«Να δείξουμε έμπρακτα και σαφέστερα ποιος είναι πραγματικά ο ΣΥΡΙΖΑ και ποιους θέλει να εκπροσωπεί» προτρέπει ο πρώην υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς, επισημαίνοντας ακόμα ότι «απαιτείται να συζητήσουμε διεξοδικά – και αυτοκριτικά – την εμπειρία της διακυβέρνησης αυτά τα τρία χρόνια».
Ο «θεωρητικός» του ΣΥΡΙΖΑ και ιδεολογικός μέντορας του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και άλλων στελεχών της «νέας γενιάς» του κόμματος, όπως ο Δημήτρης Τζανακόπουλος κ.ά., καταθέτει στη συνέντευξη που ακολουθεί τη δική του θέση για την «επόμενη μέρα»: «Η κυβέρνηση οφείλει να βελτιώσει την πρακτική της σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς. Οχι για την εικόνα της, αλλά για το καλό του τόπου» υπογραμμίζει. Ο καθηγητής Φιλοσοφίας των Επιστημών του ΕΜΠ και εκ των μελετητών του θεμελιωτή του δομικού μαρξισμού Λουί Αλτουσέρ μιλάει ακόμα για τις «τάσεις», για την Κεντροαριστερά και το Κέντρο που «θα όφειλαν να ωριμάσουν», όπως σημειώνει, αλλά και τους συγκυβερνώντες ΑΝΕΛ, για τους οποίους εκτιμά ότι «δεν θα θελήσουν να ρίξουν την κυβέρνηση».
 
Υπάρχει ένας διάχυτος εσωκομματικός προβληματισμός για το «τι ΣΥΡΙΖΑ θέλουμε» στη μεταμνημονιακή περίοδο. Πιστεύετε ότι μετά τον οδυνηρό μνημονιακό συμβιβασμό είναι εύκολο να υπάρξει «μεταμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ»;
«Δεν νομίζω πως υπάρχουν «δύο ΣΥΡΙΖΑ», ο μνημονιακός και ο αντιμνημονιακός, όπως υπαινίσσεστε. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποχρεώθηκε σε έναν οδυνηρό συμβιβασμό για λόγους που κάποτε θα έπρεπε να συζητήσουμε διεξοδικά. Αλλά μολαταύτα προσπάθησε τούτα τα κρίσιμα χρόνια να δώσει όσο πιο καθαρά μπορούσε το δικό του στίγμα. Μην ξεχνάμε το πρώτο νομοσχέδιο που αφορούσε την ανθρωπιστική κρίση. Και το οποίο μάλιστα είχε θεωρηθεί «μονομερής ενέργεια». Μην ξεχνάμε τα νομοσχέδια που διεύρυναν τα δημοκρατικά δικαιώματα. Και τόσα άλλα. Σήμερα απλώς μπορούμε να κινηθούμε με περισσότερους βαθμούς ελευθερίας. Και άρα να δείξουμε έμπρακτα και σαφέστερα ποιος είναι πραγματικά ο ΣΥΡΙΖΑ και ποιους θέλει να εκπροσωπεί το πρόγραμμά του. Πρόγραμμα κατά βάσιν ίδιο με εκείνο υπό το οποίο εκλέχθηκε».
 
