Τα τελευταία εικοσιτετράωρα πριν από την 21η Μαΐου αφιερώθηκαν σε μια εξωφρενική συζήτηση για την κυβέρνηση ειδικού σκοπού, με αντικείμενο τη διερεύνηση του σκανδάλου των υποκλοπών και της τραγωδίας των Τεμπών. Μια άχαρη και ανούσια προεκλογική περίοδος που εξαντλήθηκε στο πολιτικό κουτσομπολιό, ενώ οι περισσότεροι γνωρίζουν ή ψυχανεμίζονται ότι βαριά προβλήματα περιμένουν την επόμενη κυβέρνηση, ολοκληρώθηκε όπως της άξιζε. Με μια σφοδρή σύγκρουση για ένα (σχεδόν) μη-θέμα.
Κατ’ αρχάς, το… κουτσομπολιό. Την περασμένη Κυριακή η εφημερίδα «Κόντρα» βγήκε με πρωτοσέλιδο τίτλο «Κυβέρνηση ειδικού σκοπού ΣΥΡΙΖΑ – ΠαΣοΚ για τις υποκλοπές». Ελάχιστοι έδωσαν σημασία, μέχρι την Τρίτη που ο δημοσιογράφος της «Documento» έθεσε ερώτημα με ανάλογο περιεχόμενο στη διακαναλική συνέντευξη που έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας. Η ερώτηση θεωρήθηκε «φυτευτή», λόγω της σχέσης της εφημερίδας με τον ΣΥΡΙΖΑ, και ξεκίνησαν τα παρατράγουδα.
Η κερκόπορτα που άνοιξε ο Αλέξης Τσίπρας
Εν συνεχεία, τα γεγονότα. Ο κ. Τσίπρας άνοιξε μόνος του την κερκόπορτα στο προεκλογικό του κάστρο, το οποίο δεν είχε ούτως ή άλλως γερά θεμέλια, με τους αντιπάλους του να τον κατηγορούν ότι πότε προτείνει κυβέρνηση με Βαρουφάκη, πότε κυβέρνηση ανοχής και στο τέλος ειδικού σκοπού. Ομως, τι ακριβώς είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ; Οτι αν νικήσει το κόμμα του, θα επιχειρήσει να συγκροτήσει μια κυβέρνηση μακράς πνοής, τετραετίας, με εκείνον πρωθυπουργό, και αν αρνηθεί ο κ. Ανδρουλάκης θέτοντας θέμα προσώπων, θα πάνε σε δεύτερες εκλογές με ευθύνη του προέδρου του ΠαΣοΚ. Στην κυβέρνηση μακράς πνοής θα ενταχθούν και όλοι οι ειδικοί σκοποί, με προτεραιότητα «το ζήτημα της κάθαρσης στο θέμα των υποκλοπών και της απόδοσης δικαιοσύνης στο έγκλημα των Τεμπών». Αλλά, συνέχισε, «από εκεί και πέρα, ας δούμε τα αποτελέσματα, θα έχουμε τη δυνατότητα να κουβεντιάσουμε, να εκτιμήσουμε. Δεν αποκλείω εκ των προτέρων την πιθανότητα να προκύπτει μια τέτοια συζήτηση την επομένη των εκλογών, αλλά ο στόχος μου δεν είναι μια κυβέρνηση ειδικού σκοπού».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν άφησε την κυβέρνηση ειδικού σκοπού να περάσει ανεκμετάλλευτη. «Κάποιοι θέλουν να μας βάλουν φυλακή για να σώσουν τις καρέκλες τους» δήλωσε και πρόσθεσε ότι το δίλημμα πλέον είναι «σταθερότητα ή χάος». Αλλά και ο Νίκος Ανδρουλάκης απέρριψε αμέσως το ενδεχόμενο μια κυβέρνησης που θα φέρει μόνο αστάθεια και επισήμανε ότι αυτά που λέει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ γίνονται όπλο στα χέρια του Πρωθυπουργού. Χρειάστηκε να εξηγήσουν πολλές φορές από την Κουμουνδούρου τι ακριβώς εννοούσε ο κ. Τσίπρας, αλλά και ο ίδιος τόνισε στο Mega ότι ενδιαφέρεται μόνο για κυβέρνηση μακράς πνοής. Επιπλέον, εκτίμησε ότι θα υπάρξει κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή και επέμεινε στη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για το σκάνδαλο των υποκλοπών, η οποία θα ερευνήσει τις ευθύνες πολιτικών προσώπων, όπως οι Κ. Μητσοτάκης, Π. Πικραμμένος, Κ. Τσιάρας και όποιοι άλλοι από το Μέγαρο Μαξίμου έχουν εμπλοκή με την υπόθεση, όπως είπε.
