Μια γερμανική έκφραση λέει πως «αν ψηφίσεις έναν κλόουν, να περιμένεις ένα τσίρκο».

Υποψιάζομαι πως είναι ένας κανόνας γενικής εφαρμογής. Ισχύει παντού. Και με τους ίδιους όρους. Στη Γερμανία αλλά και στην Αμερική, στη Μεγάλη Βρετανία ή την Ελλάδα.

Διότι οι κλόουν και το τσίρκο δεν φέρουν πολιτικό προσδιορισμό, ούτε έχουν ιδεολογία. Δεν διαφέρουν καν μεταξύ τους.

Οταν ένας όχλος ξεσαλώνει, είναι ο ίδιος όχλος στην Ουάσιγκτον ή την Αθήνα.

Οταν τα ούγκανα τραμπουκίζουν τη δημοκρατία, είναι τα ίδια ούγκανα στον λόφο του Καπιτωλίου, στα Ηλύσια Πεδία με τα Κίτρινα Γιλέκα ή στην πλατεία Συντάγματος.

Οταν η αλητεία επιχειρεί να μπουκάρει στην έδρα της νομοθετικής εξουσίας, είναι η ίδια αλητεία στην ελληνική Βουλή ή στην αμερικανική Γερουσία.

Στις 6 Ιανουαρίου 2021 όρμησαν στο Κογκρέσο στην Ουάσιγκτον. Στις 5 Μαΐου 2010, την 1η Ιουνίου 2011 και στις 20 Οκτωβρίου 2011 επιχείρησαν να κάνουν το ίδιο στη δική μας Βουλή. Τρεις φορές!

Αρα; Στην πονηρή εκφώνηση ότι «ακροδεξιοί εισέβαλαν στη Γερουσία» η έμφαση είναι στην εισβολή. Οχι στο φρόνημα των εισβολέων.

Διότι το φρόνημα προκύπτει από την μπούκα. Ακροδεξιοί ή ακροαριστεροί, αγανακτισμένοι ή ψεκασμένοι, παράφρονες που ντύθηκαν Ινδιάνοι ή παρανοϊκοί που δήλωσαν αντιμνημονιακοί αγωνιστές, πικραμένοι ψηφοφόροι του Τραμπ ή εξαγριωμένοι αντιεξουσιαστές, είναι απλώς μπουκαδόροι στη ζωή της δημοκρατίας.

Το χαρακτηριστικό τους είναι ότι επιβάλλουν τις απόψεις τους ή λύνουν τις διαφορές τους με τον τσαμπουκά. Και ουδόλως ενδιαφέρει αν βλέπουν Fox News ή αν διαβάζουν «Εφημερίδα των Συντακτών».

Οι κλόουν είναι παντού ίδιοι, συνεπώς και το τσίρκο.

Φυσικά όλοι κάτι νομίζουν. Οι ψηφοφόροι του Τραμπ, ας πούμε, νομίζουν ότι «τους έκλεψαν την εκλογή». Το 2011 οι Αγανακτισμένοι στην Αθήνα νόμιζαν ότι «τους έκλεψαν τη ζωή» ή κάποια τέτοια μπαρούφα.

Ο Τραμπ νόμιζε ότι του λείπουν 11.780 ψήφοι στην Τζόρτζια και ζητούσε από τον τοπικό κυβερνήτη «να τις βρουν». Ο άλλος νόμιζε ότι θα καταργήσει το Μνημόνιο «με έναν νόμο και ένα άρθρο».

Ξέρετε όμως ποια είναι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ μιας κοινωνίας και ενός τσίρκου; Οτι σε μια κοινωνία ο καθένας μπορεί να νομίζει ό,τι θέλει αλλά δεν μπορεί να κάνει ό,τι του κατέβει στο κεφάλι.

«Φέρτε μέσα τους κλόουν» ήταν ο τίτλος του «Economist» στην «υπερήφανη διαπραγμάτευση» του 2015.

Στο τηλεοπτικό θρίλερ που παρακολουθήσαμε τη νύχτα της Τετάρτης, το κεντρικό στοιχείο δεν είναι ο Τραμπ. Είναι η αχαλίνωτη ακρότητα, ο ασυγκράτητος ετσιθελισμός, ο κτηνώδης φανατισμός των διαδηλωτών.

Κάποιοι τέτοιοι έκαψαν τρεις ανθρώπους στη Marfin το 2010. Με τα ίδια μυαλά, τον ίδιο κυνισμό, την ίδια αποκτήνωση.

Και το ίδιο μίσος. Διότι το μίσος είναι το βασικό χαρακτηριστικό τους. Μισούν ό,τι δεν είναι σαν κι αυτούς.

Τους καλλιεργημένους και τους άξιους, τις γυναίκες ή τους ομοφυλόφιλους, τους μαύρους ή τους καλοντυμένους.

