Πριν από λίγες ημέρες, προπαραμονή της Πρωτοχρονιάς, μια μεγάλη παρέα κεντρικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ συζητούσε χαλαρά με ποτό, στο κέντρο της Αθήνας, για την οργάνωση του κυβερνώντος κόμματος. Τα περισσότερα στελέχη, έμπειρα και μπαρουτοκαπνισμένα, που βρέθηκαν μετά την παρουσίαση ενός βιβλίου, αντάλλαξαν απόψεις για τον βαθμό επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ στις τοπικές κοινωνίες. Κοινή παραδοχή ήταν ότι οργανωτικά ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σημαντικό πρόβλημα τόσο στο κέντρο όσο και στην περιφέρεια.
Το κυριότερο ζήτημα είναι ότι αν και ο ΣΥΡΙΖΑ σε κοινωνικό επίπεδο έχει δυναμική, εντούτοις το κόμμα σε πάρα πολλές περιοχές είναι σε τέλμα και οργανωτικά «ημιθανές», όπως σχολίαζε στο «Βήμα» έμπειρος παράγοντας. Και όπως έχει πει κατ’ επανάληψη ένας εκ των θεωρητικών του ΣΥΡΙΖΑ, ο Κώστας Δουζίνας, καθηγητής και πρόεδρος του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, «η συστοίχιση της εκλογικής με την ιδεολογική αποδοχή και η δημιουργία πλατιών κοινωνικών συμμαχιών αποτελούν το στοίχημα της επόμενης περιόδου».
Το μείζον πρόβλημα
Το πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτό που υπήρχε και το 2014-2015, η διαχείριση της κοινωνικής δυναμικής. Επί της ουσίας εξακολουθεί να καταγράφεται αναντιστοιχία του κόμματος με την κοινωνική και πολιτική δυναμική που έχει αποκτήσει ο χώρος που σε τρεις εβδομάδες συμπληρώνει τέσσερα χρόνια στην εξουσία. Ο κυβερνητισμός παρέλυσε σε πολύ μεγάλο βαθμό την κομματική οργάνωση, χωρίς αυτό να είναι ευθύνη τόσο του πρώην γραμματέα και νυν αναπληρωτή υπουργού Εθνικής Αμυνας Πάνου Ρήγα όσο βέβαια και του νυν γραμματέα Πάνου Σκουρλέτη που προσπαθεί με συνεχείς περιοδείες, ομιλίες και επαφές να στήσει επί της ουσίας έναν αξιόμαχο κομματικό μηχανισμό για να δώσει κρίσιμες εκλογικές μάχες τους επόμενους μήνες.
Αν και ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται αυτή τη στιγμή με χαμηλή συσπείρωση, της τάξεως του 40%-45%, και το ποσοστό του κυμαίνεται στη ζώνη του 25%, άρα διατηρεί κοινωνική δυναμική, υπάρχει πρόβλημα στη διαχείρισή της. Παράλληλα, εκτός από τα προβλήματα στο κόμμα, σε πολύ μεγάλο βαθμό η παρούσα Κοινοβουλευτική Ομάδα αποτελεί τροχοπέδη και στην προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα να ανακάμψει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το βάρος της πολιτικής και επικοινωνιακής αντεπίθεσης σηκώνουν μια ομάδα κυβερνητικών στελεχών και λίγοι βουλευτές που στέκονται με επάρκεια στα ΜΜΕ και στη Βουλή.
Με δεδομένο, όπως έχει επισημάνει ο Κ. Δουζίνας, ότι εκλογικές νίκες δεν μετατράπηκαν σε ιδεολογική ηγεμονία για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή στο εσωτερικό του κόμματος – στη σκιά και των ζυμώσεων για τη διεξαγωγή ή όχι ενός διαρκούς συνεδρίου – διεξάγεται μια μεγάλη συζήτηση για το τι πρέπει να γίνει.
Το κεντρικό στοίχημα
Το κεντρικό στοίχημα που τίθεται είναι να αντιστοιχηθεί η κοινωνία που στηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ με το κόμμα. Τόσο ο Κ. Δουζίνας όσο και ο έτερος θεωρητικός του κυβερνώντος κόμματος, ο Αριστείδης Μπαλτάς, κατά καιρούς αναφέρονται σε συνομιλητές τους, και βέβαια και στον Αλ. Τσίπρα, στο μοντέλο των Εργατικών στη Βρετανία υπό τον Τζέρεμι Κόρμπιν.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης – τακτικός συνομιλητής και φίλος του Αρ. Μπαλτά – έγκαιρα είχε υπογραμμίσει, και επιμένει σε αυτό και σήμερα, στην ανάγκη ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να γίνει ένα κόμμα «παντός καιρού», που θα είναι ικανό για όλες τις καταστάσεις και με συγκεκριμένο περιεχόμενο, ενώ αναφέρει συνεχώς ότι πρέπει να επανασχεδιαστεί η δράση και της κυβέρνησης και του κόμματος με στόχο να υπάρξει επαναπροσέγγιση και τμημάτων της κοινωνίας.
