Η φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Ενωσης να δημιουργήσει ξεχωριστή αμυντική δομή από το ΝΑΤΟ και δική της δύναμη ταχείας επέμβασης θα λειτουργήσει ανταγωνιστικά ως προς τη Βορειοτλαντική Συμμαχία, προειδοποίησε ο Γενικός Γραμματέας Γενς Στόλτενμπεργκ λίγες ημέρες πριν παραδώσει το πηδάλιο στον πρώην πρωθυπουργό της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε.

«Δεν καταλαβαίνω και το βρίσκω κάπως περίεργο», είπε ο Στόλτενμπεργκ, «οι ίδιες χώρες που δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της Συμμαχίας όσον αφορά το έμψυχο δυναμικό να χτίσουν μια παράλληλη δομή».

Φίλια πυρά μεταξύ συμμάχων

Ενας άλλος ανώτερος αξιωματούχος του ΝΑΤΟ έθεσε το ζήτημα λιγότερο κομψά: «Αν η Ευρώπη δεχθεί επίθεση, ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει άμεσα ποιος θα είναι επικεφαλής της απάντησης. Οι ανταγωνιστικές δομές προκαλούν αβεβαιότητα και το μόνο που κάνουν είναι να βοηθούν τον εχθρό» δήλωσε στους «Financial Times» διατηρώντας την ανωνυμία του.

Πάντως εκείνο που αναμφισβήτητα μεγαλώνει τώρα είναι η αβεβαιότητα των εταίρων για τα επόμενα βήματα των Ηνωμένων Πολιτειών, ο φόβος για επιπλέον μονομερείς δράσεις και πιέσεις που πιθανώς θα έφερνε μια νέα προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ. Βέβαια, οι προηγούμενοι εκβιασμοί του Τραμπ έπιασαν τόπο, οι αμυντικές δαπάνες των χωρών-μελών αυξήθηκαν και ο διάδοχός του Τζο Μπάιντεν δεν διανοήθηκε να κάνει πίσω.

Πέντε χρόνια μετά τη διαπίστωση του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν ότι το ΝΑΤΟ είναι «εγκεφαλικά νεκρό», η Βορειοατλαντική Συμμαχία εμφανίζεται ισχυρή όσο ποτέ άλλοτε. Τη… βοήθησε σε αυτό και ο Βλαντίμιρ Πούτιν που με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έσπρωξε στην αγκαλιά της Συμμαχίας δύο χώρες οι οποίες εγκατέλειψαν την παραδοσιακή τους ουδετερότητα, τη Σουηδία και τη Φινλανδία. Σήμερα, από τις 27 χώρες της ΕΕ οι 23 είναι μέλη του ΝΑΤΟ, το οποίο έχει συνολικά 32 μέλη. Eκτός Συμμαχίας είναι η Αυστρία, η Ιρλανδία, η Κύπρος και η Μάλτα.

Επιχειρηματολογώντας το 2019 περί εγκεφαλικά νεκρού ΝΑΤΟ, ο γάλλος πρόεδρος είχε αναφέρει ότι δεν υπήρχε ο παραμικρός συντονισμός μεταξύ των ΗΠΑ και των νατοϊκών συμμάχων τους στη λήψη στρατηγικών αποφάσεων, αναφέροντας ως παράδειγμα τη μονομερή δράση της Τουρκίας σε μια περιοχή στρατηγικού ενδιαφέροντος, δηλαδή την τουρκική εισβολή στη Συρία. Την ίδια εποχή ο Μακρόν στεκόταν στο πλευρό της Ελλάδας απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις, ενώ το ΝΑΤΟ παρέμενε θεατής. Θα πρέπει να επανεκτιμήσουμε τι ακριβώς είναι το ΝΑΤΟ υπό το φως των αμερικανικών δεσμεύσεων, είπε ο γάλλος πρόεδρος. «Κατά τη γνώμη μου», πρόσθεσε, «η Ευρώπη έχει την ικανότητα να υπερασπίσει τον εαυτό της».

Αυτό το όραμα για τη στρατηγική, αμυντική αυτονομία της ΕΕ συμμερίζονται και άλλοι στην Ευρώπη, παρότι πολλά έχουν αλλάξει στον κόσμο μέσα στα τελευταία πέντε χρόνια. Για ένα μέρος της ευρωπαϊκής πολιτικής και στρατιωτικής ελίτ, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έδειξε, με τον πιο δραματικό τρόπο, την ανάγκη της Ευρώπης για μια δική της αμυντική δομή. Πόσω μάλλον όταν είχε προηγηθεί μια καταστροφική για το αίσθημα αλληλεγγύης του ΝΑΤΟ προεδρία του Τραμπ στις ΗΠΑ (2017-2021).

Η ανησυχία επανήλθε καθώς ο Τραμπ βρίσκεται πάλι στο κατώφλι του Λευκού Οίκου, διεκδικώντας δεύτερη θητεία μετά το «διάλειμμα Μπάιντεν» και διαβεβαιώνοντας ότι μπορεί να τελειώσει μέσα σε μία ημέρα τον πόλεμο στην Ουκρανία με μια προσωπική διαπραγμάτευση με τον Πούτιν. Εφόσον γίνει κάτι τέτοιο, οι ευρωπαίοι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ θα βρεθούν εκτεθειμένοι απέναντι στις διαθέσεις του Κρεμλίνου, ενώ οι κυβερνήσεις τους, που έχουν δαπανήσει υψηλό οικονομικό και πολιτικό κεφάλαιο για τη στήριξη του Κιέβου, θα εκτεθούν ανεπανόρθωτα για την πρόσδεσή τους στο άρμα της Ουάσιγκτον.

Από την άλλη πλευρά, μια σημαντική μερίδα του κατεστημένου των Βρυξελλών και των επιμέρους χωρών επιμένει πως χωρίς τη νατοϊκή ομπρέλα η Ευρώπη θα βρισκόταν στο έλεος του πυρηνικού οπλοστασίου της Ρωσίας. Μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, μόνο η Γαλλία διαθέτει πυρηνική αποτρεπτική ισχύ που θα αποτελούσε τη βάση για ένα ενιαίο ευρωπαϊκό αμυντικό δόγμα. Οι ίδιοι κύκλοι επικαλούνται μια σειρά από πολιτικά και οικονομικά εμπόδια καθώς και προβλήματα επιμελητείας.

Για να συγκροτήσουν έναν ευρωστρατό, οι χώρες-μέλη θα πρέπει να συμφωνήσουν σε κοινή διοίκηση και να αποκτήσουν κοινές επιχειρησιακές δυνατότητες. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να ενοποιηθούν διαφορετικοί στρατοί, να αποκτήσουν ενιαίο εξοπλισμό σε μεγάλο βαθμό, να έχουν ανάλογη επιμελητεία και βέβαια οι «27» θα πρέπει να συμφωνήσουν στο ποιος και πόσο θα πληρώνει. Η Γαλλία και η Γερμανία (παρά τις επιμέρους διαφορές τους) θέλουν μια Ευρώπη με μεγαλύτερη αμυντική αυτονομία και εμφανίζονται διατεθειμένες να πληρώσουν αυτό που τους αναλογεί διεκδικώντας παράλληλα ηγετικό ρόλο. Ομως πρέπει να ξεπεραστούν οι αντιδράσεις των Ανατολικοευρωπαίων (χώρες της Βαλτικής, Πολωνία κ.ά.) που θεωρούν ως μοναδικό αποτελεσματικό εγγυητή της εδαφικής τους ακεραιότητας τις ΗΠΑ και όχι τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών.

Στην κοινή διακήρυξη στρατηγικής συνεργασίας ΝΑΤΟ – ΕΕ της 10ης Ιανουαρίου 2023, υπογραμμίστηκε η ανάγκη για ενίσχυση των υπερατλαντικών δεσμών. «Αναγνωρίζουμε την αξία μιας ισχυρότερης και ικανότερης ευρωπαϊκής άμυνας που συμβάλλει θετικά στην παγκόσμια και διατλαντική ασφάλεια, συμπληρωματικά και λειτουργικά με το ΝΑΤΟ» σημειώθηκε στο κοινό ανακοινωθέν, όπου εκτός από τη ρωσική απειλή κατεγράφη η «αυξανόμενη διεκδικητικότητα της Κίνας» ως μια πρόκληση που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί σε μια εποχή εντεινόμενου στρατηγικού ανταγωνισμού. Εκτοτε, στις εκθέσεις προόδου διαπιστώνεται αυξανόμενη συνεργασία σε όλους τους τομείς, από την ενίσχυση της Ουκρανίας και τις ασκήσεις μέχρι τις υβριδικές απειλές και τα προγράμματα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.

Η απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που βρίσκεται στον τρίτο χρόνο, δημιουργεί διαρκώς νέα δεδομένα και επιχειρήματα για όλες τις πλευρές. Η εξάντληση των στρατιωτικών αποθεμάτων και η παροχή εξοπλισμού στο Κίεβο (οβίδες, πυροβόλα, τεθωρακισμένα κ.ά.) γεννούν νέες ανάγκες, νέες παραγγελίες, νέους πολιτικούς υπολογισμούς. Δεν θα πρέπει να διαφεύγει την προσοχή η αυξανόμενη ρητορική για ενδεχόμενη χρήση πυρηνικών όπλων.

Η προειδοποίηση Πούτιν την περασμένη εβδομάδα ότι εξετάζεται η αλλαγή του αμυντικού δόγματος της Ρωσίας, ώστε να περιλάβει στην υπαρξιακή απειλή «μια επίθεση με συμβατικά όπλα από μια χώρα που υποστηρίζεται από πυρηνική δύναμη», ισοδυναμεί με απειλή πυρηνικού πλήγματος από τη Μόσχα ακόμα και αν δεν θα έχει δεχτεί η ίδια επίθεση με πυρηνικά. Η προειδοποίηση Πούτιν απευθύνεται στις ΗΠΑ, στη Γαλλία, στη Γερμανία και σε όποια άλλη χώρα ενισχύει την Ουκρανία με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, ώστε να μην επιτρέψουν τη χρήση τους για πλήγματα βαθιά μέσα στη ρωσική επικράτεια.

Η πίεση των εξελίξεων στην Ουκρανία ενισχύει τους νατοϊκούς δεσμούς, αποθαρρύνοντας τις φυγόκεντρες τάσεις, ακόμη και αν αυτές εμφανίζονται ως σχέδια για παράλληλες ευρωπαϊκές αμυντικές δομές.