Η δεύτερη τετραετία δεν ήταν ποτέ ανέφελη για κανέναν πρωθυπουργό στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, όσο ισχυρός και αν ήταν αυτός. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αδιαμφισβήτητος μετά τον εκλογικό θρίαμβο του 1974 με 54%, δοκιμάστηκε πραγματικά – και αυτός και το κόμμα του – στη δεύτερη τετραετία από το 1977 και εντεύθεν. Και αργότερα ο λαοπρόβλητος και τροπαιούχος το 1981 με 48% Ανδρέας Παπανδρέου αμφισβητήθηκε εντόνως στη δεύτερη τετραετία μεταξύ 1985-1989. Και ο Κώστας Σημίτης έχασε την όποια εκσυγχρονιστική ορμή του από τον πρώτο χρόνο της δεύτερης τετραετίας έπειτα από την εκλογική νίκη του 2000. Ο νεότερος Κ. Καραμανλής επίσης παρέδωσε στην κυριολεξία το πνεύμα του μετά τη δεύτερη νίκη του 2007. Η Ιστορία λοιπόν δεν είναι υπέρ του κ. Κ. Μητσοτάκη, παρότι κυρίαρχος έπειτα από τη διπλή επικράτησή του στις εκλογές της 21ης Μαΐου και της 25ης Ιουνίου. Συνήθως η μονοκρατορία διεγείρει τα πάθη, προκαλεί από μόνη της αντίρροπες τάσεις, διαμορφώνοντας εστίες αμφισβήτησης και διεκδίκησης της κοινωνικής πλειοψηφίας. Και η συνθετότητα των προβλημάτων όπως και τα πολλά απρόοπτα και η δυσκολία ικανοποίησης των υπεσχημένων επιτείνουν τη φθορά, κλονίζουν το αρχικό σχέδιο και συνήθως ανακόπτουν τη μεταρρυθμιστική ορμή της πρώτης φοράς.
Ο κλιματικός παράγοντας απαιτεί ριζοσπαστικές πολιτικές
Στην τρέχουσα δεύτερη τετραετία Μητσοτάκη οι μεγάλες προκλήσεις ανεδείχθησαν από τον πρώτο μήνα της διπλής εκλογικής νίκης. Η κλιματική αλλαγή δεν έδειξε καμία ανοχή στη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση. Το ιδιαίτερα θερμό καλοκαίρι με τις ανείπωτες πυρκαγιές, την απίστευτη καταστροφή του συνοριακού Εβρου και του προστατευόμενου δάσους της Δαδιάς ήλθαν να κλονίσουν το αίσθημα ασφάλειας και εμπιστοσύνης, φανερώνοντας τις διαχειριστικές αδυναμίες και τα ελλείμματα της Πολιτικής Προστασίας. Και αμέσως μετά, με την έναρξη του φθινοπώρου, η τεραστίων διαστάσεων κακοκαιρία «Daniel» με τις πρωτοφανείς βροχοπτώσεις στον ορεινό όγκο του Πηλίου και τις επακολουθήσασες τρομακτικές πλημμύρες στον Βόλο και σε όλα τα χωριά της Μαγνησίας, τόσο στις ακτές του Παγασητικού όσο και σε εκείνες του Αιγαίου, ήλθε να προσθέσει βάρη και να βεβαιώσει ακόμη και τους πλέον δύσπιστους ότι το κλιματικό φαινόμενο είναι εδώ και ικανό να δώσει καταστροφές βιβλικών διαστάσεων. Και μαζί να καταστήσει το πρόβλημα της αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών κυρίαρχο και έργο πρώτης προτεραιότητας για την κυβέρνηση. Ο κλιματικός παράγοντας εγκαταστάθηκε βίαια στην εγχώρια πολιτική σκηνή, απαιτώντας ριζοσπαστικές πολιτικές και πολύ περισσότερους πόρους από τους προϋπολογισμένους.
Γεγονός που εκ των πραγμάτων καθιστά επιτακτικότερη τόσο τη δημοσιονομική εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας όσο και τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξή της, ώστε να έχει στη διάθεσή της τους απαιτούμενους πόρους για τη διαχείριση του επιδεινούμενου, χρόνο με τον χρόνο, κλιματικού φαινομένου. Για παράδειγμα, δεν χωρούν πλέον συμβιβασμοί με τον ευρύ κύκλο της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας που ανθούν στη χώρα μας, παρά την ψηφιοποίηση και την επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και οι μεταρρυθμίσεις
Ο υπεύθυνος υπουργός Οικονομικών, κ. Κ. Χατζηδάκης, επιβάλλεται πια να συγκρουστεί με τους ελεύθερους επαγγελματίες και την αδιαφανή επιχειρηματικότητα αν θέλει πραγματικά να υπηρετήσει τα ευρύτερα συμφέροντα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Στην πράξη τούτο σημαίνει ευθεία σύγκρουση με σημαντική μερίδα του εκλογικού σώματος και μάλιστα συγγενούς προς το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Επιπλέον, στην οικονομική πολιτική δεν χωρούν εκπτώσεις, ούτε διακινδυνεύσεις. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας στο παρόν περιβάλλον καθίσταται επιβεβλημένη, είναι κομβική για τη συνέχεια, παρότι η επίδρασή της στις αγορές είναι σε μεγάλο βαθμό προεξοφλημένη. Ωστόσο, από την ανάκτησή της θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό η κρίσιμη για τη διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης επαύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα μας. Θα έλεγε κανείς ότι αναδεικνυόμενος ο κλιματικός παράγοντας διαμορφώνει συνολικά μια πιο απαιτητική αλυσίδα για τους ασκούντες την οικονομική πολιτική. Και όλα αυτά σε περιβάλλον πληθωριστικών πιέσεων και υψηλών επιτοκίων. Ηδη οι εγκυρότεροι των διεθνών επενδυτών προσπερνούν τα τρέχοντα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας και ρωτούν επιτακτικά για τις υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της χώρας. Ιδιαιτέρως ενδιαφέρονται για την πιθανή πίεση που μπορεί να μεταφέρει η κλιματική κρίση στον τουρισμό, σε συνδυασμό με την επερχόμενη δημογραφική κρίση, τη γήρανση του πληθυσμού και την εμφανή έλλειψη τεχνικά καταρτισμένου νεανικού εργατικού δυναμικού που υπονομεύει σε μεσοπρόθεσμη βάση την πρόοδο της οικονομίας και της χώρας.
