Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η «υπόθεση Μιωνή» (όπως αποκαλύφθηκε από τον ίδιο με την κατάθεσή του στην Προανακριτική) είναι μια εμβληματική υπόθεση για το παραδικαστικό και παρακρατικό κύκλωμα που διερευνούν η Βουλή και η Δικαιοσύνη.
Κι αυτό επειδή φωτίζει τόσο το προσωπικό όσο και τις μεθόδους του κυκλώματος. Χωρίς ίσως εκπλήξεις αλλά με ονοματεπώνυμα, στοιχεία και λεπτομέρειες – ενδεχομένως και με… οπτικοακουστικό υλικό!
Το προσωπικό είναι βασικά οι ίδιοι εισαγγελείς, εκδότες και δημοσιογράφοι που δρούσαν υπό τον Δ. Παπαγγελόπουλο. Ο πανομοιότυπος ρόλος τους σε πολλές υποθέσεις έχει αποκαλυφθεί με σειρά καταθέσεων ενώπιον της Προανακριτικής.
Η μόνη ουσιαστική προσθήκη είναι ο πρώην υπουργός Ν. Παππάς, ο οποίος εμφανίζεται να χειρίζεται την «υπόθεση Μιωνή» σε συνεργασία με τον Παπαγγελόπουλο, ακόμα και από το Μέγαρο Μαξίμου.
Η μέθοδος είναι ο εκβιασμός. Στήνεις δημοσιογραφικά και δικαστικά μια υπόθεση ώστε να εκβιάσεις μετά τον εμπλεκόμενο.
Στην προκειμένη περίπτωση η υπόθεση είχε δύο στόχους.
Πρώτα τον ίδιο τον Μιωνή, από τον οποίο μάλλον απέβλεπαν να βγάλουν κανένα φράγκο.
Η ευχάριστη ειρωνεία είναι ότι ο Μιωνή που δεν έχει συμφέροντα ή δουλειές στην Ελλάδα αλλά αισθάνθηκε αναίτια προκαλούμενος το έκανε σκοπό ζωής. Καταδίκασε πολλούς από τους πρωταγωνιστές του κυκλώματος σε καθόλου ευκαταφρόνητες αποζημιώσεις με σειρά δικαστικών αποφάσεων!
Υστερα τον συνεργάτη και φίλο του Μιωνή δικηγόρο Σταύρο Παπασταύρου. Ο Παπασταύρου είχε το προφίλ του ιδανικού στόχου για το παρακρατικό κύκλωμα: ήταν στενός συνεργάτης του Αντώνη Σαμαρά, συμμαθητής του Κυριάκου Μητσοτάκη, φίλος και νομικός σύμβουλος της συζύγου του Μαρέβας. Με ένα σμπάρο, τα τρυγόνια ήταν πολλά.
Για τρία ή τέσσερα χρόνια, σχεδόν δεν υπήρξε ομιλία του Αλ. Τσίπρα που να μην αναφερθεί στον Παπασταύρου. Ηταν «τρανταχτό δείγμα ξεπεσμού του παλιού συστήματος» αλλά ευτυχώς «στα υπόγεια του Μαξίμου δεν έχει πια γραφείο ο συνεταίρος του ζεύγος Μητσοτάκης, ο Παπασταύρου».
Φυσικά ούτε συνεταίρος ήταν ο άνθρωπος, ούτε τίποτα σχετικό. Αλλά ο πρώην πρωθυπουργός δεν το έλεγε τυχαία.
Διότι η μέθοδος του εκβιασμού ήταν εντυπωσιακά απαράλλακτη. Από τον διωκόμενο Μανιαδάκη ζητούσαν «να δώσει» τους πολιτικούς της Novartis. Από τον κατηγορούμενο Παπαντωνίου «να δώσει» τον Σημίτη. Από έναν ισοβίτη του «Noor-1» «να δώσει» τον Μαρινάκη. Από τον Παπασταύρου «να δώσει» τη Μαρέβα!
Μέθοδοι μαφίας. Και ξέρουμε μόνο όσους αρνήθηκαν να ενδώσουν στην πίεση διότι όλο και κάποιοι άλλοι θα υπέκυψαν στον εκβιασμό.
Να σημειώσω κάτι που θεωρώ σημαντικό. Από την πρώτη στιγμή της εκλογής Μητσοτάκη στην αρχηγία της ΝΔ κάποιοι στην τότε κυβέρνηση θεώρησαν περίπου ότι η σύζυγός του είναι η «αχίλλειος πτέρνα του».
Ομολογώ ότι ποτέ δεν κατάλαβα τη βάση του συλλογισμού. Μάλλον πρέπει να είναι κάτι ανάμεσα σε συνωμοσιολογία, ανοησία και σύμπλεγμα.
Ολόκληρα έντυπα χρηματοδοτήθηκαν αδρά για να την «ερευνήσουν» ή να τη διασύρουν και ολόκληροι παρακρατικοί μηχανισμοί ενεργοποιήθηκαν εναντίον της. Ακόμα και υψηλότατο στέλεχος συστημικής τράπεζας επιστρατεύθηκε να ενημερώνει το Μαξίμου για τις επαγγελματικές δραστηριότητές της.
Γενικότερα πολλοί έβγαλαν το ψωμί τους με τη Μαρέβα χωρίς να προκύψει κάτι πέρα από μια σύννομη επιχειρηματική δραστηριότητα και διάφορες κοινωνικές σχέσεις.
Ο Παπασταύρου θεωρήθηκε κρίσιμος κρίκος στην προσπάθεια. Υπολόγιζαν ότι θα μπορούσε να συνδέσει με σκοτεινές διαδρομές τον προηγούμενο πρωθυπουργό Α. Σαμαρά αλλά και να λερώσει προκαταβολικά εκείνον που διεκδικούσε να γίνει ο επόμενος.