Ερευνα από τη νέα Βουλή θέλει το ΠαΣοΚ
Νέα έρευνα του σκανδάλου από την επόμενη Βουλή θέλει και ο κ. Ανδρουλάκης, αλλά ξεκινώντας από εξεταστική επιτροπή, στην οποία θα εξεταστούν όλες οι πτυχές του και στη συνέχεια, εφόσον προσδιοριστούν οι ευθύνες και τα αδικήματα, να προχωρήσουν σε προανακριτική επιτροπή. Ο κ. Μητσοτάκης, από την πλευρά του, σημείωσε ότι στην επόμενη Βουλή υπάρχει η δυνατότητα για μια νέα εξεταστική επιτροπή, εννοώντας προφανώς ότι η αντιπολίτευση μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα της μειοψηφίας και να την επανασυστήσει. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι αν θα άρει ο ίδιος το απόρρητο ώστε να καταθέσουν επί της ουσίας τα εμπλεκόμενα πρόσωπα, εφόσον εκλεγεί και πάλι πρωθυπουργός. Αυτό το ζητεί επίμονα ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ, αλλά ο κ. Μητσοτάκης αποφεύγει να του απαντήσει και δεν ρωτήθηκε σχετικά σε καμία συνέντευξη.
Σενάρια εκτός πραγματικότητας
Τέλος, τα σενάρια. Προτού ξεθωριάσει η κυβέρνηση ειδικού σκοπού, αναπτύχθηκε μια ιδέα η οποία αντιμετωπίστηκε ως επιστημονικής φαντασίας, σύμφωνα με την οποία αν η ΝΔ βρισκόταν στα χαμηλότερά της, στο 33% και κάτω, και ο ΣΥΡΙΖΑ στα ανώτερά του, στο 30% και άνω, τότε με τη συμβολή του ΠαΣοΚ θα μπορούσε να σχηματίσει μια εκ γενετής βραχύβια κυβέρνηση, η οποία θα κατέρρεε νομοτελειακά κατά την ψήφιση του προϋπολογισμού τον Οκτώβριο – Νοέμβριο. Το σενάριο προϋπέθετε ότι το ΚΚΕ θα αποχωρούσε από τη Βουλή και με 120 ψήφους επί των παρόντων θα σχηματιζόταν κυβέρνηση ειδικού σκοπού κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ. Είναι προφανές γιατί η ιδέα πέθανε με το που είδε το φως του ήλιου. Μια τέτοια κυβέρνηση θα ηρωοποιούσε τον κ. Μητσοτάκη, θα διασπούσε το ΠαΣοΚ και θα έριχνε τον ΣΥΡΙΖΑ στο περιθώριο της πολιτικής ζωής ως επικίνδυνο για τη χώρα. Χώρια ο διχασμός, η κοινωνική αναταραχή, γιατί οι κυβερνήσεις δεν υπάρχουν ερήμην του λαού, και το πλήγμα στη διεθνή εικόνα της Ελλάδας.
Η δίωξη Παπανδρέου και το «βρώμικο ’89»
Η προηγούμενη κυβέρνηση ειδικού σκοπού για τη δίωξη πολιτικών αντιπάλων, κυρίως του Ανδρέα Παπανδρέου, ήταν αυτή του Τζαννή Τζαννετάκη (Ιούλιος – Οκτώβριος 1989), στην οποία πρωτοστάτησε η ΝΔ με πρόεδρο τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και στηρίχθηκε από τον Συνασπισμό με ηγέτες τον Χαρίλαο Φλωράκη και τον Λεωνίδα Κύρκο. Η κυβέρνηση Τζαννετάκη είχε ομολογημένο στόχο την κάθαρση στο σκάνδαλο Κοσκωτά και ανομολόγητο τη διάλυση του ΠαΣοΚ. Και τελικά κανένας δεν τη θυμάται ως κυβέρνηση ειδικού σκοπού, αλλά ως «βρώμικο ’89». Ο κ. Μητσοτάκης, σε μια αναστροφή της ιστορίας, έσπευσε να εμφανίσει τον εαυτό του ως εν δυνάμει θύμα πολιτικής δίωξης, πράγμα παράδοξο με δεδομένη τη μεγάλη δημοσκοπική υπεροχή του κόμματός του. Κάτι που δεν άφησε ασχολίαστο ο κ. Τσίπρας: «Μόλις είπε ο κ. Ανδρουλάκης ότι θα λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι των υποκλοπών και εγώ ότι θα κάνουμε Προανακριτική, έκλαιγε ότι θέλουμε να τον βάλουμε φυλακή. Τι φοβάται και συμπεριφέρεται σαν ένοχος;» διερωτήθηκε. Η επόμενη Βουλή δεν θα δει κυβέρνηση ειδικού σκοπού, αλλά είναι βέβαιο ότι θα γίνει πεδίο αντιπαράθεσης για το σκάνδαλο των υποκλοπών, που δεν αναμένεται να κλείσει εύκολα.