Το ερώτημα «απέναντι στον Μητσοτάκη, ποιος;», στο οποίο αναζητούσαν επί ματαίω απάντηση οι εκπρόσωποι της Κεντροαριστεράς προ εβδομάδων, έχει μια σαφή δημοσκοπική απάντηση που παραδόξως αγνοείται.
Είναι με μεγάλη απόσταση ο «κανένας», που όσο και αν εμφανίζεται επίμονα στις έρευνες την τελευταία πενταετία, αρχίζει και διαμορφώνει μια πολιτική συνθήκη και πιθανώς την πολιτική και εκλογική συμπεριφορά μιας μεγάλης μερίδας πολιτών.
Τη στιγμή κατά την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίζεται με ένα διαρκές και χαοτικό προβάδισμα, συγκεντρώνοντας ποσοστά καταλληλότητας τα οποία σε κάποιες έρευνες υπερβαίνουν και τα αντίστοιχα της ΝΔ, στη δεύτερη θέση και με απόσταση υπερδιπλάσια από τους υπόλοιπους αρχηγούς παγιώνεται το κενό εναλλακτικής λύσης.
Τα αποτελέσματα αυτής της συνθήκης είναι ορατά διά γυμνού οφθαλμού στην πολιτική καθημερινότητα, όμως σύμφωνα με τους ερευνητές και πολιτικούς αναλυτές είναι πιθανό να υποκρύπτουν παρενέργειες. Το πότε αυτές θα εμφανιστούν και πώς θα επηρεάσουν τους πολιτικούς συσχετισμούς είναι ένα από τα ζητούμενα της περιόδου.
Η πρώτη αντικειμενική διαπίστωση, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, είναι ότι ένα σημαντικό τμήμα των δημοσκοπικών δειγμάτων δεν είναι ικανοποιημένο ούτε από τον σημερινό Πρωθυπουργό και στον πέμπτο χρόνο της θητείας του έχει αρχίσει να παίρνει αποστάσεις.
Στρατηγική εθνικής κάλπης
Το κρίσιμο στοιχείο υπό αυτές τις συνθήκες είναι η προέλευση αυτού του συνόλου. Και υπό αυτό το πρίσμα, ως αξιοσημείωτο εύρημα αναφέρεται ότι περίπου το ένα πέμπτο των οπαδών του «Κανενός» αυτοτοποθετείται στο χώρο του κατ’ εξοχήν ακροατηρίου του Κυριάκου Μητσοτάκη, δηλαδή στο χώρο της Κεντροδεξιάς, Κεντροαριστεράς και παραδοσιακής Δεξιάς.
Το συγκεκριμένο δημοσκοπικό εύρημα αξιολογείται στο Μέγαρο Μαξίμου και στην Πειραιώς και θεωρείται ως καθοριστική παράμετρος για τη χαλαρή ψήφο ή και τη διαμαρτυρία στις προσεχείς ευρωεκλογές.
Για αυτόν τον λόγο έχει αποφασιστεί και η αλλαγή του αρχικού στρατηγικού σχεδιασμού, σύμφωνα με τον οποίο η ΝΔ ετοιμαζόταν να προσέλθει με αέρα ανωτερότητας και αδιαμφισβήτητης υπεροχής στην εκλογική αναμέτρηση του Ιουνίου.
Πλέον έχει γίνει αντιληπτό ότι αυτή η τακτική εμπεριέχει πολλούς κινδύνους δυσάρεστων εκπλήξεων. Υπό αυτή την έννοια, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη διαμηνύσει δημοσίως «ξεχάστε το 41%» και ο ίδιος και το επιτελείο του αναμένεται ότι θα πέσουν στην εκλογική μάχη με μια στρατηγική εθνικής κάλπης. Προεξοφλούν κάποιες λιγότερο ή περισσότερο σημαντικές απώλειες σε σχέση με τα ποσοστά των εθνικών εκλογών, όμως έχει τεθεί ο στόχος της επαναβεβαίωσης της πολιτικής κυριαρχίας και, σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό, της αποτροπής μιας μεγάλης αποχής, η οποία εκτιμάται ότι θα μπορούσε να υπερβεί το 50% και να δημιουργήσει έτσι μια συνθήκη άτυπης πολιτικής απονομιμοποίησης και, σίγουρα, ελλιπούς πολιτικής εκπροσώπησης.