Διατυπώνεται ακόμα μια ανησυχία για το «πού πάει ο ΣΥΡΙΖΑ», κάτι που εδράζεται σε μια αρνητική εμπειρία: τη διαπιστωμένη ταύτιση κόμματος – κυβέρνησης, τα φαινόμενα κυβερνητισμού, την αποδυνάμωση των συλλογικών λειτουργιών, την αποξένωση από την κοινωνία κ.λπ. Τι έφταιξε τελικά;
«Μου μιλάτε για τη σχέση ανάμεσα σε τρία Κ: κοινωνία – κόμμα – κυβέρνηση. Για ένα κόμμα που ασκεί κυβερνητική εξουσία αυτές είναι σχέσεις που εμπλέκουν πάρα πολλούς ετερόκλητους παράγοντες και οι οποίες δεν διευθετήθηκαν με πλήρως ικανοποιητικό τρόπο ποτέ και πουθενά. Για να αρχίσουμε να προσεγγίζουμε μια σχετικώς επαρκή απάντηση, απαιτείται να συζητήσουμε διεξοδικά – και αυτοκριτικά – την εμπειρία της διακυβέρνησης αυτά τα τρία χρόνια. Κατά το δυνατόν πλατιά και κατά το δυνατόν δημόσια. Γιατί πρόκειται για εμπειρία που δεν αφορά μόνον εμάς αλλά ολόκληρο τον κόσμο. Και όπου, βέβαια, μόνο εμείς μπορούμε να διεξαγάγουμε μια τέτοια συζήτηση με όρους ουσιαστικής δημοκρατίας. Για τις περισσότερες άλλες πολιτικές δυνάμεις αυτή δεν θα αποσκοπούσε στη βελτίωση της κοινωνίας και των σχέσεων μαζί της, αλλά στη στενά δική τους αναπαραγωγή. Τουλάχιστον αυτό έχουμε δει μέχρι σήμερα».
 
Πάντως οι «τάσεις» έχουν πιάσει δουλειά: οι «προεδρικοί» αναζητούν τη νέα φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ και οι «53+» την επιστροφή στην αριστερή κανονικότητα. Πάσχει από κρίση ταυτότητας ο ΣΥΡΙΖΑ;
«Δεν θα το έλεγα. Τα περισσότερα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ανήκουν σε τάσεις, ενώ όλες οι τάσεις έχουν αρχίσει, πιστεύω ή ελπίζω, να θεωρούν ότι οι λειτουργίες τους μπορούν να μεταφερθούν με άνεση στο όλον κόμμα. Βέβαια εφόσον αυτό αναβαθμίσει αντίστοιχα τις δικές του λειτουργίες. Γιατί, ξέρετε, οι τάσεις εν πολλοίς υπάρχουν για έναν κύριο λόγο: υποκαθιστούν ένα πλαίσιο για μια συλλογική πολιτική συζήτηση και την αντίστοιχη εμβάθυνση. Συζήτηση η οποία είναι ούτως ή άλλως απολύτως αναγκαία για κάθε οργανωμένο αριστερό».
 
Κάποιοι σύντροφοί σας παρακολουθούν με καχυποψία τον σφιχτό εναγκαλισμό με τις ΗΠΑ του Τραμπ. Αλλοι αναζητούν ευθύνες για την κατάσταση στη Μόρια και άλλοι αντιδρούν για την κλήση σε απολογία του πρώην στελέχους σας Παναγιώτη Λαφαζάνη από την Κρατική Ασφάλεια. Πώς ερμηνεύετε την κατάσταση αυτή;
«Νομίζω πως η κατάσταση δραματοποιείται υπέρ το δέον. Τέτοια φαινόμενα είναι κατ’ ουσίαν εκφράσεις αποχρώσεων. Πραγματική πολιτική διαφωνία δεν βλέπω να εγείρεται από πουθενά. Το θέμα αναδύεται στο προσκήνιο από παρεξηγήσεις ή ανησυχίες που αφορούν, για να έρθουμε στο προηγούμενο, τον υπερτονισμό του ρόλου των τάσεων».
 
Η προσπάθεια αμφίπλευρης διεύρυνσης που επιχειρήθηκε με τον τελευταίο ανασχηματισμό σάς βρίσκει σύμφωνο;
«Κατ’ αρχάς όλοι συμφωνούμε με την ανάγκη συμμαχιών. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υποστήριξε ποτέ και πουθενά ότι οι αλλαγές και οι μετασχηματισμοί που έχει ανάγκη η κοινωνία θα επιτυγχάνονταν από τη δράση ενός μόνο κόμματος. Αλλά τα πράγματα δεν έρχονται πάντα όπως θα επιθυμούσαμε. Γενικά θα ήταν προτιμότερο αντί για διευρύνσεις να είχαμε υπεύθυνες προγραμματικές συμφωνίες».
 
