστορία, σε ομοσπονδιακό επίπεδο η χώρα μονοκομματική κυβέρνηση είχε τελευταία φορά μεταξύ 1957 και 1961, όταν το CDU/CSU είχε την απόλυτη πλειοψηφία στην Bundestag.

Πάμε όμως και στο αφήγημα που συνδέει άρρηκτα την αποτελεσματικότητα μιας κυβέρνησης και τη σταθερότητά της με τον αυτοδύναμο χαρακτήρα της. Στον μισό αιώνα της Μεταπολίτευσης μόνο πέντε φορές σχηματίστηκαν κυβερνήσεις συνεργασίας. Μήπως μέσα σε αυτά τα χρόνια η χώρα δεν έφτασε στη χρεοκοπία, μήπως δεν αντιμετωπίσαμε σοβαρότατες αξιακές κρίσεις; Ολα αυτά συνέβησαν και πολλά άλλα δυστυχώς και συνέβησαν με πολύ ισχυρές, αυτοδύναμες κυβερνήσεις στο τιμόνι της χώρας. Ηθικό δίδαγμα. Η συνεννόηση δεν μπορεί παρά να είναι η πολιτική κουλτούρα του μέλλοντος και η αυτοδυναμία δεν ισοδυναμεί εξ ορισμού με την αποτελεσματικότητα μιας κυβέρνησης.