Ο Ντάνιελ Ζίμπλατ, καθηγητής Επιστήμης της Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, σχολιάζει στο «Βήμα» τις πρώτες μέρες του Ντόναλντ Τραμπ στην εξουσία και εξηγεί τους κινδύνους που επιφυλάσσει η δεύτερη θητεία του στον Λευκό Οίκο, δεδομένης της πολιτικής του πλέον εμπειρίας και των ισχυρών του συμμάχων.
![](https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2025/01/29/ziblatt-daniel-1024x683.jpg)
Ο κ. Ζίμπλατ είναι συγγραφέας τεσσάρων βιβλίων, συμπεριλαμβανομένου του «How Democracies Die» («Πώς πεθαίνουν οι Δημοκρατίες», εκδ. Μεταίχμιο), best-seller των «New York Times», μεταφρασμένο σε 30 γλώσσες, που περιγράφεται από τον «Economist» ως «το πιο σημαντικό βιβλίο της εποχής Τραμπ». Το 2023 δημοσίευσε το «Tyranny of the Minority» (Η τυραννία της μειονότητας), επίσης best-seller των «New York Times».
Είναι διαφορετικός ο Τραμπ του 2025 από τον Τραμπ του 2017;
«Η προεδρία Τραμπ του 2025 είναι διαφορετική – και πιο επικίνδυνη – για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, από την πρώτη του θητεία ο Τραμπ έχει διδαχτεί πολλά – τότε ήταν ερασιτέχνης. Σήμερα, καταλαβαίνει πολύ καλύτερα την πολιτική.
Ενα από τα πράγματα που έχει μάθει είναι ότι είναι χρήσιμο να περιβάλλεται από «πιστούς», δηλαδή ανθρώπους που βάζουν τις προτεραιότητές του πάνω από τη χώρα, και σήμερα μπορεί να το κάνει αυτό, ενώ στην πρώτη του θητεία όχι.
Δεύτερον, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει αλλάξει. Το 2016 ο Τζον Μακέιν ήταν ακόμη ζωντανός και ενσάρκωνε το παλιό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα όπως το ξέραμε. Αυτό δεν ισχύει πλέον, ο Τραμπ είναι ο μοναδικός «κυρίαρχος» του κόμματος και δεν έχει περιορισμούς εκ των έσω.
Τέλος, η ανώτατη αρχή στις ΗΠΑ, το Ανώτατο Δικαστήριο, απεφάνθη το 2024 ότι ένας πρόεδρος είναι απρόσβλητος από ποινικές κατηγορίες. Αυτό σημαίνει ότι πολλά από τα προστατευτικά κιγκλιδώματα έχουν φύγει.
Πρέπει ωστόσο να σταθούμε στο εξής: ο Τραμπ δεν είναι και τόσο δημοφιλής, έχει ποσοστό αποδοχής περίπου 47%. Ενας δημοφιλής αυταρχικός με ποσοστό αποδοχής 60% μπορεί να κάνει μεγαλύτερη ζημιά.
Επιπλέον, έχει τη μικρότερη πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων εδώ και σχεδόν 100 χρόνια. Συνεπώς, οι ψηφοφόροι είναι ο κυριότερος περιορισμός προς τον Τραμπ, και σε αυτό θα έπρεπε να συμμετέχουν και τα μέσα ενημέρωσης. Αλλά μέχρι στιγμής έχω απογοητευτεί πολύ.
Σκεφτείτε τον Τζεφ Μπέζος, ιδιοκτήτη της Amazon και της «Washington Post», ή τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ: πολλές εταιρείες μέσων ενημέρωσης και ηγέτες επιχειρήσεων παίζουν ένα παιχνίδι προληπτικής υπακοής για να εξασφαλίσουν την εύνοια του Τραμπ. Αυτό είναι πολύ απογοητευτικό και αποτελεί μια ακόμη σημαντική διαφορά από το 2017».
Πώς φτάσαμε να ξαναβλέπουμε τον Τραμπ πρόεδρο;
«Οι ψηφοφόροι στις ΗΠΑ, όπως παντού στον κόσμο, είναι δυσαρεστημένοι με το status quo και με τις ελίτ. Αυτή είναι μια παγκόσμια τάση. Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο θεωρείται ότι αποτυγχάνουν να προσφέρουν στους πολίτες τους αυτά που εκείνοι ελπίζουν.
Σίγουρα η εμπειρία του πληθωρισμού, που προκλήθηκε κυρίως από τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας και την COVID-19, έχει τρομάξει τους ψηφοφόρους. Ετσι, αυτοί αντιδρούν διώχνοντας με την ψήφο τους το κατεστημένο.
Οι ΗΠΑ είχαν ωστόσο μια ισχυρή οικονομία υπό τον Τζο Μπάιντεν, ενώ και η μετανάστευση βρισκόταν όλο και περισσότερο υπό έλεγχο. Αλλά πολλοί πολίτες απλώς ένιωσαν ότι αυτό δεν ήταν αρκετό – εν μέρει λόγω και της παραπληροφόρησης από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Θεωρώ όμως πως ο κύριος λόγος ήταν η αντίδραση στον πληθωρισμό.
Αλλά επίσης συμβαίνει και κάτι δομικό: παντού τα κυρίαρχα κόμματα κατακερματίζονται, μαζί και οι δομές των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης, διευκολύνοντας τους δημαγωγούς να ανέβουν στην εξουσία».
Πώς κρίνετε την πρώτη εβδομάδα του Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο;
«Για την ώρα, υπάρχει κυρίως πολύς θόρυβος, αλλά αυτό που συμβαίνει είναι σίγουρα πολύ ανησυχητικό. Εκδίδει εκτελεστικά διατάγματα συνεχώς, απολαμβάνοντας την εξουσία του. Μερικά από αυτά είναι συμβολικά, όμως ουσιαστικά δοκιμάζει τους θεσμούς.
Θέλει να μάθει εάν τα δικαστήρια θα τον περιορίσουν, γιατί στο τέλος της ημέρας το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ θα κληθεί να παίξει έναν ζωτικό ρόλο στον περιορισμό της προσπάθειας του Τραμπ να εκφοβίσει τους αντιπάλους του (πολιτικούς και μη) και να εδραιώσει την εξουσία του.
Αλλά ίσως η πιο ανησυχητική κίνηση ήταν η χάρη σε όσους εισέβαλαν στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2017. Θεωρώ μάλιστα ότι ήταν απερίσκεπτη, καθώς δημιουργεί ένα επικίνδυνο προηγούμενο».
Στο βιβλίο σας «Πώς πεθαίνουν οι Δημοκρατίες» επικρίνετε τον Τραμπ στην πρώτη θητεία. Θεωρείτε πως και η δεύτερη θητεία του αποτελεί απειλή για τη Δημοκρατία;
«Ναι, δεν τίθεται θέμα. Η αμερικανική Δημοκρατία έχει ήδη παρακμάσει εδώ και καιρό. Η προεδρία του Τραμπ απειλεί να την επιδεινώσει, κατά την άποψή μου. Ειδικότερα, η εργαλειοποίηση του κράτους για τον εκφοβισμό αντιπάλων είναι κάτι που αποδυναμώνει μια Δημοκρατία.
Στόχος είναι να δημιουργηθούν άνισοι όροι ανταγωνισμού για την αντιπολίτευση. Και αυτό αρχίζει να συμβαίνει ενδεχομένως μέσω μιας αθόρυβης, λεπτής διαδικασίας προληπτικής παραίτησης – όπου οι δημοσιογράφοι σταματούν να κάνουν σκληρές ερωτήσεις, οι πολιτικοί μειώνουν την κριτική τους, οι διανοούμενοι μιλούν δημοσίως για άλλα θέματα. Υπάρχει μια ανατριχιαστική επίδραση στη Δημοκρατία που είναι επικίνδυνη.
Η χάρη που απένειμε σε εκείνους που εισέβαλαν την 6η Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο φέρνει άσχημες ιστορικές μνήμες. Στο βιβλίο μου «Tyranny of the Minority» (Η Τυραννία της Μειονότητας) αναλύουμε τον τρόπο με τον οποίο οι κυρίαρχοι πολιτικοί αντιμετωπίζουν την πολιτική βία και το μάθημα είναι ξεκάθαρο: όταν η πολιτική βία συγχωρείται, αυτή αυξάνεται».
Θεωρείτε ανησυχητική την ολοένα αυξανόμενη επιρροή των μεγιστάνων της τεχνολογίας;
«Είναι ένα ενδιαφέρον ζήτημα: οι πολύ πλούσιοι και το μεγάλο κεφάλαιο είχαν για πολύ καιρό μια στρεβλωτική επίδραση στην αμερικανική Δημοκρατία. Αυτό είναι κάτι που πιθανώς υποτίμησα επειδή πίστευα ότι υπήρχαν πολλά χρήματα και πολύ πλούσιοι και στις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος στις ΗΠΑ, οπωσδήποτε διαστρεβλώνοντας την πολιτική ερήμην του μέσου ψηφοφόρου αλλά χωρίς να δημιουργούν άνισους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κομμάτων.
Οσο περνά ο καιρός όμως αναθεωρώ όλο και περισσότερο την άποψή μου. Υπάρχει κάτι διαφορετικό στην παρούσα στιγμή. Συγκεκριμένα, όταν οι ηγέτες της «οικονομίας της προσοχής» (που αντιμετωπίζει σαν προϊόν την ανθρώπινη προσοχή, όπως οι προβολές και τα likes), για παράδειγμα ο Μασκ και ο Ζάκερμπεργκ, έχουν ξαφνικά τόσο άμεση πρόσβαση στην εξουσία με αντάλλαγμα την υποστήριξή τους, έχουμε μπροστά μας το περίγραμμα ενός πελατειακού συστήματος – μαζί με την ηχώ των αυταρχικών καθεστώτων του κόσμου.
Σκεφτείτε μόνο ότι ο Μασκ, ένας άνθρωπος μη εκλεγμένος, που δεν λογοδοτεί σε κανέναν, έχει διοριστεί να εκτελέσει μια σημαντική προσπάθεια για τον επανασχεδιασμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Δεδομένου ότι ελέγχει ταυτόχρονα το Twitter/X, αυτό είναι τουλάχιστον ανησυχητικό. Παράλληλα, το ενημερωτικό και μιντιακό περιβάλλον φαίνεται επί του παρόντος να γίνεται όλο και πιο μονόπλευρο.
Οι υποστηρικτές της Δημοκρατίας και του ελεύθερου και δίκαιου πολιτικού ανταγωνισμού θα πρέπει να ενισχύσουν το παιχνίδι τους για να καταπολεμήσουν αυτή τη νέα εποχή στην οποία έχουμε εισέλθει».