Είναι προϊόντα μιας πλανητικής διαταραχής – κάτι σαν πανδημία σε πολιτικό επίπεδο…

Δυστυχώς γι’ αυτήν δεν υπάρχει εμβόλιο. Αλλά ευτυχώς υπάρχει κάλπη. Το 2017 έχασε η Λεπέν. Το 2019 ο Κόρμπιν, ο Τσίπρας κι ο Καμμένος. Το 2020 ο Τραμπ.

Απέναντί τους δηλαδή λειτουργεί το ανάχωμα της δημοκρατίας. Κι εκεί δεν το βλέπω εύκολο να μπουκάρουν.

Ρεύματα
Η συγκρότηση του ιδεολογικού ρεύματος «Ρενέ» (Εναλλακτική Ριζοσπαστική Ενότητα) στον ΣΥΡΙΖΑ μας γεμίζει αισιοδοξία. Υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι η «Ρενέ» θα καταφέρει να συμβιώσει αρμονικά με τη συνιστώσα «Ρόζα» και τη νεοπροσληφθείσα στον σκληρό αντιφασιστικό-αντιδεξιό αγώνα «Ελενα», που δεν είναι ακόμη γνωστό αν αποτελεί ρεύμα ή απλώς αεράκι.
Περιμένω ότι οι προσπάθειες θα συνεχιστούν, εφόσον τα ρεύματα δεν φέρουν τίποτα κρυολογήματα που είναι επικίνδυνα αυτή την εποχή. Η αντιφασιστική-αντιδεξιά ενότητα μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω με την «Τζέσικα», τη «Σουζάνα», ενδεχομένως και τη «Ρούλα».
Δεν ξέρω φυσικά αν το μέτωπο θα καταφέρει να ανατρέψει τον Μητσοτάκη, αλλά όσο να είναι, ένα καρέ για μπιρίμπα το βγάζουν.

Η κουβέντα για τις εκλογές

Λόγω του ανασχηματισμού, άκουσα πολλά για εκλογές. Θα γίνουν, δεν θα γίνουν. Πότε θα γίνουν. Τώρα ή αργότερα.
Καμία έκπληξη. Ως γνωστόν η ελληνική πολιτική εξαντλείται εκ παραδόσεως σε δύο μοτίβα: ανασχηματισμός και εκλογές. Μόλις γίνει ανασχηματισμός πιάνουμε κουβέντα για εκλογές. Εως ότου εξαντληθεί η κουβέντα για τις εκλογές κι επιστρέψουμε στον ανασχηματισμό.
Να βάλουμε λοιπόν τα πράγματα σε μια σειρά.
Παραδοχή πρώτη. Δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν εκλογές όσο διαρκεί η πανδημία. Για αυτονόητους ουσιαστικούς και πρακτικούς λόγους.
Τι θα γίνει όταν περάσει η πανδημία, δεν το γνωρίζουμε ακόμη. Οπως δεν ξέρουμε ούτε πώς θα περάσει, ούτε πότε θα περάσει, ούτε σε τι κατάσταση θα βρίσκεται η χώρα όταν περάσει.
Παραδοχή δεύτερη. Υπό τις παρούσες συνθήκες ο Μητσοτάκης δεν έχει καμία ανάγκη να «αλλάξει ατζέντα» ή να «αποδράσει» ή να κρυφτεί πίσω από μια «εκλογική φυγή».
Συνεπώς αν κάνει εκλογές, θα τις κάνει μόνο για να τις κερδίσει.
Παραδοχή τρίτη. Για να πάει λοιπόν σε εκλογές, θα πρέπει στο τέλος της πανδημίας να διατηρεί ένα ισχυρό προβάδισμα.
Και για να το διατηρεί, θα πρέπει να του πιστωθεί η ανακούφιση από το τέλος της πανδημίας και οι ελπίδες για την ανάκαμψη της οικονομίας.
Το πρώτο είναι ευκολότερο. Το δεύτερο πιο μπερδεμένο.
Παραδοχή τέταρτη. Ακόμα κι αν προκύπτει ότι θα τις κερδίσει, πρέπει να λάβει υπόψη του ότι πάμε σε μια εκλογή με «δύο γύρους».
Εναν με απλή αναλογική. Κι έναν με ενισχυμένη. Συνεπώς θα έχει μπροστά του μια (τουλάχιστον) τρίμηνη αναταραχή που μπορεί να κρύβει εκπλήξεις.
Παραδοχή πέμπτη. Αν κάνει εκλογές κι αν τις κερδίσει, θα πρέπει ο τελικός απολογισμός να τον οδηγήσει σε μια κατάσταση καλύτερη από τη σημερινή.
Διαφορετικά δεν έχει λόγο να τις διακινδυνεύσει.
Από τις πέντε αυτές παραδοχές καμία δεν είναι διασφαλισμένη σήμερα. Συνεπώς ό,τι κι αν κουβεντιάζουμε δεν έχει κανένα νόημα.