Η χαρτογράφηση των άκρων στη Γηραιά Ηπειρο

Πώς η οικονομική κρίση, η πανδημία και τελευταία ο πόλεμος στην Ουκρανία έδωσαν τροφή στον λαϊκιστικό, εθνικιστικό και αντιμεταναστευτικό λόγο.

Αλλοτε αναγεννημένη και άλλοτε μεταλλασσόμενη, την τελευταία δεκαετία η ευρωπαϊκή Ακροδεξιά έχει καταφέρει να ριζώσει για τα καλά στην κεντρική πολιτική σκηνή, έχοντας είτε τον πρώτο λόγο είτε ρόλο ρυθμιστή στις εκάστοτε κυβερνήσεις. Το 2022 ήταν μια «καλή χρονιά» για την Ακροδεξιά στην Ευρώπη. Για την ακρίβεια, ήταν μια «πολύ καλή χρονιά», καθώς η ορμή της κεφαλαιοποιήθηκε εκλογικά μέσα σε τρεις διαδοχικές αναμετρήσεις.

Η αρχή έγινε με τη Λεπέν

Αφετηρία, οι εκλογικές αναμετρήσεις στη Γαλλία τον περασμένο Απρίλιο. Η ηγέτιδα της εθνικιστικής ακροδεξιάς «Εθνικής Συσπείρωσης» Μαρίν Λεπέν δεν κέρδισε τις προεδρικές εκλογές, έφτασε όμως πολύ κοντά στην πηγή. Δύο μήνες αργότερα, στην κάλπη για τη γαλλική Εθνοσυνέλευση, το κόμμα της πολλαπλασίασε τον αριθμό των βουλευτών της, κατακτώντας 89 έδρες.

Τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Ιταλία, οι ψηφοφόροι έστειλαν καθαρό μήνυμα υπέρ μιας κυβέρνησης υπό την ηγεσία της μεταφασιστικής παράταξης «Αδέλφια της Ιταλίας» (FdI) της Τζόρτζια Μελόνι, με ποσοστό 26%. Και μπορεί μεν η Ακροδεξιά να συμμετείχε ήδη από τα μέσα της δεκαετίες του ’90 ως κυβερνητικός εταίρος στις κυβερνήσεις συνασπισμού στη χώρα, αυτή ωστόσο ήταν η πρώτη φορά που κατέκτησε την κορυφή, γεγονός που της εξασφάλισε και την ηγεσία της συμμαχίας.

Τον ίδιο μήνα, στη Σουηδία, αλλοτινό προπύργιο της ανεκτικότητας και των ανοιχτών θυρών σε πρόσφυγες και μετανάστες, το ένα πέμπτο των ψηφοφόρων ανέδειξε το ακροδεξιό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών (SD) – κόμμα με νεοναζιστικές ρίζες και σκληρή αντιμεταναστευτική πολιτική – δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη με ένα 20,5%, η οποία ήταν απαραίτητη για να σχηματιστεί κυβέρνηση.

Από το περιθώριο στην… επέλαση

Μόλις μερικές δεκαετίες νωρίτερα, η Ακροδεξιά βρισκόταν στο περιθώριο της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Σήμερα επελαύνει ως mainstream πολιτική και ιδεολογική τάση, κοντολογίς κανονικοποιείται, όπως υποστηρίζει πλήθος μελετητών του φαινομένου. Και αυτό ήρθε να επιβεβαιωθεί για άλλη μια φορά με τον πιο περίτρανο τρόπο πριν από λίγες ημέρες.

Η Φινλανδία, χώρα η οποία για πολλά χρόνια θεωρούνταν ότι είχε ανοσία στα εθνικολαϊκιστικά, αντιμεταναστευτικά κόμματα, έφερε την Ακροδεξιά στο κατώφλι της εξουσίας. Η πρωτοβουλία για τον σχηματισμό συνασπισμού βρίσκεται στα χέρια του κεντροδεξιού Πέτερι Ορπο. Το κόμμα του κατέλαβε οριακά την πρώτη θέση και η συνεργασία του με το ακροδεξιό Kόμμα των Φινλανδών (Finns), που ήρθε δεύτερο στην προτίμηση των ψηφοφόρων, φαντάζει αναπόφευκτη.

Την ίδια ώρα, η προ μηνών σύλληψη 25 ανδρών και γυναικών μελών της ακροδεξιάς οργάνωσης «Πολίτες του Ράιχ» (Reichsbürger) στη Γερμανία, η οποία σκόπευε να ανατρέψει διά της βίας το πολίτευμα και να εισβάλει μεταξύ άλλων στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο για να συλλάβει πολιτικούς, είναι μια σημαντική υπενθύμιση ότι η ακροδεξιά απειλή δεν προέρχεται μόνο από πολιτικά κόμματα.