Οι προπαρασκευαζόμενοι συμβιβασμοί σε Αθήνα και Αγκυρα
Και δεν είναι τα μόνα μεγάλα και κρίσιμα που θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη της δεύτερης τετραετίας. Η εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και οι προπαρασκευαζόμενοι συμβιβασμοί σε Αθήνα και Αγκυρα, με τη δεδομένη προτροπή των συμμάχων σε Αμερική και Ευρώπη, θα απαιτήσουν αν μη τι άλλο πολιτική γεναιότητα. Το αγαθό της μακράς ειρήνευσης θα απαιτήσει προφανέστατα κάποιες «θυσίες», μικρές ή μεγάλες. Αν επιβεβαιωθούν τα θρυλούμενα περί συνεκμετάλλευσης των φυσικών πόρων που κρύβουν οι θάλασσές μας, προφανώς θα απαιτήσουν σύγκρουση με τις πολλές εκδοχές του εθνικισμού. Αν οι νέες ταυτότητες προκαλούν τόσες εντάσεις, όλοι μπορούν να φανταστούν τι θα γίνει εδώ αν υπάρξουν συμφωνίες με την Τουρκία που προσπερνούν το μέχρι προσφάτως διατηρούμενο κλίμα έντασης και αντιπαράθεσης με τη γείτονα.
Και τα επίσης μεγάλα εσωτερικά μέτωπα της υγείας, της παιδείας, της μετανάστευσης και της δημόσιας τάξης είναι ικανά να προκαλέσουν εντάσεις εξαιτίας της επαύξησης των αναγκών αλλά και των αλλαγών που θα απαιτήσει η διαχείρισή τους. Ειδικώς οι ανάγκες του τομέα της υγείας θα βαίνουν αυξανόμενες. Η γήρανση του πληθυσμού επιβαρύνει αφάνταστα το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Οπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές, οι μισοί των Ελλήνων, ηλικίας άνω των 50 ετών, πάσχουν από τουλάχιστον ένα χρόνιο νόσημα. Στα 60 και στα 70 ένα άτομο μπορεί να βαρύνεται από δύο και τρία χρόνια νοσήματα, με ό,τι αυτές οι συννοσηρότητες μπορούν να σημαίνουν ιδιαιτέρως για τα δημόσια νοσοκομεία και το ήδη επιβαρυμένο προσωπικό τους. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι περίπου 1.200.000 Ελληνες πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη, που διαβρώνει, παρά την όποια αγωγή, σταθερά την υγεία τους. Επίσης η γήρανση του πληθυσμού λαμβάνει πρωτοφανείς διαστάσεις, σε σημείο που οι υπεύθυνοι να θεωρούν πως η επόμενη πανδημία που θα πλήξει την Ελλάδα θα είναι αυτή της άνοιας και της νόσου Αλτσχάιμερ! Με άλλα λόγια, ο τομέας της υγείας θα απαιτήσει μεγάλες αλλαγές και ευρύτατες συναινέσεις που όλοι γνωρίζουν ότι δεν επιτυγχάνονται εύκολα.
Παιδεία και Μεταναστευτικό δοκιμάζουν την κυβέρνηση
Η Παιδεία επίσης και η διακηρυγμένη μεταρρύθμισή της, με αιχμή την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, μόνο ανέφελη δεν θα είναι. Ηδη πριν ακόμη την έναρξη του νέου ακαδημαϊκού έτους, με αφορμή αστυνομικές επεμβάσεις για την ελευθέρωση χώρων που κατέχονταν επί δεκαετίες από καταληψίες, είδαμε συγκρούσεις και εντάσεις που παραπέμπουν σε δύσκολες καταστάσεις προσεχώς. Οι μεταναστευτικές ροές και τα ευρύτερα θέματα ασφαλείας που γεννούν θα δοκιμάσουν επίσης τις αντοχές της κυβέρνησης, ιδιαιτέρως στη Βόρεια Ελλάδα, όπου περισσεύει η παρουσία και η δράση των εθνικιστικών κύκλων και παραστρατιωκών ομάδων, οι οποίες διεκδικούν ρόλους και επιχειρούν να υποκαταστήσουν τις αρχές ασφαλείας. Για να μην αναφερθούμε σε προβλήματα δημόσιας τάξης που αναδεικνύονται συνεχώς και δημιουργούν την αίσθηση ασυδοσίας και επικράτησης του οργανωμένου εγκλήματος σε συγκεκριμένες οικονομικές ζώνες.
Κοινώς, η δεύτερη τετραετία της κυβέρνησης Μητσοτάκη μόνο στρωμένη με ροδοπέταλα δεν θα είναι. Πολύ περισσότερο αν και η αντιπολίτευση καταφέρει να ανασυγκροτηθεί και θελήσει να σπάσει με κάθε τρόπο το τρέχον κλίμα μονοκρατορίας και κυριαρχίας της Νέας Δημοκρατίας στην πολιτική σκηνή της χώρας.