Σε παράμετρο με απροσδιόριστη επίπτωση στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό εξελίσσεται η υπόθεση της Εύας Καϊλή. Ο προβληματισμός για τα «απόνερά» της όμως είναι ήδη αισθητός στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση.
Υπό αυτήν την έννοια και σε συνέχεια των υποθέσεων των υποκλοπών, του βουλευτή Ανδρέα Πάτση, αλλά και της Κιβωτού του Κόσμου, η σωρευτική επίδραση του νέου σκανδάλου απασχολεί δημοσκόπους, κομματικά επιτελεία και ψηφοφόρους.
Η «υπόθεση Καϊλή» είναι πλέον μία από τις μεταβλητές της προεκλογικής εξίσωσης και αναμένονται με ενδιαφέρον νέες δημοσκοπήσεις, στις οποίες θα μετρηθεί και το συγκεκριμένο ζήτημα.
Διατυπώνονται ωστόσο επιφυλάξεις από ερευνητές της κοινής γνώμης και από πολιτικά στελέχη ως προς το αν οι επιπτώσεις της υπόθεσης θα είναι μονοδιάστατες, ή αν θα επηρεάσουν συνολικά το πολιτικό σύστημα, με ορατό έναν κίνδυνο γενικής απαξίωσης και απογοήτευσης. Παραπέμπουν ορισμένοι στον τρόπο με τον οποίο είχε επιδράσει η υπόθεση Τσοχατζόπουλου το 2012, όταν – υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες – το πολιτικό σύστημα είχε κλονιστεί στις διπλές εκλογές της ίδιας χρονιάς.
Εκτιμάται πάντως στα περισσότερα κομματικά επιτελεία ότι η νέα αυτή παράμετρος δεν έχει, ακόμη τουλάχιστον, οριστική επίπτωση. Αλλες πηγές εφιστούν την προσοχή στην εξέλιξη της υπόθεσης και σε όσες αποκαλύψεις προκύψουν στην πορεία.
Οι εκτιμήσεις στο Μαξίμου
Για την κυβέρνηση η υπόθεση επέδρασε αρχικώς ευεργετικά, καθώς έστρεψε την προσοχή – ίσως πρόσκαιρα – μακριά από το σκάνδαλο των υποκλοπών. Στελέχη του Μεγάρου Μαξίμου εκτιμούν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα αποκομίσει οφέλη, καθώς θεωρούν ότι το ΠαΣοΚ χάνει πλέον κάθε δυναμική δημοσκοπικής και εκλογικής ανάκαμψης και πιθανώς μετατρέπεται σε δεξαμενή από την οποία θα διαρρέουν ψήφοι, είτε προς ΝΔ υπό τον φόβο συνεργασίας Τσίπρα – Ανδρουλάκη, είτε προς ΣΥΡΙΖΑ, προς επιβεβαίωση των ψηφοφόρων οι οποίοι έχουν εγκαταλείψει το ΠαΣοΚ από το 2012. Ανησυχεί πάντως το περιβάλλον του Μαξίμου για την επίπτωση που θα έχει η πιθανή γενική απαξίωση και για το αν θα μεταφραστεί σε αποχή ή σε στροφή ψηφοφόρων της ΝΔ του 2019 προς την άκρα Δεξιά.
Ασφυκτική πίεση από τον ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας έχουν ήδη ξεκινήσει έναν πόλεμο φθοράς και ροκανίσματος του ΠαΣοΚ, το οποίο στις συνθήκες της αναμενόμενης διαρκούς πόλωσης φιλοδοξούν ότι θα γίνει και πάλι εκλογική τους λεία. Ο ίδιος ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έσπευσε σε συνέντευξή του της προηγούμενης εβδομάδας να ταυτίσει την Εύα Καϊλή με το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο», το οποίο κατά την εκτίμησή του αποδυναμώνεται, ενώ θα επιχειρεί να διατηρήσει την πίεση προς την κυβέρνηση για τις υποθέσεις των υποκλοπών και του βουλευτή Πάτση.
Το ερώτημα για την άκρα Δεξιά
Βασικό παράγοντα προβληματισμού για τους δημοσκόπους (αλλά και για το Μαξίμου) είναι κατά πόσον θα επαληθευτεί η εντύπωση ότι η υπόθεση της Εύας Καϊλή σε συνδυασμό με όλες τις άλλες θα στρέψει μία κρίσιμη μερίδα ψηφοφόρων προς τα άκρα. Η τάση ενίσχυσης της Ελληνικής Λύσης έχει ήδη καταγραφεί δημοσκοπικά, το ενδιαφέρον όμως πλέον στρέφεται στους Ελληνες, τον διάδοχο σχηματισμό της Χρυσής Αυγής. Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις τα ποσοστά τους βρίσκονται σταθερά πάνω από το 2% και η προοπτική εισόδου τους στη Βουλή δεν θεωρείται απίθανη, ένα ενδεχόμενο που περιορίζει δραματικά τις πιθανότητες αυτοδυναμίας.
Η κρίσιμη συγκυρία και οι εκλογικές προοπτικές: Πολιτικά στελέχη (και) του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνουν ότι η συγκυρία είναι εξαιρετικά κρίσιμη για το κόμμα, παρ’ όλο που δεν δείχνει να το απασχολεί αυτή καθαυτή η υπόθεση Καϊλή. Οπως λένε, αν και τώρα δεν παρουσιαστεί μία δυναμική δημοσκοπικής ανάκαμψης, οι εκλογικές προοπτικές του θα ψαλιδιστούν οριστικά.