Μια ανάσα από το ναυάγιο φαίνεται ότι έφθασε η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης στα Σκόπια προτού τελικά η κυβέρνηση του Ζόραν Ζάεφ καταφέρει να εξασφαλίσει την απαιτούμενη αυξημένη πλειοψηφία των 80 βουλευτών, υπερβαίνοντας τον δυσκολότερο από τους σκοπέλους της συμφωνίας των Πρεσπών και να αλλάξει το όνομα της χώρας σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» (εφόσον φυσικά ολοκληρωθούν και οι εσωτερικές έννομες διαδικασίες στην Ελλάδα).

Οι μαραθώνιες και περίπλοκες διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης και του μικρού αλβανικού κόμματος BESA, με επίκεντρο την αναγραφή και στην αλβανική γλώσσα της υπηκοότητας «μακεδονική/πολίτης της Βόρειας Μακεδονίας», είχαν τελικά αίσιο αποτέλεσμα, και στην ψηφοφορία που ακολούθησε η κυβέρνηση Ζάεφ κατόρθωσε να συγκεντρώσει τελικά 81 έδρες, καθώς άλλος ένας βουλευτής της αντιπολίτευσης, ο Πάντσο Μίνοφ, υπερψήφισε. Σημειώνεται ότι στην ψηφοφορία στήθηκαν έξι κάλπες: μία για κάθε μία από τις τέσσερις τροπολογίες, μία για την ψήφιση των τροπολογιών εν συνόλω και άλλη μία επί του Συνταγματικού Νόμου. Σύμφωνα με τα τελικά αποτελέσματα, 81 βουλευτές ψήφισαν «Ναι» και στις έξι (ηλεκτρονικές) ψηφοφορίες.

Πλέον ανοίγει ο δρόμος ώστε η συμφωνία των Πρεσπών να εισαχθεί στην ελληνική Βουλή προς κύρωση εντός του Ιανουαρίου, εν μέσω βέβαια μιας χαοτικής κατάστασης λόγω της αλλοπρόσαλλης στάσης του Πάνου Καμμένου. Στη συνέχεια, εφόσον η κύρωση πραγματοποιηθεί, θα μπορεί να υπογραφεί το Πρωτόκολλο Ενταξης της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ ως «Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» που θα πρέπει με τη σειρά του να κυρωθεί από το Κοινοβούλιο στην Αθήνα. Το χρονικό ορόσημο για την ολοκλήρωση των διαδικασιών φέρεται να έχει καθοριστεί για τα μέσα Φεβρουαρίου, αλλά είναι σαφές ότι παράγοντες της Συμμαχίας επιθυμούν η πορεία να μην αντιμετωπίσει καθυστερήσεις. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας ο κ. Τσίπρας επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον κ. Ζάεφ και τον συνεχάρη.

Το παζάρι
με τους Αλβανούς

Ηδη πριν από την εντατικοποίηση των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων των τελευταίων τριών ημερών, η κυβέρνηση Ζάεφ είχε αρχίσει να εκφράζει και δημοσίως ορισμένες ανησυχίες ότι η επίτευξη της πλειοψηφίας των 80 εδρών δεν θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένη. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός της πΓΔΜ είχε υπογραμμίσει, σε σειρά δηλώσεων και συνεντεύξεών του, ότι ήταν σίγουρος μόνο για 76 έδρες. Ο λόγος πίσω από αυτή την επιφυλακτικότητα ήταν ότι τέσσερις αλβανοί βουλευτές εμφανίζονταν να υπαναχωρούν από την αρχική τους θέση υπέρ της συνταγματικής αναθεώρησης, έτσι όπως την είχαν διατυπώσει στην πρώτη εκ των τριών ψηφοφοριών, στις 19 Οκτωβρίου 2018. Δύο εκ των βουλευτών ανήκουν στη «Συμμαχία για τους Αλβανούς», με πρόεδρο τον Ζιγιαντίν Σέλα και άλλοι δύο στο κόμμα BESA με πρόεδρο τον Μπιλάλ Κασάμι.

Ο κ. Ζάεφ και οι στενοί συνεργάτες του (με πρώτο τον υπουργό Εξωτερικών Νίκολα Ντιμιτρόφ, αλλά επίσης τους δύο αντιπροέδρους της κυβέρνησης, Μπουγιάρ Οσμάνι και Ραντμίλα Σεκερίνσκα) κατάφεραν λίγο προτού αρχίσει επισήμως η διαδικασία στην Ολομέλεια της Βουλής στις 9 Ιανουαρίου να εξασφαλίσουν τη συγκατάθεση της «Συμμαχίας για τους Αλβανούς». Δεν συνέβη όμως το ίδιο με το BESA και οι διαπραγματεύσεις εξελίχθηκαν σε θρίλερ για γερά νεύρα. Υπενθυμίζεται ότι το BESA είναι ένα από τα νεότερα κόμματα των Αλβανών της πΓΔΜ και συμμετείχε για πρώτη φορά στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, το 2016. Αρχικά είχε κερδίσει πέντε έδρες, αλλά νωρίτερα εφέτος σημειώθηκε ρήγμα μεταξύ της πτέρυγας που ήθελε στενότερη συνεργασία με το κυβερνών SDSM του Ζόραν Ζάεφ (της οποίας ηγείτο ο Μπιλάλ Κασάμι) και εκείνης που ήθελε προσέγγιση με το VMRO-DPMNE. Το κόμμα τελικά διασπάστηκε.

Σε ό,τι αφορά τις τελευταίες εξελίξεις με τη συνταγματική αναθεώρηση, ο κ. Κασάμι επεδίωκε την εξεύρεση μιας τεχνικής διατύπωσης σε σχέση με την πρόβλεψη του Συνταγματικού Νόμου (ο οποίος συνοδεύει τις τέσσερις τροπολογίες επί του σκοπιανού Συντάγματος) αναφορικά με την υπηκοότητα. Πιο συγκεκριμένα, το BESA επιζητούσε μια προσαρμογή στους όρους «μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» (οι οποίοι είναι μέρος της συμφωνίας των Πρεσπών), ώστε να μη δημιουργείται η εντύπωση ότι οι υπόλοιπες κοινότητες της χώρας, και ιδιαίτερα οι Αλβανοί, χαρακτηρίζονται απλά «Μακεδόνες». Ουσιαστικά, το BESA ζητούσε να υπάρξει μια αλλαγή στην τροπολογία για την ιθαγένεια στον Συνταγματικό Νόμο, ώστε για τους Αλβανούς της χώρας να αναγράφονται οι όροι «μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας» στην αλβανική γλώσσα.

Οι βουλευτές
του VMRO-DPMNE

Κατά ορισμένες πληροφορίες, ο κ. Ζάεφ δεν ήταν απόλυτα αντίθετος σε αυτή την πρόταση. Ωστόσο, αυτή η τροποποίηση δεν ήταν αρχικώς αρεστή στους οκτώ βουλευτές της αντιπολίτευσης (εκ των οποίων οι επτά προέρχονται από τον πυρήνα του VMRO-DPMNE) που ετάχθησαν υπέρ της συνταγματικής αναθεώρησης στη δραματική ψηφοφορία της 19ης Οκτωβρίου 2018. Οι συγκεκριμένοι βουλευτές προφανώς θεωρούσαν ότι θα αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα και θα κατηγορηθούν ξανά για προδοσία των «μακεδονικών τους διαπιστευτηρίων», παρά το γεγονός ότι κατόπιν των πιέσεών τους η κυβέρνηση Ζάεφ συμφώνησε (ως αντάλλαγμα) να κινηθεί προς τη χορήγηση αμνηστίας σε πολλούς από τους εμπλεκομένους στα αιματηρά επεισόδια εναντίον του Ζόραν Ζάεφ τον Απρίλιο του 2017 στο Κοινοβούλιο. Αυτή η εξέλιξη δεν ήταν εύκολη υπόθεση για τον κ. Ζάεφ, διότι ήταν στην ουσία φωτογραφική και αφορούσε ευθέως τους εν λόγω βουλευτές. Ηδη, μάλιστα, πηγές από τα Σκόπια θεωρούν ότι αυτός ο συμβιβασμός τού έχει κοστίσει πολιτικά.

Τελικά, η λύση βρέθηκε με έναν κλασικό «πολιτικό τετραγωνισμό του κύκλου», καθώς οτιδήποτε άλλο που ίσως μετακινούσε κάποιο από τα κομμάτια του παζλ θα μπορούσε να δημιουργήσει επιπλοκές στην Αθήνα, η οποία απέρριπτε οποιαδήποτε τέτοια σκέψη. Για τον λόγο αυτόν, στο Αρθρο 2 του Συνταγματικού Νόμου και μετά την παράγραφο 2, προστέθηκε μια τρίτη παράγραφος σύμφωνα με την οποία η υπηκοότητα των πολιτών αλβανικής εθνικότητας θα αναγράφεται και στην αλβανική γλώσσα, παράλληλα με την κυριλλική και την αγγλική (όπως θα είναι δηλαδή για τους υπόλοιπους «Μακεδόνες»). Σύμφωνα δε με την κοινή ανακοίνωση της κυβέρνησης και του κόμματος BESA, η αλβανική εθνικότητα θα αναγράφεται και στις ταυτότητες, και αυτό θα ενσωματωθεί στον σχετικό νόμο. Επιπλέον, σε σχέση με την τροπολογία που αφορά τη διασπορά συμφωνήθηκε η μέριμνα της πολιτείας να καλύπτει όλους τους πολίτες της χώρας και να μην περιορίζεται μόνο στους «Μακεδόνες».

Παράλληλα, κατά τη διάρκεια των σκληρών διαβουλεύσεων με το BESA, η κυβέρνηση εφέρετο να είναι σε ανοικτή γραμμή και με έναν αριθμό άλλων βουλευτών της αντιπολίτευσης ώστε να διασφαλίσει τα νώτα της σε περίπτωση που η διαπραγμάτευση με το BESA ναυαγήσει. Σε αυτό το πλαίσιο πάντως υπήρχαν εδώ και καιρό πληροφορίες ότι τουλάχιστον ένας βουλευτής από την αντιπολίτευση σκόπευε να υπερψηφίσει. Επρόκειτο για τον Πάντσο Μίνοφ του μικρού κόμματος GROM, που ανήκει στον ευρύτερο δεξιό συνασπισμό υπό το VMRO-DPMNE. Ο κ. Μίνοφ δεν είχε ψηφίσει υπέρ των συνταγματικών αλλαγών τον περασμένο Οκτώβριο, αλλά έκτοτε έχει εκφραστεί θετικά για τη συμφωνία των Πρεσπών και έχει μάλιστα καταθέσει και τροπολογίες επί των τροπολογιών της κυβέρνησης.

Ο πρόεδρος του VMRO-DPMNE πάντως, ο Χρίστιαν Μίσκοφσκι, συγκάλεσε για το μεσημέρι της Παρασκευής συνεδρίαση τόσο της Εκτελεστικής Επιτροπής όσο και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματός του. Εικάζεται ότι αυτό έγινε με σκοπό να αποτραπούν και άλλες διαρροές πέραν των «8», ενώ κάποια στιγμή δεν αποκλειόταν η πιθανότητα το κόμμα να αλλάξει στάση και να συμμετάσχει τελικά στη συνεδρίαση της Ολομέλειας ώστε να αποτραπούν όσοι ίσως σκεφτούν μια τέτοια κίνηση. Ωστόσο αυτό δεν συνέβη, και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης προτίμησε την αποχή – προϊόν, σύμφωνα με εκτιμήσεις, των ασφυκτικών πιέσεων του διεθνούς παράγοντα. Μέσα σε αυτό το θολό σκηνικό, επανεμφανίστηκε με ανάρτηση στον λογαριασμό του στο Facebook και ο φυγόδικος, πρώην πρωθυπουργός, Νίκολα Γκρούεφσκι, μιλώντας για «κυβέρνηση-μαριονέτα» που στρέφεται εναντίον της λαϊκής βούλησης.

Τα επόμενα βήματα και το «νατοϊκό ορόσημο» του Φεβρουαρίου

Σύμφωνα με όσα δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας στη συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό Open, η κυβέρνηση προτίθεται αμέσως μόλις ενημερωθεί από τα Σκόπια ότι έχουν ολοκληρωθεί οι εσωτερικές διαδικασίες στην πΓΔΜ να ξεκινήσει την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών. Ο Πρωθυπουργός εκτίμησε ότι αυτή η κινητοποίηση θα πραγματοποιηθεί μέχρι το τέλος της εβδομάδος, άρα περί τις 18 Ιανουαρίου. Η διαδικασία της κύρωσης στην ελληνική Βουλή, όπως και αυτή που θα ακολουθήσει για την κύρωση του Πρωτοκόλλου Ενταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, αναμένεται να διαρκέσει 5-6 ημέρες έκαστη.

Με βάση ορισμένες εκτιμήσεις, η Συμμαχία αναμένει ότι το πακέτο των ψηφοφοριών στην Ελλάδα θα έχει ολοκληρωθεί ως τα μέσα Φεβρουαρίου και όπως ανέφεραν ελληνικές κυβερνητικές πηγές οι συνομιλίες στο τρίγωνο Αθήνα – Σκόπια – Βρυξέλλες για τη «χορογραφία» των κινήσεων που απαιτούνται είναι συνεχείς και έχουν κορυφωθεί το τελευταίο διάστημα. Το ζήτημα χειρίζονται αποκλειστικά τα γραφεία των πρωθυπουργών Τσίπρα και Ζάεφ, ενώ ήδη στην Αθήνα έχουν ξεκινήσει οι προκαταρκτικές εργασίες ώστε να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Ολα αυτά καταδεικνύουν ότι η κυβέρνηση Τσίπρα δεν προτίθεται να αφήσει κάποια «καυτή πατάτα» στην επόμενη κυβέρνηση, αλλά θα επιδιώξει να καρπωθεί όλο το όφελος από τα συγχαρητήρια του διεθνούς παράγοντα, όπως αυτά που μετέφερε κατά την επίσκεψή της στην Αθήνα η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ.

Το Πρωτόκολλο Ενταξης

Η κυβέρνηση της πΓΔΜ θα πρέπει πάντως, πέραν της Αθήνας, να ενημερώσει σχετικά και τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, τον Νορβηγό Γενς Στόλτεμπεργκ, ότι ολοκληρώθηκε η συνταγματική αναθεώρηση. Είναι επίσης απόλυτα λογικό ότι μόνο αφού ολοκληρωθεί και η κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών από το ελληνικό Κοινοβούλιο θα μπορέσει ο Γενικός Γραμματέας και οι υπηρεσίες της Συμμαχίας να προχωρήσουν στη σύνταξη του Πρωτοκόλλου Ενταξης που θα πρέπει στη συνέχεια να υπογραφεί από τα κράτη-μέλη και την κυβέρνηση των Σκοπίων. Αυτό το κείμενο θα έλθει μετά προς κύρωση στο ελληνικό Κοινοβούλιο, πιθανότατα εντός Φεβρουαρίου. Είναι σαφές ότι η λέξη «μαζί», που είχε συμπεριληφθεί στη συμφωνία των Πρεσπών αναφορικά με την κύρωση αυτής και του Πρωτοκόλλου Ενταξης, ήταν ένα λάθος που εκ των πραγμάτων θα διορθωθεί.
Ολα τα προαναφερθέντα προϋποθέτουν φυσικά ότι η ελληνική πλευρά θα έχει κυρώσει τη συμφωνία των Πρεσπών, διότι σε διαφορετική περίπτωση ο σχεδιασμός θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος. Σημειώνεται ότι εφόσον η ελληνική Βουλή δεν κυρώσει τη συμφωνία των Πρεσπών, η άλλη πλευρά έχει δηλώσει ότι οι συνταγματικές αλλαγές θα είναι άκυρες. Συνεπάγεται ότι το διπλωματικό και πολιτικό κόστος για την Ελλάδα θα είναι ανυπολόγιστο.