Σαν σήμερα, δέκα χρόνια πριν, στις 29 Δεκεμβρίου 2014, η Βουλή οδηγούνταν στο διαφαινόμενο αδιέξοδο αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας κατά την τρίτη προβλεπόμενη κατά το Σύνταγμα ψηφοφορία.
Η υποψηφιότητα του Σταύρου Δήμα, τον οποίο είχε προτείνει ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, γνωρίζοντας ότι δύσκολα θα περνούσε, δεν συγκέντρωνε την απαιτούμενη πλειοψηφία των 180 βουλευτών και η Βουλή, δύο ημέρες μετά, διαλυόταν για να οδηγηθεί η χώρα στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015, στις οποίες αναδεικνυόταν η «πρώτη φορά Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ.
Ενα περιπετειώδες ταξίδι προς το άγνωστο σε νερά αχαρτογράφητα, αντιμετωπίζοντας τρικυμίες και φουρτούνες με «τιμονιέρη» τον Αλέξη Τσίπρα, ξεκινούσε. Το κλίμα ευφορίας και ενθουσιασμού στο πνεύμα της εποχής – «εμείς θα βαράμε το νταούλι και οι αγορές θα χορεύουν» – οδήγησε στην τραγωδία του πρώτου εξαμήνου διακυβέρνησης.
Οι σκιαμαχίες με τους δανειστές με (συμ)πρωταγωνιστή το τότε asset του κ. Τσίπρα, Γιάνη Βαρουφάκη, στη βάση των αυταπατών και των αντιφάσεων μιας κυβερνητικής ελίτ υπό τον τότε πρωθυπουργό, οδήγησαν τη χώρα στα βράχια της χρεοκοπίας, των capital controls και των τακτικισμών με αποκορύφωμα το δημοψήφισμα-«φιάσκο» του Ιουλίου 2015 και τη συνθηκολόγηση του τρίτου μνημονίου.
Είναι μια παρακαταθήκη που θα θυμίζουν εσαεί οι αντίπαλοί του στον κ. Τσίπρα, όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συζήτηση επί του προϋπολογισμού, όπου βλέποντάς τον στα πίσω έδρανα του (εναπομείναντος) ΣΥΡΙΖΑ του είπε: «Δεν τα ξεχνάμε αυτά, θα έχουμε την ευκαιρία να τα ξαναθυμηθούμε δέκα χρόνια μετά». Εξάλλου, όπως αναγνώρισε προσφάτως ο κ. Τσίπρας σε μια από τις επανεμφανίσεις του (στο συνέδριο του «Βήματος» για τα 50 χρόνια της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής), «όταν κατουράς στη θάλασσα, το βρίσκεις στο αλάτι», κατά τον θυμόσοφο Χαρίλαο Φλωράκη.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο ίδιος δεν αρνείται τα λάθη του: «Δεν ισχυρίζομαι ότι ήμουν αλάνθαστος ή ότι τα κάναμε όλα σωστά. Ισχυρίζομαι όμως ότι σε σχέση με τα πραγματικά γεγονότα, το πραγματικό γεγονός είναι ότι στα μνημόνια μας έβαλαν οι κυβερνήσεις του ΠαΣοΚ και της ΝΔ που επί 41 χρόνια, μέχρι να αναλάβω εγώ πρωθυπουργός, κυβερνούσαν αυτόν τον τόπο και από τα μνημόνια βγήκαμε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Αυτό δεν αλλάζει» είπε μιλώντας προσφάτως στο 4ο Forum του «Οικονομικού Ταχυδρόμου», δηλώνοντας «παρών» στις εξελίξεις και ενεργός με τον δικό του τρόπο. Αλλωστε δεν συμφωνεί με την άποψη ότι ως «πρώην» αυτό «κατ’ ανάγκη σημαίνει ότι πρέπει να κάθεσαι βουβός και σιωπηλός».
Και όπως έχει δηλώσει ευθαρσώς, «τουλάχιστον εγώ δεν αντιλαμβάνομαι έτσι τον ρόλο του πρώην πρωθυπουργού και σε κάθε περίπτωση αποφάσισα να αποσυρθώ, να παραμερίσω, όπως είπα, από την πρώτη γραμμή, δεν αποφάσισα ούτε να αποσυρθώ από την πολιτική ούτε να αποσυρθώ σε κανένα μοναστήρι».
Το ερώτημα που απασχολεί όσους αναρωτιούνται τι θα πράξει ο κ. Τσίπρας και κυρίως το πότε δεν έχει σαφή απάντηση. Και πώς άλλωστε; Η εικόνα αποσύνθεσης του ΣΥΡΙΖΑ λόγω της εκλογικής συντριβής του 2023, της παραίτησης του ίδιου, της ανάδειξης στην ηγεσία του κόμματος του Στέφανου Κασσελάκη («με τις ευλογίες Τσίπρα» επέμεναν οι πιο καχύποπτοι στη συριζαϊκή Βαβέλ) και των απανωτών διασπάσεων δύσκολα αποκαθίσταται.
