Στη σκιά της πρόσφατης παρέμβασης του Ευκλείδη Τσακαλώτου, που ακόμα συζητείται, στο παρασκήνιο εξελίσσεται μεγάλος διαγκωνισμός, όχι σε ιδεολογικό πεδίο αλλά για τους συσχετισμούς δυνάμεων και τον έλεγχο των συνέδρων, και η ένταση κυριαρχεί. Εξάλλου, θα γίνει και εκλογή συνέδρων με ό,τι αυτό σημαίνει για την καταμέτρηση δυνάμεων εν όψει του συνεδρίου.
Αυτή η κατάσταση δεν προβληματίζει ιδιαίτερα τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που αποφεύγει να εμπλακεί στις εσωκομματικές μηχανορραφίες και η φράση που χρησιμοποιεί είναι αυτή που είπε και το περασμένο καλοκαίρι στη Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: «Να στρέψουμε το κόμμα απέναντι στον αντίπαλο και όχι στον εαυτό του». Αυτό έκανε και προ ημερών στη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου, όπου δεν θέλησε να απαντήσει στον κ. Τσακαλώτο, αλλά έθεσε τους όρους του παιχνιδιού εν όψει του συνεδρίου και έκανε και μια πολιτική ντρίπλα (ή τακτικισμό, όρο που χρησιμοποίησε ο κ. Τσακαλώτος που είπε ότι είναι τακτικιστής). Εκτός από την απαίτησή του επί της ουσίας να υπάρξει αναστολή της κομματικής ιδιότητας, τουλάχιστον μέχρι το συνέδριο, σε όσους από δω και στο εξής προβούν όχι σε κατάθεση πολιτικής θέσης ή απόψεων αλλά σε αήθεις αναφορές υβριστικές απέναντι σε συντρόφους, πρότεινε η συγκρότηση της ΚΕ, εφόσον αποφασιστεί από το συνέδριο η απευθείας εκλογή από τα μέλη, να διεξαχθεί σε 13 ξεχωριστές περιφέρειες, που θα εκλέγουν αριθμό ανάλογο με τη δύναμη των μελών του κόμματος σε κάθε περιφέρεια. Με αυτή την τακτική κίνηση εξασφαλίζει ότι θα πάει από το περίπου 25% με 30%, που παραδοσιακά εκπροσωπείται η περιφέρεια, στο 50% της νέας Κεντρικής Επιτροπής. Παράλληλα με αυτόν τον τρόπο θεωρεί ότι διασφαλίζει και τη λειτουργικότητα της ψηφοφορίας και ταυτόχρονα την ισότιμη σχέση μεταξύ των προβεβλημένων και των λιγότερο προβεβλημένων στελεχών.