Οι εκλογές έρχονται αναπόφευκτα. Θεωρείτε ότι είναι αναστρέψιμη η δημοσκοπική εικόνα που εμφανίζει ο ΣΥΡΙΖΑ;
«Ευτυχώς έχουμε δημοκρατία και άρα όντως έρχονται αναπόφευκτα! Κάθε 4 χρόνια. Αλλά να πω επιπλέον ότι δεν εμπιστεύομαι ιδιαίτερα της δημοσκοπήσεις. Είδατε τις προβλέψεις τους σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από το 2012. Περίπου φιάσκο. Από εκεί και πέρα η κυβέρνηση σίγουρα οφείλει να βελτιώσει την πρακτική της σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς. Οχι για την εικόνα της, αλλά για το καλό του τόπου. Ο κόσμος βλέπει, αντιλαμβάνεται, κρίνει. Αυτή την κρίση την εμπιστεύομαι».

Και η Κεντροαριστερά πρέπει να «ωριμάσει»

Σε σημείο τριβής εξελίσσεται η συζήτηση περί συμμαχιών του ΣΥΡΙΖΑ. Πιστεύετε ότι η συνεύρεση με τη σοσιαλδημοκρατία είναι μονόδρομος ή μια λύση ανάγκης εδώ που έφτασαν τα πράγματα;
«Η στροφή της σοσιαλδημοκρατίας προς τις ιστορικές καταβολές της έχει αρχίσει κάπως να γίνεται ορατή σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες. Για εδώ δεν μπορούμε να πούμε κάτι τέτοιο. Τουλάχιστον για τις οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις της Κεντροαριστεράς και του Κέντρου και τουλάχιστον για σήμερα. Αλλά όπως ο ΣΥΡΙΖΑ υποχρεώθηκε να “ωριμάσει βίαια”, όπως είχε παρατηρήσει εύστοχα και από πολύ νωρίς ο Γιάννης Δραγασάκης, θα όφειλαν οι δυνάμεις αυτές – και χωρίς να θέλω να υποδείξω εδώ τίποτε – να ωριμάσουν και αυτές με τον τρόπο τους. Αν όχι τίποτε άλλο, η επέλαση της Ακρας Δεξιάς το επιτάσσει κατά τρόπον επείγοντα».
Πάντως το Κίνημα Αλλαγής δεν ενδίδει, παρά τη συμπάθεια που επιδεικνύει στον ΣΥΡΙΖΑ το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Κινδυνεύει από πολιτική απομόνωση το κόμμα σας;
«Η απομόνωση δεν είναι διόλου δική μας επιθυμία. Αλλά το αντίθετο δεν είναι αποκλειστικά δική μας υπόθεση».

Η συμφωνία των Πρεσπών θέτει οριακά το ζήτημα της ετερόκλητης συμμαχίας σας με τους ΑΝΕΛ. Σας φοβίζουν οι απειλές του Πάνου Καμμένου ότι θα ρίξει την κυβέρνηση;
«Προφανώς δεν μπορώ να προβώ σε προφητείες. Αλλά είμαι σχεδόν βέβαιος πως αν περάσει η συμφωνία από τα Σκόπια, θα ψηφιστεί και εδώ στη Βουλή. Το τι τελικά θα πράξουν τότε οι ΑΝΕΛ ως κόμμα δεν μπορώ να ξέρω. Αλλά πιστεύω ότι δεν θα θελήσουν να ρίξουν την κυβέρνηση. Δεν είμαι σίγουρος αν θα έχουν καν τη διαδικαστική δυνατότητα να το κάνουν».