Με το μαύρο σύννεφο του Δημογραφικού να πλανάται πάνω από τη χώρα μας, το Ασφαλιστικό μοιάζει με ένα ηφαίστειο εν υπνώσει: όλοι περιμένουν πως κάποια στιγμή θα εκραγεί αλλά κανένας δεν ξέρει ακριβώς πότε. Ολοι συμφωνούν επίσης πως απαιτούνται συνεχείς προσαρμογές των παραμέτρων του συνταξιοδοτικού μας συστήματος. Ενας εξ αυτών είναι ο καθηγητής κ. Μ. Νεκτάριος, ο οποίος διακινδυνεύει και μια πρόβλεψη τοποθετώντας την επόμενη μεγάλη κρίση στο 2032.
Το πληρώσαμε ακριβά
Από το 2032 μας χωρίζει λιγότερο από μία δεκαετία. Κάτι περισσότερο μας χωρίζει από το 2010. Ηταν η χρονιά που η τότε κυβέρνηση παρουσίασε το σχέδιο σωτηρίας του ασφαλιστικού συστήματος, εν μέσω οικονομικής κρίσης. Οι προτάσεις του υπουργού Εργασίας κ. Ανδρέα Λοβέρδου – που τελικώς νομοθετήθηκαν – δεν θύμιζαν απλώς τις βασικές ρυθμίσεις του σχεδίου Γιαννίτση, το οποίο άλλα δέκα χρόνια νωρίτερα είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στην Ελλάδα, όπως περίπου συμβαίνει σήμερα στη Γαλλία. Ηταν η πιστή αντιγραφή τους. Το σχέδιο προέβλεπε σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, με περίοδο χάριτος τριών ετών και πλήρη κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Γενικό όριο συνταξιοδότησης το 65ο έτος για όλους (αργότερα αυξήθηκε στο 67ο).
Το 2032 τοποθετεί ο καθηγητής κ. Μ. Νεκτάριος την επόμενη μεγάλη κρίση του Συνταξιοδοτικού
«Εκείνη την υποχώρηση την πληρώσαμε ιδιαίτερα ακριβά ως οικονομία και ως κοινωνία» σημειώνει χαρακτηριστικά ο αρμόδιος υφυπουργός κ. Π. Τσακλόγλου, ο οποίος βρίσκει κοινά στοιχεία στην τότε «εξέγερση» με τη σημερινή εικόνα της Γαλλίας. «Αυτό που βλέπουμε στη Γαλλία είναι κάτι που ζήσαμε ως χώρα το 2001» τονίζει και προσθέτει ότι «δεν κάναμε τις αλλαγές που έπρεπε, δεν νοικοκυρέψαμε το ασφαλιστικό σύστημα και το τι ακολούθησε το ζήσαμε μια δεκαετία μετά».
Το σχέδιο Γιαννίτση
Αξίζει να υπενθυμίσει κανείς πως στην Ελλάδα του 2001 οι «ιδέες Γιαννίτση» για το Ασφαλιστικό, που άνοιξαν τον «ασκό του Αιόλου», αναφέρονταν ως τέτοιες, καθώς δεν πρόφτασαν να πάρουν τη μορφή νομοσχεδίου. Ωστόσο, «επρόκειτο για προτάσεις που είχαν την έγκριση του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης», όπως θα πει ο ίδιος ο υπουργός Εργασίας μερικά χρόνια αργότερα, το 2008, για να προσθέσει με καυστικό τρόπο: «Δέχθηκα να κάνω προτάσεις που αντιμετώπιζαν την ουσία του προβλήματος, αντί να προσφύγω στη γνωστή πολιτική πρακτική των «δήθεν» προτάσεων».
«Εκείνη την υποχώρηση την πληρώσαμε ιδιαίτερα ακριβά ως οικονομία και ως κοινωνία»
Την ίδια περίοδο, δηλαδή το 2008, ο κ. Γιαννίτσης σχολίαζε ως εξής τις «αλλαγές» στο Ασφαλιστικό που ακολούθησαν τις δικές του προτάσεις. «Κάναμε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση και πρόταση για τη λύση του Ασφαλιστικού. Δεν ακολουθούσε τη δηλητηριώδη στρατηγική της «σαλαμοποίησης» ή της παραπλάνησης των ασφαλισμένων που ακολουθήθηκαν στη συνέχεια». Πού αναφερόταν ο κ. Γιαννίτσης; Τι είχε ακολουθήσει; Δύο «ήπιες» παρεμβάσεις στο Ασφαλιστικό που δεν έλυναν το πρόβλημα, αλλά το μετέθεταν στο μέλλον. Πρόκειται για τον νόμο Ρέππα το 2002 και τον νόμο Πετραλιά το 2008.
Το δράμα της χρεοκοπίας
Ομως η «δικαίωση» (αν και ο όρος δεν είναι δόκιμος) του κ. Γιαννίτση ήλθε με δραματικό τρόπο, σχεδόν δέκα έτη μετά τη διατύπωση των προτάσεών του για το ασφαλιστικό σύστημα. Η Ελλάδα, χρεοκοπημένη πλέον και υπό καθεστώς πλήρους οικονομικής εποπτείας, επιστρέφει κάτω από σαφώς χειρότερες συνθήκες στο σχέδιο Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό. «Ολες οι παρεμβάσεις που έγιναν στο Ασφαλιστικό, από την έναρξη της οικονομικής κρίσης και εντεύθεν, είχαν ως κύρια χαρακτηριστικά τη μεγάλη μείωση των συντάξεων και την αυστηροποίηση των προϋποθέσεων χορήγησής τους» θα σημειώσει αργότερα σε άρθρο του ο πρώην υπουργός Εργασίας κ. Γ. Κουτρουμάνης.
Το σχέδιο Γιαννίτση προέβλεπε πλήρη συνταξιοδότηση στα 40 και όχι στα 35 έτη ασφάλισης. Ακόμη, εξίσωση των ορίων ηλικίας ανδρών και γυναικών στον δημόσιο τομέα, καθιέρωση της ενιαίας «βασικής» σύνταξης και θέσπιση κινήτρων για την εθελούσια παραμονή στην εργασία. Η κεντρική φιλοσοφία των μέτρων αυτών διατυπώθηκε πρώτη φορά από τον κ. Γιαννίτση, τόσο στο σκέλος που αφορά την αύξηση των ορίων ηλικίας όσο και στην αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συντάξεων, στην αύξηση των ετών ασφάλισης στα 40 για πλήρη σύνταξη και στην καθιέρωση της «εθνικής» σύνταξης (όπως αναφερόταν τότε), της «βασικής» σύνταξης όπως περιγράφεται στο σχέδιο Λοβέρδου. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι δύο ρυθμίσεις που περιέχονταν στο σχέδιο Γιαννίτση και αφορούσαν τις μητέρες ανηλίκων και το ενιαίο ταμείων των τραπεζοϋπαλλήλων είχαν ήδη νομοθετηθεί, την περίοδο 2004-2009, επί κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας.
Η σκιά του Δημογραφικού
Παρότι τα σημερινά προβλήματα του γαλλικού ασφαλιστικού συστήματος δεν είναι τόσο «βαριά και επείγοντα» όσο εκείνα της Ελλάδας του 2001, οι αλλαγές θεωρούνται επιβεβλημένες – από τους ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης – εξαιτίας του οξύτατου δημογραφικού προβλήματος που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, αλλά και της μεγάλης αύξησης του προσδόκιμου της επιβίωσης, ενός δείκτη που επηρεάζει άμεσα την ηλικία συνταξιοδότησης.
Στις περιπτώσεις αυτές οι ειδικοί συνιστούν τη σύνδεση των δύο αυτών δεικτών. Αυτό έκανε και η κυβέρνηση Μακρόν, αυξάνοντας το γενικό όριο συνταξιοδότησης από το 62ο στο 64ο έτος της ηλικίας ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων.
Σημειωτέον ότι το αντίστοιχο όριο στην Ελλάδα έχει ήδη ορισθεί στο 67ο έτος της ηλικίας.
Ο νόμος Κατρούγκαλου
Παρότι οι μεταρρυθμίσες που είχε προτείνει ο Τάσος Γιαννίτσης έγιναν με καθυστέρηση δέκα ετών και αφού «χρειάστηκε» πρώτα να χρεοκοπήσει η χώρα, κάτω από τις νέες οικονομικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν και με την απώλεια του χρόνου που μεσολάβησε, ούτε αυτό το σχέδιο ήταν αρκετό. Ετσι το 2016 θα ακολουθήσουν νέες – επαχθέστερες – αλλαγές με τον περιβόητο νόμο Κατρούγκαλου, ο οποίος θα οριστικοποιήσει τις οριζόντιες μειώσεις των παροχών για το σύνολο των ασφαλισμένων και συνταξιούχων.