Πριν από λίγες ημέρες, στην εκπνοή του 2024, απεβίωσε ο 39ος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ έχοντας συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής. Ο Κάρτερ ολοκλήρωσε μία μόνο θητεία, έχοντας υποστεί σαρωτική ήττα στις προεδρικές εκλογές του 1980 από τον Ρόναλντ Ρίγκαν, και αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική το 1981, στην πολιτικά παραγωγική ηλικία των 57 ετών.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι ο Κάρτερ, παρότι έδωσε τέλος στην πολιτική του καριέρα το 1981, κέρδισε το Νομπέλ Ειρήνης το 2002, 21 χρόνια μετά που έπαψε να είναι πρόεδρος των ΗΠΑ. Η κορυφαία αυτή βράβευση σηματοδότησε την αναγνώριση της προσπάθειάς του υπέρ της προαγωγής της ειρήνης, της δημοκρατίας, της ανάπτυξης των χωρών του Τρίτου Κόσμου και των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Ιδιαίτερα σε αυτά τα θέματα, το ζεύγος Κάρτερ, που ίδρυσε το Κέντρο Κάρτερ, μια μη κυβερνητική οργάνωση με παγκόσμιο εκτόπισμα, έδωσε έμφαση, αφότου κυρίως ο Τζίμι Κάρτερ εγκατέλειψε την προεδρία, αναπτύσσοντας μια διεθνή δράση στο επίκεντρο της οποίας υπήρξε η υπεράσπιση των αξιών της διαφορετικότητας, της ισότητας και της συμπερίληψης.
Με αφορμή τον θάνατο του Κάρτερ, τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης υπενθύμισαν ότι ήταν επί των ημερών του στην προεδρία των ΗΠΑ που ο Λευκός Οίκος έδειξε για πρώτη φορά την υποστήριξή του σε ζητήματα των ατόμων και της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ, όντας ο Τζίμι Κάρτερ ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που άνοιξε τις πόρτες του Λευκού Οίκου και συναντήθηκε με ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων.
Η κίνηση αυτή είχε για την εποχή της μεγαλύτερη συμβολική σημασία από το ίδιο το γεγονός της συνάντησης, καθώς λάμβαναν χώρα εκείνα τα χρόνια πρωτοβουλίες – η Briggs Initiative ήταν χαρακτηριστική – που σκοπό είχαν να αποκλείσουν τα γκέι άτομα αλλά και τους υποστηρικτές τους από το να διδάσκουν στη δημόσια εκπαίδευση.
Ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ Μάικλ Μπρόνσκι, που έχει επιμεληθεί την έκδοση της σημαντικής τετράτομης συλλογής των βασικότερων δοκιμίων για θέματα ΛΟΑΤΚΙ με τίτλο «Lesbian Gay, Bisexual and Transgender History: Critical Readings» (εκδ. Bloomsbury, 2019), επισήμανε ότι παρότι κάλλιστα θα μπορούσε ο Κάρτερ να σωπάσει, αυτό που έκανε ήταν απίστευτα γενναίο για την εποχή του.
Αναφέρουμε τα παραπάνω όχι μόνο με αφορμή τον θάνατο του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ, αλλά για την αξία που έχει διαχρονικά οι πολιτικοί και πολιτειακοί παράγοντες να ξεπερνούν την εποχή τους και να αποτολμούν να βγουν έξω από τη «ζώνη άνεσής» τους (comfort zone) ρισκάροντας το όποιο κόστος μπροστά στην πρόκληση της ανταπόκρισης σε πραγματικές ανάγκες. Η παραμονή στη ζώνη άνεσης συχνά οδηγεί σε στασιμότητα, ενώ το να την υπερβεί ένας/μία πολιτικός μπορεί να φέρει αλλαγές που θα αντιμετωπίσουν προβλήματα και θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Με αφορμή την επικείμενη εκλογή του/της νέου/ας Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, καθώς η θητεία της νυν Προέδρου ολοκληρώνεται τον Μάρτιο του 2025, και την έναρξη της διαδικασίας που τυπικά θα ξεκινήσει με την ανακοίνωση του Πρωθυπουργού για την/τον επόμενη/ο υποψήφια/ο, ο κίνδυνος του εγκλωβισμού της πολιτικής ελίτ στη ζώνη άνεσης φαίνεται ιδιαίτερα έντονος.
Η ζώνη άνεσης, στην προκειμένη περίπτωση, προσανατολίζει την πολιτική τάξη σε ένα πρότυπο υποψηφίου που συμμορφώνεται με μια παραδοσιακή λογική επιλογής: να είναι ή να έχει υπάρξει πολιτικός, να είναι κατά προτίμηση άνδρας, με κομματική εμπειρία και υποστήριξη και με αναγνωρισιμότητα στη δημόσια σφαίρα. Επίσης – και αυτό δείχνει στην παρούσα συγκυρία να είναι εξαιρετικά σοβαρό προσόν του/ης υποψηφίου/ας που θα προταθεί και θα είναι φαβορί για τη θέση – να μην έχει εκτεθεί σε σχέση με την υπεράσπιση των – ωστόσο πια από δεκαετίες αυτονόητων – δικαιωματικών ζητημάτων.
Μισό αιώνα μετά την επάνοδο της χώρας στη δημοκρατία, που ξεκινά με πραγματικές τομές σε κομβικά ζητήματα (πολιτειακό, ελευθερία στον κομματικό ανταγωνισμό, εξευρωπαϊσμός), τα οποία ταλάνιζαν και κρατούσαν καχεκτική την ελληνική πολιτεία, η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία δείχνει αμυντικά αντανακλαστικά.
Ενώ στις απαρχές της η Μεταπολίτευση, με πρωτοβουλίες από τα αριστερά και τα δεξιά του ιδεολογικού άξονα, τόλμησε να κάνει και να επιβάλει τομές όχι μόνο σε πολιτικά αλλά και σε κοινωνικο-πολιτισμικά ζητήματα (καθιέρωση πολιτικού γάμου, αποποινικοποίηση μοιχείας, καθιέρωση δημοτικής ως επίσημης γλώσσας), αψηφώντας – λελογισμένα – το πολιτικό και το ενδοκομματικό κόστος, σήμερα ο κίνδυνος να επικρατήσει ο φόβος στις επιχειρούμενες επιλογές δείχνει να μην είναι αμελητέος.
Οι πολιτικοί και οι πολιτικοί θεσμοί θα βγουν κερδισμένοι αν εγκαταλείποντας την comfort zone αντλήσουν έμπνευση από τν μεταρρυθμιστική κουλτούρα της Μεταπολίτευσης και τολμήσουν επιλογές που ανταποκρίνονται στις ανάγκες και στις αξίες της κοινωνίας σήμερα.
Η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου είναι καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, διευθύντρια και πρόεδρος του ΔΣ του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ).