Η ενημέρωση που έκανε ο Γιώργος Γεραπετρίτης στους βουλευτές της ΝΔ που μετέχουν στην Επιτροπή Εθνικής Αμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής ηρέμησε τα νερά στη «γαλάζια» Κοινοβουλευτική Ομάδα, μολονότι στις σχέσεις με τους Αντώνη Σαμαρά, Κώστα Καραμανλή και Προκόπη Παυλόπουλο εξακολουθούν να πνέουν ισχυρά μποφόρ.
Χωρίς αμφιβολία, η κατάσταση στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος δεν διευκολύνει τους χειρισμούς του υπουργού Εξωτερικών στην επικείμενη συνάντησή του με τον Χακάν Φιντάν. Δώδεκα ημέρες πριν από τη συνάντηση των δύο υπουργών της Ελλάδας και της Τουρκίας, η κυβέρνηση μοιάζει αμήχανη, όχι ως προς τη στρατηγική του διαλόγου και του μορατόριουμ που έχει χαράξει, αλλά απέναντι στις σφοδρές αντιδράσεις προτού ακόμα ξεκινήσει η οποιαδήποτε συζήτηση, μόνο και μόνο επειδή σήκωσε τον πήχη λίγο ψηλότερα από όσο άντεχε η δεξιά της πλευρά.
Οι διαβεβαιώσεις και η Ντόρα
Στη Βουλή ο Γ. Γεραπετρίτης διαβεβαίωσε τους βουλευτές ότι η συζήτηση με τον τούρκο ομόλογό του θα αφορά μόνο την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα και ότι η ελληνική πλευρά δεν θα θέσει υπό διαπραγμάτευση κυριαρχικά δικαιώματα ούτε άλλα θέματα με τα οποία η τουρκική πλευρά έχει φορτώσει τη δική της ατζέντα. «Πρέπει κάποιος να υποχωρήσει», σημείωσε, «και να είστε σίγουροι ότι αυτός δεν θα είναι η Ελλάδα. Αλλιώς σταματάει ο διάλογος». Μήπως αυτή η διατύπωση σηματοδοτεί αλλαγή φάσης στο κλίμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων;
Το κέρασμα της Ντόρας Μπακογιάννη για τα γενέθλια των δίδυμων εγγονιών της γλύκανε την ατμόσφαιρα, αν και το πραγματικό γλυκαντικό ήταν η υπόμνηση της παρουσίας της στην όλη διαδικασία. Σαν το παντεσπάνι να μην ήταν στρωμένο με κρέμα αλλά με το μήνυμα «ο διάλογος δεν βλάπτει και δεν είναι ξεπούλημα, σας το εγγυώμαι εγώ» – μια πολιτικός που εμφανίζεται απελευθερωμένη από τις κλασικές συμβάσεις της κομματικής ζωής.
Στην ομάδα των 33 βουλευτών της ΝΔ που μετέχουν στην Επιτροπή Εξωτερικών και Αμυνας και παρευρέθηκαν περίπου οι 30, εκπεφρασμένοι σύμμαχοι του υπουργού Εξωτερικών, πλην της Μπακογιάννη, ήταν ακόμα δύο, ο Δημήτρης Καιρίδης και ο Τάσος Χατζηβασιλείου. Γι’ αυτό μέτρησε πολύ η θετική στάση του Νικήτα Κακλαμάνη.
Θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος «πολύ κακό για το τίποτα». Οι ελπίδες για το επόμενο βήμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι μικρές, αλλά η διατήρηση των καλών σχέσεων και της ηρεμίας δεν βλάπτει καμία από τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Αν καταλάγιαζε το εσωτερικό μέτωπο ίσως αυξάνονταν οι προσδοκίες για την επικείμενη συνάντηση Γεραπετρίτη – Φιντάν.
Η κυβέρνηση πάντως δεν φαίνεται διατεθειμένη να πάρει αυτό το ρίσκο, μολονότι δεν έχει διαφύγει από την προσοχή έμπειρων διπλωματών ότι παρότι η Τουρκία δημοσίως επαναλαμβάνει τις γνωστές μαξιμαλιστικές θέσεις της, σε άλλα επίπεδα επαφών εμφανίζεται πιο διαλλακτική.
Μεγάλα βήματα σε μικρά θέματα
Σε περίπτωση που οι δύο υπουργοί Εξωτερικών πάρουν εντολή από τους ηγέτες τους να προχωρήσουν, θα τακτοποιήσουν αρχικά τα τεχνικά ζητήματα, το πλαίσιο και το εύρος της συζήτησης και βάσει ποιων αρχών αυτή θα διεξαχθεί. Η ελληνική πλευρά ονομάζει αυτό το στάδιο «προκριματικό». Το επόμενο στάδιο της συζήτησης θα αφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, όπως έχει δηλώσει ο Γ. Γεραπετρίτης, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει «ισχυρή πολιτική βούληση», η οποία θα αποτυπωθεί σε μια κοινή θέση για την περαιτέρω πορεία των διαπραγματεύσεων.