Ο πρώην πρωθυπουργός στηρίζει τη νέα ηγεσία του Σωκράτη Φάμελλου δηλώνοντας «παρών» σε κάθε προσπάθεια του κόμματος «που θα καθιστά την προοδευτική παράταξη πρωταγωνιστή των εξελίξεων», κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι βλέπει τον ΣΥΡΙΖΑ ως «όχημα» στην πορεία αναζήτησης προοδευτικών συγκλίσεων – «όχημα» πάντως στο οποίο ο ίδιος δεν θα… επιβιβαστεί, διατηρώντας αποστάσεις από όσα συμβαίνουν στο εσωκομματικό πεδίο, αν και το προηγούμενο διάστημα δεν έμεινε αμέτοχος, με παρεμβάσεις τόσο στο προσκήνιο (ανοιχτή αμφισβήτηση του κ. Κασσελάκη στο συνέδριο του περασμένου Φεβρουαρίου) όσο και στο παρασκήνιο, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Οσοι γνωρίζουν τον κ. Τσίπρα, αντιλαμβάνονται ότι θα έκανε τα πάντα προκειμένου να μην επισκιαστεί το επιχειρούμενο rebranding από τα οδυνηρά τραύματα του ΣΥΡΙΖΑ και την κατάρρευσή του. Ούτως ή άλλως στην παρούσα φάση δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια κινήσεων που θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν εξελίξεις, όπως, για παράδειγμα, τον επαναπατρισμό της Νέας Αριστεράς, κάτι που θα επιθυμούσε διακαώς ο κ. Τσίπρας.
Η «επιστροφή Τσίπρα», όπως αυτή αποτυπώθηκε στις πρόσφατες παρουσίες του και στις παρεμβάσεις του για την εξωτερική πολιτική, την προεδρική εκλογή, την αντιπολίτευση προς την κυβέρνηση, την ανασυγκρότηση των κατακερματισμένων προοδευτικών δυνάμεων και τον προγραμματικό διάλογο με στόχο τις προοδευτικές συγκλίσεις, σηματοδοτεί έναν μάλλον πιο ενεργό ρόλο εκ μέρους του στο μέλλον.
«Εχω μια συσσωρευμένη εμπειρία, έχω αποφασίσει να έχω ένα Ινστιτούτο που στόχο έχει να παραγάγει πολιτική, μια προοδευτική, εναλλακτική πρόταση για τις προοδευτικές δυνάμεις, είμαι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, νοιάζομαι για αυτόν τον χώρο και ως εκ τούτου νομίζω ότι θα πορευτώ έτσι και θα κάνω ό,τι μπορώ προκειμένου να διαμορφωθούν εκείνες οι προϋποθέσεις για να υπάρξει εναλλακτική στον τόπο» έχει πει. Πάντως έχει διευκρινίσει ότι μπορεί να είναι εδώ, να λέει τις απόψεις του και να παρεμβαίνει με τον δικό του τρόπο, όμως δεν παριστάνει ότι είναι και στην πρώτη γραμμή. «Δεν είμαι στην πρώτη γραμμή, άρα έχω μια πολυτέλεια να παρεμβαίνω όποτε κρίνω απαραίτητο και να καταθέτω τις απόψεις και τις σκέψεις μου για τα σημαντικά θέματα που αφορούν τη χώρα, την κοινωνία, τα κρίσιμα εθνικά θέματα».
Υπό αυτό το πρίσμα, στις προτεραιότητές του είναι οι δράσεις και οι επεξεργασίες του Ινστιτούτου Τσίπρα το οποίο προετοιμάζει την επόμενη πρωτοβουλία του με θέμα το κράτος δικαίου. Κομβικής σημασίας είναι οι συνέργειες με άλλα Ινστιτούτα, όπως το Ινστιτούτο Ερευνών και Πολιτικής Στρατηγικής (Interpost) της Λούκας Κατσέλη, το ΕΝΑ – Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών υπό τον Γιάννη Δραγασάκη, το InSocial – Ινστιτούτο για τη Σοσιαλδημοκρατία με ιθύνοντα τον Νίκο Χριστοδουλάκη, το Eteron – Ινστιτούτο για την Ερευνα και την Κοινωνική Αλλαγή και ο «ΚΟΣΜΟΣ» του Πέτρου Κόκκαλη. Στόχος οι προγραμματικές επεξεργασίες και συγκλίσεις, με συμπρωταγωνιστές think tanks του χώρου με στόχο τη διαμόρφωση ενός κοινού πεδίου διαλόγου. Αν θα αποδώσει το εγχείρημα θα φανεί στο μέλλον.
Προς το παρόν ο κ. Τσίπρας διαβεβαιώνει όσους αναρωτιούνται τι θα πράξει ότι δεν είναι θιασώτης της απογοήτευσης και του αναχωρητισμού, δηλώνοντας με ρομαντική διάθεση προσηλωμένος «στην απαισιοδοξία της νόησης και στην αισιοδοξία της βούλησης»…