Με την προσοχή του στραμμένη στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και την εκ νέου παρουσία του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν στο Ισραήλ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ολοκλήρωσε μέσα σε λίγες ώρες το ταξίδι-αστραπή στο Πεκίνο και τις συναντήσεις του με την κινεζική ηγεσία την Παρασκευή το πρωί.
Ο Πρωθυπουργός παρέμεινε στην Κίνα ουσιαστικά ένα 24ωρο και στο σύντομο αυτό διάστημα συναντήθηκε κατά σειρά με τον πρωθυπουργό Λι Κιανγκ, τον πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης Ζάο Λετζί και τον πρόεδρο της Λαϊκής Δημοκρατίας Σι Τζινπίνγκ.
Το ταξίδι είχε προγραμματιστεί από το τέλος του καλοκαιριού, όμως ο χρόνος της πραγματοποίησής του συνέπεσε με μια εξαιρετικά κρίσιμη διεθνή συγκυρία λόγω της ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή.
Το διμερές στοιχείο ήταν μια υπαρκτή παράμετρος και υπό αυτή την έννοια αποτέλεσε αφορμή για την επαναβεβαίωση της Ολοκληρωμένης Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης, η οποία υπογράφηκε το 2008 και διατηρείται, αν και με πολλές διακυμάνσεις. Το αμοιβαίο ενδιαφέρον εστιάζεται πλέον κατά μείζονα λόγο στη μεγάλη κινεζική επένδυση στον Πειραιά, μέσω της COSCO, καθώς στη διάρκεια των ετών μικρή πρόοδος έχει σημειωθεί σε άλλα επενδυτικά σχέδια.
Τα ηλεκτρικά λεωφορεία
Παρά ταύτα, για την ελληνική πλευρά σημαντικά πεδία είναι, μεταξύ άλλων, η συνέχιση των υψηλών τουριστικών ροών από την Κίνα και η ανανέωση των συμφωνιών για τις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων, κατά βάση αγροτικών και τυποποιημένων, στην αχανή κινεζική αγορά.
Επιπλέον, η ελληνική αποστολή είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πορεία υλοποίησης της συμφωνίας με τη Yutong και την έγκαιρη παράδοση 250 ηλεκτροκίνητων λεωφορείων, με στόχο την ανανέωση του στόλου στις αστικές συγκοινωνίες Αθήνας και Θεσσαλονίκης, αλλά και τη συνέχιση της συνεργασίας μέσω της συμμετοχής της εταιρείας σε μελλοντικούς διαγωνισμούς. Αυτός ήταν και ο λόγος της συμμετοχής του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών Χρήστου Σταϊκούρα στην κυβερνητική αποστολή που ταξίδεψε στην κινεζική πρωτεύουσα.
Οι ανησυχίες για τη Μέση Ανατολή
Δεδομένης της διεθνούς γεωπολιτικής αναταραχής, η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Πεκίνο είχε και έναν διαφορετικό χαρακτήρα. Το γεγονός ότι η Κίνα είναι ένα από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ υπό τις σημερινές συνθήκες έχει μια ιδιαίτερη σημασία και η παρουσία του πρωθυπουργού μιας δυτικής δημοκρατίας και ενός κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ συνέπεσε ουσιαστικά και με τις επιδιώξεις της κινεζικής ηγεσίας ως προς την εικόνα την οποία επιδιώκει να καλλιεργήσει διεθνώς.
Το Πεκίνο έχει εκ των πραγμάτων ενδιαφέρον και συμφέροντα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, τα οποία εκδηλώνονται σε δύο πεδία.
Αφενός, στην αποφυγή μιας ανεξέλεγκτης εξάπλωσης της πολεμικής ανάφλεξης, είτε με εμπλοκή του Ιράν είτε με την εκδήλωση άλλου τύπου περιπλοκών, όπως η διατάραξη της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου και ενέργειας. Ως προς αυτά, οι παράμετροι με ιδιαίτερη σημασία είναι αφενός ότι το Ιράν παραμένει ένας από τους βασικούς προμηθευτές ενέργειας της κινεζικής οικονομίας και αφετέρου ότι μια διακοπή των προμηθειών και της διακίνησης πετρελαίου μέσω των θαλάσσιων δικτύων της Μέσης Ανατολής θα είχε επιπτώσεις στην κινεζική οικονομία, η οποία έπειτα από πολλά χρόνια βρίσκεται σε φάση επιβράδυνσης.
Σύμπτωση συμφερόντων
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο η παρουσία του έλληνα πρωθυπουργού στο Πεκίνο συνέπεσε με τις επιδιώξεις της ηγεσίας του ΚΚΚ είναι το ενδιαφέρον της κινεζικής κυβέρνησης να προβάλλει την εικόνα της υπεύθυνης υπερδύναμης. Υπό αυτό το πρίσμα, η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη και οι συναντήσεις με τον πρόεδρο Σι και τον πρωθυπουργό Λι προσέφεραν στην κινεζική ηγεσία την ευκαιρία και τη δυνατότητα να καλλιεργήσει την εικόνα που επιθυμεί μέχρις ενός βαθμού στη Δύση, αλλά πρωτίστως στον αραβικό κόσμο και ειδικότερα στην κοινή γνώμη των κρατών της Μέσης Ανατολής.
Οπως εκτιμούν διεθνείς παρατηρητές και διπλωματικές πηγές, με αυτά τα δεδομένα η κινεζική κυβέρνηση δεν θεωρείται αυτή τη στιγμή διατεθειμένη ή έτοιμη για μια άμεση εμπλοκή, οποιουδήποτε είδους, στην κρίση της Μέσης Ανατολής. Σύμφωνα με αυτές τις αναλύσεις, το Πεκίνο περισσότερο ενδιαφέρεται για τη διατήρηση ενός καλού επιπέδου διμερών σχέσεων με τις αραβικές κυβερνήσεις παρά για μια ενεργό ανάμειξη στην κρίση.
Υπό μια έννοια, η στάση αυτή στην παρούσα συγκυρία είναι βολική και για την ελληνική κυβέρνηση, η οποία έχει μεν ταχθεί δίχως περιστροφές υπέρ του Ισραήλ, όμως δείχνει ότι δεν επιθυμεί και τη διατάραξη των σχέσεων οι οποίες έχουν καλλιεργηθεί ιστορικά και στο πρόσφατο παρελθόν με τις αραβικές κυβερνήσεις.
Παράλληλα, η κινεζική στάση επιφυλακτικότητας και αποφυγής κάποιου γεωπολιτικού ρίσκου στην παρούσα συγκυρία εκτιμάται ότι συμπίπτει και με την επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης να λειτουργήσει ως ένα είδος διπλωματικής γέφυρας μεταξύ Πεκίνου και Ευρώπης.