Μέχρι στιγμής, τα βήματα που έχουν γίνει σε μικρότερα θέματα, όπως η συνεργασία για το Μεταναστευτικό και η βίζα-εξπρές ώστε να μπορούν τούρκοι πολίτες να επισκέπτονται τα ελληνικά νησιά, έχουν αποδώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα. Πρόοδος σημειώνεται και στη χάραξη των θαλάσσιων πάρκων στο Αιγαίο, αν και η διαδικασία βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο. Ακόμα και η πρόσφατη NAVTEX που εξέδωσε η Τουρκία ως αντίδραση στις εργασίες του υδρογραφικού-ερευνητικού σκάφους «Αιγαίο» στην περιοχή μεταξύ Χίου και Λέσβου, για την οποία η Υδρογραφική Υπηρεσία της Σμύρνης ισχυρίστηκε ότι βρίσκεται στην τουρκική υφαλοκρηπίδα, θεωρήθηκε μια αναμενόμενη και συνηθισμένη κίνηση. Καμία σχέση με τα γεγονότα στην Κάσο που η Τουρκία έστειλε πολεμικά πλοία.
Η ιδέα που έπεσε στο τραπέζι
Σε αυτό το περιβάλλον των δύσκολων και απαιτητικών πολιτικών και διπλωματικών χειρισμών, θα μπορούσε να βρεθεί ένας τρόπος να πάνε τα πράγματα λίγο πιο κάτω; Μια ιδέα, η οποία, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, συζητήθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών, είναι να προχωρήσει, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες, η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ και να ακολουθήσει αργότερα ο καθορισμός των χωρικών υδάτων. Η ιδέα αυτή έχει θιασώτες και επικριτές, αλλά δεν είναι πρωτοφανής.
Οι συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο
Στη συμφωνία που συνήψε με την Αίγυπτο στις 6 Αυγούστου 2020, η Ελλάδα προχώρησε σε μερική οριοθέτηση της ΑΟΖ χωρίς καμία αναφορά στην έννοια της υφαλοκρηπίδας, η οποία αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα, δίδυμο με αυτό της ΑΟΖ. Η ανακήρυξη της ΑΟΖ ακολούθησε. Με την Ιταλία, στις 9 Ιουνίου 2020, η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δυο χωρών που είχε γίνει το 1977, πολλά χρόνια αργότερα επεκτάθηκε σε οριοθέτηση της ΑΟΖ, η ανακήρυξη της οποίας έγινε αργότερα. Οι συμφωνίες τόσο με την Αίγυπτο όσο και με την Ιταλία συνήφθησαν ενώ αυτές είχαν χωρικά ύδατα 12 ν.μ. και η Ελλάδα 6 ν.μ. Η επέκταση στα 12 ν.μ. στο Ιόνιο ακολούθησε. Πάντως, όλες οι άλλες χώρες της Μεσογείου έχουν 12 ν.μ., συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας που στο Αιγαίο έχει χωρικά ύδατα 6 ν.μ.
Και στις δύο περιπτώσεις η Ελλάδα υπέγραψε συμφωνίες για οριοθέτηση ΑΟΖ, διατηρώντας το δικαίωμά της να επεκτείνει αργότερα τα χωρικά ύδατα. Μάλιστα ο τότε υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας δήλωσε στη Βουλή ότι η Ελλάδα διατηρεί ενεργό το «αναφαίρετο» δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων «παντού, και στο Ιόνιο και στο Λιβυκό και στο Αιγαίο και νότια της Κρήτης».
Αλλωστε, η επέκταση των χωρικών υδάτων μέχρι τα 12 ν.μ. συνιστά άσκηση κυριαρχίας και δεν εξαρτάται από τη συναίνεση άλλου κράτους. Επιπλέον, η ελληνο-αιγυπτιακή συμφωνία προβλέπει ότι τυχόν διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες θα επιλύονται μέσω της διπλωματικής οδού, ενώ η συμφωνία με την Ιταλία περιέχει ρήτρα προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Αυτά τα δύο παραδείγματα, με τις διαφορετικές αποχρώσεις τους, θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια βάση και για τη συζήτηση με την Τουρκία. Οπως επεσήμαινε το 2020 ο Ευάγγελος Βενιζέλος οι εξελίξεις στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής «δεν είναι εργαστηριακές».
«Ας ελπίσουμε», πρόσθετε, «ότι οι συμφωνίες αυτές θα διαμορφώσουν, μαζί με άλλες κρίσιμες παραμέτρους, ένα περιβάλλον που θα συμβάλει στην επίτευξη μιας αντίστοιχης συμφωνίας με την Τουρκία. Βεβαίως ο συνεχής πολιτικός και νομικός αναστοχασμός γύρω από τις στρατηγικές επιλογές, τους χειρισμούς και τα κείμενα, ιδίως τα νομικώς δεσμευτικά, επιτρέπει να προωθούμε αποτελεσματικότερα τους στόχους μας που αφορούν αφενός μεν την προστασία της εθνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, αφετέρου δε τη διαφύλαξη της ειρήνης, της σταθερότητας και της αναπτυξιακής προοπτικής στην περιοχή».