Τη δουλειά αυτή ανέλαβε το «κύκλωμα Ρασπούτιν». Δικαστικά και δημοσιογραφικά. Ταλαιπώρησε φυσικά κάποιους ανθρώπους, αλλά το αποτέλεσμα αποδεικνύεται μάλλον αναντίστοιχο της προσπάθειας.
Ο Μιωνή καθάρισε το τοπίο. Ο Παπασταύρου κέρδισε όλες τις δίκες. Η Μαρέβα είδε τον άνδρα της Πρωθυπουργό. Και η παρέα του Ρασπούτιν έχει μπροστά της ολόκληρο γολγοθά.
Λεφτά υπάρχουν!
Με νοσταλγία ακούσαμε όλοι τη Φώφη Γεννηματά να προτείνει στη Βουλή την καθιέρωση της 13ης σύνταξης.
Ηταν ένα ΠαΣοΚ από τα παλιά, τότε που λεφτά υπήρχαν!
Τώρα λεφτά δεν υπάρχουν, ενδεχομένως δεν υπάρχει ούτε ΠαΣοΚ, αλλά τίποτα δεν εμποδίζει να θυμόμαστε τις ωραίες εκείνες εποχές.
Φυσικά η Φώφη δεν είναι Παπανδρέου. Και γι’ αυτό υποθέτω ζήτησε από τη Βουλή να ψηφίσει μόνο τη 13η σύνταξη.
Αν ζούσε ο αείμνηστος Ανδρέας είμαι βέβαιος ότι θα είχαμε ήδη ψηφίσει τη 15η σύνταξη. Ενώ εάν έβαζε το χέρι του και ο υιός Γιώργος τότε θα είχαμε ξεπεράσει τη 17η σύνταξη και θα τρέχαμε για τη 18η.
Ποιο είναι το πρόβλημα; Λεφτά πάντα υπάρχουν!
Οι εύκολες λύσεις όμορφα καίγονται
Οι εικόνες που είδαμε στα νησιά του Βορείου Αιγαίου δεν κολακεύουν κανέναν. Ούτε την κυβέρνηση, ούτε τις τοπικές αρχές, ούτε την αντιπολίτευση, ούτε τις δυνάμεις ασφαλείας, ούτε τους κατοίκους.
Δείχνουν μια κοινωνία ανίκανη να συζητήσει ψύχραιμα και να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της. Ιδίως ένα πρόβλημα όπως το Μεταναστευτικό, για το οποίο όλοι συνομολογούν ότι δεν έχει εύκολη λύση, ούτε ορατό τέλος.
Δείχνουν μια κοινωνία υστερίας που κατοικείται από υστερικούς.
Δεν θέλω να επιμερίσω ευθύνες, κυρίως επειδή σε ένα τέτοιο μπάχαλο δεν υπάρχουν αθώοι. Ολοι φέρουν την ευθύνη τους.
Θα σταθώ όμως σε δύο σημεία.
Πρώτον, στην εμφάνιση κρουσμάτων βίας και επιθέσεων κατά των δυνάμεων ασφαλείας. Το είδαμε στα νησιά αλλά (πρόσφατα) και στην Αθήνα.
Οσοι το επιχειρούν αυθόρμητα ή σχεδιασμένα θα πρέπει να γνωρίζουν ότι επιτίθενται στις δυνάμεις της δημοκρατίας. Και ότι η δημοκρατία δεν απαντά όχι από δειλία αλλά από αυτοσυγκράτηση.
Θα πρέπει επίσης να γνωρίζουν πως αν γίνει η στραβή και πιάσουμε όλοι τα κουμπούρια, το κόστος θα είναι βαρύ και σίγουρα δεν θα ηττηθεί η δημοκρατία.
Δεύτερον, στη δημιουργία ενός κλίματος ασυμβίβαστης έντασης στις τοπικές κοινωνίες. Είναι λάθος, όποιοι κι αν το καλλιεργούν.
Από τις τοπικές κοινωνίες ζητούμε να κάνουν μια προσπάθεια και να πληρώσουν ένα κόστος. Οσο πιο ήπια, σταθερά, πειστικά και ψύχραιμα το ζητήσουμε τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να το ακούσουν.
Αρκεί και αυτές να ανταποκριθούν σε μια έκκληση λογικής, απομονώνοντας τα ακραία στοιχεία που τις γυροφέρνουν.
Ολα αυτά φυσικά δεν θα λύσουν το πρόβλημα. Οπως είπα και πριν, θα ζήσουμε για καιρό με το Μεταναστευτικό. Και γι’ αυτό οι εύκολες λύσεις όμορφα καίγονται.
Καλώς ή κακώς, δεν γίνεται να αφομοιώσουμε ή να ενσωματώσουμε τους μετανάστες. Ούτε γίνεται να τους πνίξουμε στο Αιγαίο.
Απλώς υποθέτω πως η πολιτεία έχει στη διάθεσή της μια ποικιλία μεθόδων και μέσων έστω να διαχειριστεί ένα πρόβλημα το οποίο δεν μπορεί να λύσει.
Αλλά με μία προϋπόθεση. Οτι θα συμφωνήσουμε πως είναι ένα πρόβλημα όλων. Είτε μένουμε στη Μόρια είτε στο Παγκράτι.
Και όταν το συμφωνήσουμε μεταξύ μας, όταν το μετατρέψουμε σε εθνική μας έγνοια, τότε μπορούμε ίσως να παρασύρουμε και τους υπόλοιπους Ευρωπαίους για να το καταστήσουμε και ευρωπαϊκό ζητούμενο.