Ηταν το έκτο; Μπορεί να ήταν και το έβδομο sequel της κλασικής κοινοβουλευτικής παράστασης «Ο δάσκαλος και ο μπουμπούνας» αυτό που παρακολουθήσαμε την περασμένη Τρίτη στη Βουλή, πάντα με τους ίδιους πρωταγωνιστές, στους ίδιους ρόλους.
Αναφέρομαι σε ένα δίλεπτο από την όλη αναμέτρηση, στο οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης στρίμωξε τον Αλέξη Τσίπρα για το κόστος των προεκλογικών δεσμεύσεων, που ανέρχεται στα 45 δισ., βάσει των υπολογισμών της κυβέρνησης.
Με τη φωνή σε υψηλή ένταση και τον εκνευρισμό φανερό, ο Μητσοτάκης τον βομβάρδιζε με ερωτήσεις για το κόστος του κάθε μέτρου ξεχωριστά που έχει υποσχεθεί, εκείνος δεν απαντούσε (γιατί προφανώς δεν γνώριζε) και την απάντηση έδινε κάθε φορά ο Πρωθυπουργός. Μεταφορικώς, έναν τέτοιο εξευτελισμό θα τον έλεγα ξεβράκωμα. Και το μόνο που βρήκε να ψελλίσει ο φουκαράς ο Τσίπρας ήταν: «Αυτή τη δουλειά θα κάνουμε τώρα;». Με το δίκιο του ο άνθρωπος! Υπάρχει λόγος να μετράμε τα λεφτά του ελληνικού λαού; Ο σοσιαλισμός, κύριε, θέλει γαλαντομία και, ούτως ή άλλως, αν έλθει ποτέ θα τα εξαφανίσει. Το χρήμα, ως γνωστόν, δεν φέρνει την ευτυχία – τη φέρνει ο σοσιαλισμός. Καταλάβαμε, πάντως, γιατί ο brόεδρος προτιμά το τηλεοπτικό debate από τη Βουλή. Εκεί ανήκει, στην τηλεόραση και τη «light entertainment» κι ας έχει εκλεγεί στη Βουλή.
Δεν ήταν η πρώτη φορά αυτή, όπως είπα. Είναι εγνωσμένη τακτική του Πρωθυπουργού στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις να συλλαμβάνει τον αρχηγό της αντιπολίτευσης αδιάβαστο, να τον κλείνει στη γωνία και να τον σφυροκοπεί ανελέητα για να εκτεθεί η άγνοιά του. Κάθε φορά, όμως, το θέαμα μου προκαλεί το ίδιο δέος, στο βάθος του οποίου κρύβεται ο οίκτος για τον εξευτελιζόμενο.
Πρέπει να μου έχει μείνει από το σχολείο, στο οποίο πήγα σε εποχή που η κακομεταχείριση και ο εξευτελισμός ήταν στοιχείο της εκπαιδευτικής μεθόδου. Πάντοτε λυπόμουν τον αδιάβαστο φουκαρά, πάνω στον οποίο ξεσπούσε ο σαδισμός της δασκάλας – γιατί αυτές ήταν πάντα σκληρότερες από τους δασκάλους. Βέβαια, ήμουν μικρός. Μετά μεγάλωσα και κατάλαβα ότι πολύ καλά τους έκαναν! Τότε, όμως, δεν είχα ακόμη καταλάβει τη δύναμη των βλακών και των τεμπέληδων…
Μαθαίνει Γλώσσες
Ωστόσο, οφείλω να επισημάνω ότι και ο brόεδρος καταβάλλει φανερή προσπάθεια να βελτιωθεί σε ορισμένους τομείς και δεν το λέω ως ελαφρυντικό επειδή δεν βρίσκει τον χρόνο να κάνει τα μαθήματά του. (Εξάλλου χρειάζεται ελαφρυντικά; Και μόνο η σύλληψη της ιδέας για τη στρατηγική σύμπλευση της λατινοαμερικάνικης με την ευρωπαϊκή Αριστερά, που συμφώνησαν με τον Λούλα την Πρωτοχρονιά, πρέπει να τον εξάντλησε τελείως, ώστε να μην είχε τις φυσικές δυνάμεις για να ασχοληθεί με την κοστολόγηση των προεκλογικών υποσχέσεών του. Να τα σκεφτόμαστε όλα…)
