Δεν ξέρω αν η χρόνια κακοποίηση της Αθήνας, η εξουθενωτική της ρυπαρότητα, η εχθρότητα των δρόμων και η μοχθηρία των πεζοδρομίων της, η συρρίκνωση του δημόσιου χώρου και η μετατροπή του σε πεδίο οικονομικής εκμετάλλευσης, η εγκατάλειψη και η υποβάθμιση κοινωνικών υποδομών και υπηρεσιών έχουν στενέψει τον ορίζοντα των προσδοκιών μου για την πόλη όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα. Ξέρω, όμως, ότι η αναγκαστική προσαρμογή μου στους ρυθμούς μιας μεγαλούπολης ακραίων αντιθέσεων και εντάσεων, πολεοδομικής ασυναρτησίας και μεταβιομηχανικής αλλοφροσύνης, όπως η σημερινή Αθήνα, δεν κατέπνιξε την επιθυμία για την περιπλάνηση και τη συνάντηση με το απρόβλεπτο, την απόλυτα συνυφασμένη με την έννοια του δημόσιου χώρου.

Αν κάτι απεύχομαι, λοιπόν, για την Αθήνα είναι να τη δω να μετασχηματίζεται σε θεματικό πάρκο, τουτέστιν σε ένα απέραντο κέντρο ψυχαγωγίας, τουρισμού, παροξυσμικής καταναλωτικής δραστηριότητας, διάσπαρτη από χώρους απόλυτα ελεγχόμενους και οργανωμένους, όπως τα mall, ή φαραωνικές δομές μαζικής διασκέδασης. Να γίνω μάρτυρας της αστικής, εκ των έσω, αποσάθρωσης: μαγαζάκια να κλείνουν, δραστηριότητες να εξαλείφονται, κατοικίες να αποδίδονται σε νέες, αμφίβολες, χρήσεις. Να βλέπω με θλίψη να αφανίζονται τα νεότερα ιστορικά τοπόσημα της πόλης (όσα απέμειναν, τουλάχιστον) κι έτσι η Αθήνα, αποκομμένη από το πρόσφατο παρελθόν της, να μετατρέπεται σε έναν αμνήμονα οργανισμό, με ριζικά διασαλευμένη την αίσθηση της ταυτότητάς του. Κι αυτό που εύχομαι είναι η πόλη μου, αέναα μεταβαλλόμενος, ζωντανός οργανισμός, να μετασχηματίζεται χωρίς να αδιαφορεί για την οργανική ένταξη των κατοίκων της στην ακατάσχετη δυναμική της. Να ευνοεί το «σχετίζεσθαι» στο πλαίσιο της αστικής εμπειρίας, με άλλα λόγια να ενισχύει και όχι να διαλύει, την κοινωνική συνοχή.

Η κυρία Κατερίνα Σχινά
είναι μεταφράστρια.