Η πρώτη σκέψη για τη δημιουργία στρατηγικού σχεδίου έπεσε στο τραπέζι το θέρος του 2020. Από τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους συγκροτήθηκε μια εξαμελής ομάδα εργασίας υπό τον κ. Δένδια για να προετοιμάσει το θέμα. Τον περασμένο Φλεβάρη, που υιοθετήθηκε ο νέος οργανισμός λειτουργίας του υπουργείου Εξωτερικών, η ομάδα εργασίας μετεξελίχθηκε σε Διεύθυνση Στρατηγικού & Επιχειρησιακού Σχεδιασμού.

Παρότι αρχικά είχε προγραμματιστεί να έχει τετραετή ορίζοντα, το στρατηγικό σχέδιο καταρτίστηκε με τριετή προοπτική, λόγω του διαρκώς μεταβαλλόμενου διεθνούς περιβάλλοντος αλλά και των ρευστών συνθηκών. Οι επιτελείς τονίζουν ότι το σχέδιο «κουμπώνει» στις κυβερνητικές προτεραιότητες, ενώ για την προετοιμασία του υπήρξε πολλή και οργανωμένη δουλειά.

«Ζητούμενο είναι οι στόχοι να είναι σαφείς, περιεκτικοί, αντιπροσωπευτικοί, υλοποιήσιμοι και ευρέως αποδεκτοί (ιδιοκτησία όλων – «ownership»)» τόνιζαν αρμόδιες πηγές. Ουσιαστικά, με το στρατηγικό σχέδιο επιχειρείται η πλήρης διαλειτουργικότητα των διπλωματικών υπηρεσιών υπό μια «ομπρέλα». «Την ώρα που θα σχεδιάζουμε μια πολιτική δράση θα λαμβάνουμε υπ’ όψιν και την οικονομική παράμετρο ή το αντίθετο» εξηγούσαν οι ίδιες πηγές.

Οι επιτελείς που «έτρεξαν» τον στρατηγικό σχεδιασμό ζήτησαν τεχνογνωσία από διάφορες χώρες. Το πρώτο υπόδειγμα στρατηγικού σχεδίου ήταν κυπριακής έμπνευσης, ενώ πραγματοποιήθηκαν πολλές επαφές με Αμερικανούς, Ιρλανδούς, Γάλλους, Σουηδούς, Βρετανούς και Ολλανδούς. Αυτή η ζύμωση ήταν πολύ εποικοδομητική για τα στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών, τα οποία έφτιαξαν κάτι που «ήρθε για να μείνει». Εν προκειμένω, ίσως να ταιριάζει η ρήση του αμερικανού προέδρου Ντουάιτ Αϊζενχάουερ: «Τα σχέδια μπορεί να αποδειχθούν άχρηστα, αλλά ο σχεδιασμός θα είναι πάντα απαραίτητος».