Αισθητή είναι η βελτίωσή του, λ.χ., στα ελληνικά. Χρησιμοποιεί συστηματικά πλέον λόγιες εκφράσεις, κάποιες φορές μάλιστα επιδεικτικά, με μια άνεση που δεν την είχε παλαιότερα. Είναι φανερό ότι πέφτει δουλειά εκεί, δεν μου το βγάζετε από το μυαλό. Μπορεί να παίρνει το λεξικό μαζί του στο μπάνιο, μπορεί να διαβάζει τα μαθήματα των παιδιών του μαζί τους – πού να ξέρω; Ας μην αναφερθώ στη μελέτη των αγγλικών, που πάντα συνεχίζεται και την προδίδει η συχνότητα με την οποία διανθίζει πλέον τον λόγο του με αγγλικές λέξεις. Στη συγκεκριμένη συζήτηση, π.χ., είπε: «τους κάνετε mainstream».
Εν τούτοις, όποτε απομακρύνεται από το προετοιμασμένο κείμενο ο κίνδυνος της κοτσάνας είναι πάντα εκεί. Σε μια από τις αψιμαχίες του με τον Μητσοτάκη, την Τρίτη, τον άκουσα να τον ειρωνεύεται με τη φράση: «Εσείς είστε πολύ εντρυφής στα προβλήματα». Ηταν σαν μια ιπτάμενη παντόφλα να με βρήκε στο κεφάλι, μόλις άκουσα την άγνωστη σε μένα λέξη «εντρυφής». Αμέσως έσπευσα στον Ανθιμο Γαζή, τον μόνο που εμπιστεύομαι για τέτοια θέματα, για να διαπιστώσω με κατάπληξη ότι, ναι, η λέξη που είχε χρησιμοποιήσει ο Τσίπρας υπάρχει! Με τη διαφορά ότι δεν σημαίνει αυτό που νόμιζε ο brόεδρος. Εντρυφής δεν είναι εκείνος που εντρυφά, εκείνος δηλαδή που ασχολείται με κάτι επισταμένως και αντλεί ικανοποίηση από την ενασχόλησή του· είναι ο άσωτος και ασελγής, διότι στην εποχή του Λουκιανού (αυτόν μνημονεύει ο Γαζής) το ρήμα εντρυφώ είχε αρνητική χροιά, εν αντιθέσει με σήμερα. Τέλος πάντων, εκεί θα κολλήσουμε τώρα; Οταν ο αρχηγός της αντιπολίτευσης δεν ξέρει ή δεν ενδιαφέρεται να μάθει το κόστος των υποσχέσεών του, δικαιούται να λέει όποια κοτσάνα θέλει…
Με φόρα!
Αν φτάσατε μέχρι εδώ στη στήλη, θα αναρωτιέστε τι νόημα έχει τότε όλος ο θόρυβος για τη σπαρακτική έκκληση της κυρίας Τσαπανίδου στον brόεδρο να έρθει «με φόρα». Οταν ο ίδιος τρολάρει τον εαυτό του ως brόεδρο, στο περίφημο σποτάκι, τότε γιατί να μην τον τρολάρει η εκπρόσωπος που ο ίδιος επέλεξε; Υποψιάζομαι μάλιστα ότι πρώτη επιλογή του για τη θέση πρέπει να ήταν η Αννίτα Πάνια, που οπωσδήποτε θα αρνήθηκε. Η κυρία Τσαπανίδου είναι πολύ φιλότιμος άνθρωπος, οπότε προσπαθεί η καημένη όσο μπορεί για να πλησιάσει το ιδεώδες…