Το ζητούμενο υπό αυτές τις συνθήκες, και όσο οι Στέφανος Κασσελάκης και Νίκος Ανδρουλάκης δεν εμφανίζουν καμία δυναμική πρωθυπουργοποίησης, είναι αν και πότε θα αποκαλυφθεί ο πολιτικός «Οδυσσέας» ο οποίος θα δώσει ταυτότητα στον «κανένα» ή, όσο αυτό το στοιχείο θα εξακολουθήσει να λείπει, ποια θα είναι η εκλογική και υπό την ευρύτερη έννοια πολιτική συμπεριφορά του τμήματος της κοινωνίας το οποίο εκφράζεται από αυτή την επιλογή.
Η μάχη του καφενείου
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις και τις αναλύσεις της περιόδου, κατά την τρέχουσα συγκυρία η απάντηση «Κανένας» περικλείει ένα σημαντικό τμήμα των απογοητευμένων από την κυβέρνηση (για οποιονδήποτε λόγο) και πιθανώς το μεγαλύτερο ποσοστό εκείνων οι οποίοι δεν σκοπεύουν να προσέλθουν στις κάλπες.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, εκεί συγκαταλέγονται όμως ακόμη και ψηφοφόροι της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές του 2019 και 2023, οι οποίοι απλώς δεν έχουν πλέον καμία διάθεση ή λόγο να εκδηλωθούν υπέρ του Πρωθυπουργού, κατά τον τρόπο με τον οποίο το έκαναν στο πρόσφατο παρελθόν. Αυτό μπορεί να υποκρύπτει, κατά τους αναλυτές, στοιχεία τα οποία φανερώνουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να χάνει σταδιακά αυτό που παλαιότερα περιγραφόταν ως «η μάχη του καφενείου», ακόμη και αν οι επικριτές του δεν στρέφονται προς κάποιον άλλο πολιτικό αρχηγό.
Επιπλέον, η ισχυρή παρουσία αυτής της μηδενιστικής πολιτικής στάσης ερμηνεύεται εν μέρει και ως ένα αποτέλεσμα του συγκεντρωτικού μοντέλου διακυβέρνησης της τελευταίας πενταετίας. Υπό αυτό το πρίσμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εισπράττει την αρνητική κριτική σε όλα τα πεδία όπου η κυβέρνηση παρουσιάζει αστοχίες και αποτυχίες, κατά τρόπο αντίστοιχο με τις θετικές απόψεις, οι οποίες πάντως εξακολουθούν να υπερισχύουν.
Απογοήτευση και αδιαφορία
Η περαιτέρω ανάλυση του συγκεκριμένου δημοσκοπικού ευρήματος οδηγεί σε εκτιμήσεις ποιοτικού χαρακτήρα, οι οποίες καταλήγουν σε άλλα συμπεράσματα. Όπως ότι ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας δεν έχει καμία προσδοκία, έχει απογοητευτεί από την πολιτική και την εξουσία και δεν έχει εμπιστοσύνη ούτε στις μεταρρυθμιστικές εξαγγελίες της κυβέρνησης ούτε στις εναλλακτικές επιλογές.
Υπό αυτή την έννοια, τα μυστικά που μπορεί να κρύβει ο «Κανένας» θεωρούνται κρίσιμα για την πολιτική περίοδο προς τις ευρωεκλογές και, κυρίως, έπειτα από αυτές. Κατά την ανάλυση αυτών των στοιχείων, όσοι απαντούν έτσι στις δημοσκοπήσεις θεωρείται μάλλον απίθανο, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, να στραφούν στον Κυριάκο Μητσοτάκη σε μια επόμενη εκλογική αναμέτρηση, δεδομένου ότι η εξαΰλωση του ΣΥΡΙΖΑ έχει εκμηδενίσει την υπαρξιακή απειλή των προηγούμενων αναμετρήσεων, ενώ το ΠαΣοΚ αδυνατεί να προσφέρει λύσεις.