Οπως είπε προχθές ο Νίκος Φίλης, σημασία για μια αριστερή δύναμη έχει να προσεγγίσει όλους αυτούς τους ανθρώπους που στέκονται λίγο απόμακροι, με ειλικρίνεια, με διάθεση αυτοκριτικής και επιχειρήματα. «Ο κόσμος που έχει πληρώσει την περιπέτεια των μνημονίων, αν δει ότι υπάρχει μια προσπάθεια, με επιχειρήματα σε τόνους χαμηλούς και όχι στη βάση μιας «κούφιας» αισιοδοξίας, βάσιμα θα πειστεί ότι υπάρχει αισιόδοξη αριστερή πρόταση και στις εκλογές θα την επιλέξει» τόνισε.
Το μοντέλο Κόρμπιν είναι αυτό που συζητείται πολύ έντονα, αλλά είναι ένα στοίχημα εάν προλαβαίνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην παρούσα φάση να ανασυγκροτηθεί ή αυτή η διαδικασία θα γίνει μετά τις εκλογές. Εξάλλου, ο Κόρμπιν μετασχημάτισε τους Εργατικούς έχοντας απέναντί του την πλειοψηφία των βουλευτών και των στελεχών του κόμματος αξιοποιώντας ερείσματα στην κοινωνία.
Ο κ. Μπαλτάς έχει υπεραμυνθεί του μοντέλου Κόρμπιν (το δίκτυο Momentum, βασικός υποστηρικτής του Κόρμπιν, με 250.000 μέλη και φίλους) όπου η πλειονότητα των μελών ήταν και είναι νέοι και νέες που έδωσαν και δίνουν πολιτικές μάχες, εκτός των κομματικών τειχών, στις τοπικές κοινωνίες, στον ψηφιακό κόσμο, κ.α. χωρίς αυτόματα κομματική ένταξη.
Προσωπικές πολιτικές
Ο κ. Βερναρδάκης πολύ νωρίς είχε επισημάνει, πριν ακόμα από την ανάληψη της εξουσίας, ότι το κόμμα πρέπει να ρίξει το βάρος του στη διεύρυνση και σταθεροποίηση της κοινωνικής εκλογικής βάσης, να αντιστοιχηθεί με αυτήν με ένα πολιτικό πρόγραμμα και μια πολιτική ανάδειξης νέας γενιάς μαζικών κοινωνικών στελεχών, με μετρήσιμους στόχους μέσα στην επόμενη πενταετία. Αυτό σε μεγάλο βαθμό δεν επιτεύχθηκε και κατά την εκτίμηση του Δουζίνα, «το διακύβευμα είναι μεγάλο, ας μην το χάσουμε στον βωμό των προσωπικών πολιτικών, που μεγαλώνουν όσο πλησιάζουν εκλογές, ή της διανομής μιας εύθραυστης εξουσίας».
Αυτές όμως οι προσωπικές πολιτικές αναδεικνύονται έντονα τους τελευταίους μήνες σε πολλές περιφέρειες και νομούς. Αν και η κεντρική κατεύθυνση του κ. Τσίπρα είναι το άνοιγμα σε πρόσωπα από τον χώρο της Κεντροαριστεράς στη λογική της συμπόρευσης και της δημιουργίας ενός προοδευτικού μετώπου, αυτή «σαμποτάρεται» σε πολύ μεγάλο βαθμό από αρκετούς υπουργούς και βουλευτές.
Αυτό αποτυπώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό και σε αρκετές περιπτώσεις υποψηφιοτήτων για τις δημοτικές εκλογές, όπου φάνηκε η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να αναδείξει νέα πρόσωπα στον αυτοδιοικητικό χώρο. Βέβαια, υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις, όπως π.χ. στους Δήμους Αθήνας, Θεσσαλονίκης, Βόλου και Καισαριανής, με τον Νάσο Ηλιόπουλο, την Κατερίνα Νοτοπούλου, τον 37χρονο Ιάσονα Αποστολάκη και την Αννα Παραγυιού, κ.ά., αλλά δεν είναι αρκετά για να γίνει η βαθιά τομή που απαιτείται.
Προειδοποιητικά μηνύματα από την τάση των «53»
Ενδιαφέρον έχει η ισχυρή τάση των «53» υπό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο που αναφέρονται στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού της πορείας, υπογραμμίζουν την ανάγκη το κόμμα να έχει μέλη που δεν θα είναι χειροκροτητές της κυβέρνησης και ζητούν συνέπεια στον λόγο του ΣΥΡΙΖΑ, αξιοπιστία, σύγκρουση με το παλιό, ενώ αναρωτιούνται «με ποιους πάμε».
Επί της ουσίας, οι «53» αντιδρούν στην περαιτέρω «πασοκοποίηση» και γι’ αυτό και στέλνουν προειδοποιητικά μηνύματα, καθώς δεν βλέπουν με θετικό μάτι την εξελισσόμενη μετάβαση του κόμματος σε μια πιο σοσιαλδημοκρατική εκδοχή. Αντίθετα, οι «πασοκογενείς» ετοιμάζουν σύντομα τη δική τους απάντηση, καθώς αναφέρουν ότι ο Αλ. Τσίπρας στις επόμενες κρίσιμες εκλογικές μάχες που έρχονται δεν μπορεί να πάει χωρίς το κοινωνικό ΠαΣοΚ που μετακινήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό προς τον ΣΥΡΙΖΑ, και άρα αυτό πρέπει να αποτυπωθεί και στα ψηφοδέλτια των βουλευτικών εκλογών και να αποφευχθούν τα λάθη στις υποψηφιότητες για πολλούς δήμους.