Είτε είναι επίτευγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη είτε «έτσι τα έφερε η ζωή», η Νέα Δημοκρατία έχει μπει στη δεύτερη τετραετία της διακυβέρνησής της ούσα κυρίαρχη και μοναδική «μεγάλη» πολιτική δύναμη στο κομματικό σύστημα. Το μαρτυρά όχι μόνο το ποσοστό που συγκέντρωσε στις βουλευτικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου (40,6%) αλλά και η χαώδης απόστασή της από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία ανήλθε σχεδόν στις 23 ποσοστιαίες μονάδες.
Το μαρτυρά επίσης και η εικόνα που παρουσιάζουν οι δημοσκοπήσεις στη μετεκλογική περίοδο. Εμμέσως πλην σαφώς, το μαρτυρούν και τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών.
Εχοντας πει τα παραπάνω, δεν μπορούμε να θεωρήσουμε άνευ σημασίας μία εικόνα φθοράς της επιρροής της, η οποία μπορεί μεν να μην της δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα μέχρι τώρα, αλλά δεν παύει να είναι απειλητική αν στο άμεσο μέλλον φανεί ότι διευρύνεται αντί να συρρικνώνεται. Αν φανεί δηλαδή ότι δεν είναι συγκυριακή αλλά έχει πιο δομικά χαρακτηριστικά. Ποιος μπορεί εξάλλου να μας διαβεβαιώσει ότι το κομματικό σύστημα δεν θα συνεχίσει να μεταβάλλεται και επομένως να διαμορφώνει νέους συσχετισμούς;
Ηδη τα πρώτα σημάδια περαιτέρω αλλαγών και ρευστοποίησής του έχουν καταγραφεί: ο ΣΥΡΙΖΑ υποχωρεί κι άλλο, και το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ, σε συνδυασμό με μια μικρή άνοδό του, φαίνεται να διεκδικεί τη θέση της δεύτερης πολιτικής δύναμης.
Μπροστά μας έχουμε τις Ευρωεκλογές του ερχόμενου Ιουνίου και θα φανεί αν οι ανακατατάξεις στα «αριστερά» της ΝΔ θα πιστοποιηθούν και στην κάλπη.
Ομως κάτω από αυτή την πολύ «θορυβώδη» μεταβολή που ενδέχεται να καταγραφεί στις επόμενες κάλπες, φαίνεται να εξελίσσεται μία άλλη, η οποία είναι πολύ πιο σοβαρή: η ρευστότητα που επικρατεί στα «δεξιά» της ΝΔ.
Και είναι πολύ πιο σοβαρή η ρευστότητα στα δεξιά της ΝΔ γιατί το εκλογικό σώμα του χώρου αυτού την αφορά ευθέως.
Διαβάζουμε όλοι ότι η μεγάλη μάχη γίνεται στον χώρο του «πολιτικού κέντρου». Κατά τη γνώμη μας, η μάχη αυτή έχει βέβαια το δικό της ενδιαφέρον, αλλά οι όποιες ανακατατάξεις και η πιθανή επαναφορά του ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ στη δεύτερη θέση επιρροής αφορά σε δεύτερο χρόνο τη ΝΔ. Οι τωρινές διαρροές της δεν βρίσκονται κατά βάση εκεί. Βρίσκονται στα δεξιά της.
Στο γράφημα φαίνεται καθαρά ότι οι μέχρι τώρα απώλειές της καταγράφονται κατεξοχήν σε όσους αυτοτοποθετούνται στη Δεξιά και στη συνέχεια στην Κεντροδεξιά (συγκριτικά στοιχεία exit poll Ιουνίου 2023 και Metron forum Ιανουαρίου 2024).
Επιπλέον, όσον αφορά την κοινωνική διάσταση της πολιτικής επιρροής της, η Κυβέρνηση βρίσκεται αυτή τη στιγμή αντιμέτωπη κυρίως με τους αγρότες, οι οποίοι αποτελούν παραδοσιακά ένα μάλλον συντηρητικό τμήμα του εκλογικού σώματος, αλλά και με την πλειοψηφία των φοιτητών/σπουδαστών, οι οποίοι όμως δεν αποτελούν σημαντική εκλογική δεξαμενή της (όπως π.χ. οι συνταξιούχοι, ηλικιωμένοι κ.τ.λ.).
Εξάλλου οι παρατηρήσεις μας αυτές συνάδουν και με τις τάσεις που καταγράφονται σε ολόκληρη την Ευρώπη, η οποία μαστίζεται από μία διπλή κρίση πολιτικής μεταβολής: από τη μία νέα κοινωνικά κινήματα, τα οποία όμως κινούνται στο εξωκοινοβουλευτικό φάσμα και λίγο επηρεάζουν τους εκλογικούς συσχετισμούς, και από την άλλη μία ακροδεξιά επέλαση, η οποία απειλεί να καταστεί συστημική δύναμη ιδιαίτερης βαρύτητας μέσω της κάλπης.
Οι εξελίξεις αυτές πατούν πάνω στο υπόστρωμα των διαρκών κρίσεων, των ανασφαλειών και της αβεβαιότητας που βιώνουν οι λαοί της Ευρώπης. Τα συναισθήματα αυτά κυριαρχούν όλο και περισσότερο. Ακρίβεια, πολεμικές συγκρούσεις, περιβαλλοντικές καταστροφές και πανδημίες αποτελούν την πρώτη ύλη που διαμορφώνει ένα αμυντικό και γκρίζο τοπίο. Αμυντικό στις κοινωνικές συμπεριφορές και γκρίζο στις πολιτικές εξελίξεις.
Γι’ αυτό και συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι οι επερχόμενες Ευρωεκλογές σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με την πεπατημένη προσέγγιση των παλαιότερων αναμετρήσεων.
Συνηθίζαμε να λέμε ότι χρειαζόμαστε την Ευρώπη. Ισως τώρα θα πρέπει να σκεφτούμε ότι η Ευρώπη μας χρειάζεται.
Ο κ. Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis SA.