Ο κοινός παρονομαστής

Πώς όμως η Ακροδεξιά καταφέρνει να κεφαλαιοποιήσει τη ρητορική της σε εκλογικές επιτυχίες; Ποια αντανακλαστικά λειτουργούν στα εκλογικά σώματα; Και γιατί συμβαίνουν ή… ξανασυμβαίνουν όλα αυτά τώρα; Σε όλες τις παραπάνω χώρες και όχι μόνο, υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, η σωρευμένη κόπωση ετών από αλλεπάλληλες κρίσεις είναι ένας βασικός λόγος. Ενας δεύτερος είναι η δημοσιονομική κρίση χρέους που ξέσπασε την άνοιξη του 2010 στην ευρωζώνη, η οποία επέβαλε την υιοθέτηση πολιτικών λιτότητας που δοκίμασαν τους λαούς και γονάτισαν τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα. Η προσφυγική-μεταναστευτική κρίση το 2015, η οποία συνέπεσε χρονικά με αλλεπάλληλα τρομοκρατικά χτυπήματα και συνδέθηκε με το θέμα της ασφάλειας, είναι ένας τρίτος λόγος, ενώ η πανδημία του κορωνοϊού από το 2020 κι έπειτα, όπου βρήκε πρόσφορο έδαφος ένα πλήθος θεωριών συνωμοσίας, προσέφερε ακόμα μια δεξαμενή ψηφοφόρων για τα ακροδεξιά κόμματα. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθούν ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση, η εξέλιξη των οποίων είναι άγνωστη.

Ιδεολογικό κενό και λαϊκισμός

Τα γεγονότα αυτά διαμόρφωσαν ένα τοπίο προσαρμοσμένο στα μέτρα της Ακροδεξιάς και κάθε είδους εθνικιστικού, αντιμεταναστευτικού – ευρωσκεπτικιστικού λαϊκισμού, κινητοποιώντας ψηφοφόρους που αναζητούσαν πολιτική εκπροσώπηση σε νέες δεξαμενές. Οι παλιές δυνάμεις φάνταζαν ανίκανες να δώσουν λύσεις ή όταν τις έδιναν ήταν οδυνηρές, ενώ σε πολλές περιπτώσεις κατέρρεαν υπό το βάρος διαφθοράς και σκανδάλων. Ετσι η επιτυχία των ακροδεξιών δυνάμεων που «βρέθηκαν μπροστά σε ένα ιδεολογικό κενό από την πλευρά των κυρίαρχων κομμάτων», όπως σημειώνει σε πλήθος σχετικών αναλύσεών του ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια Κας Μουντ, ήταν νομοτελειακή.

Και αφού παραμέρισε τον ορθό λόγο και αμφισβήτησε τη χρησιμότητα των δημοκρατικών δυνάμεων, εκμεταλλευόμενη τις κοινωνικές ανασφάλειες, την απογοήτευση από τις πολιτικές ελίτ και κυρίως την έλλειψη προοπτικής εξόδου από τον φαύλο κύκλο του δυσβάσταχτου κόστους διαβίωσης, κατάφερε σήμερα να είναι κυρίαρχη τάση.

Η εισβολή ωστόσο των ακροδεξιών κομμάτων στο ευρωπαϊκό πολιτικό ρεύμα δεν είναι ομοιογενές φαινόμενο. Ορισμένες χώρες έχουν αντισταθεί στην εμφάνισή τους, αλλού έχουν καταποντιστεί. Ωστόσο, σε κάποιες χώρες κυβερνούν, σε άλλες αποτελούν ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων. Και σε μια τρίτη περίπτωση, είναι ανερχόμενες δυνάμεις, δείχνοντας ότι η απειλή για τη δημοκρατία στην ευρωπαϊκή ήπειρο είναι υπαρκτή.

Ο παράγοντας του Κρεμλίνου

Πολλώ δε μάλλον όταν έμπρακτα ένα αυταρχικό καθεστώς, το οποίο έχει ανατρέψει βίαια διεθνείς κανόνες, αμφισβητεί τα σύνορα μιας κυρίαρχης χώρας και διεξάγει έναν πόλεμο στην καρδιά του ευρωπαϊκού εδάφους, διατηρεί δεσμούς με την Ευρώπη μέσω ακροδεξιών σχηματισμών.

Είναι τεκμηριωμένη η οικονομική στήριξη που παρείχε η Μόσχα το 2015 μέσω ρωσικής τράπεζας στο κόμμα της Μαρίν Λεπέν. Είναι απροκάλυπτη η σχέση του ακροδεξιού αυστριακού Κόμματος της Ελευθερίας (FPÖ) με τη ρωσική ελίτ, οι ηγέτες του έχουν επαινέσει μάλιστα τις πολιτικές της Μόσχας, όπως τη ρωσική εισβολή στη Γεωργία τον Αύγουστο του 2008. Και είναι ηλίου φαεινότερο πως το αυταρχικό μοντέλο του Βλαντίμιρ Πούτιν προωθείται από τον ακραίο εθνικιστή πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν

Πού είναι ρυθμιστής

Φινλανδία: «Βλέπουν» κυβέρνηση με άξονα την οικονομία

Ρίκα Πούρα, Φινλανδία

Στη Φινλανδία ένα νέο πολιτικό σκηνικό έχει διαμορφωθεί μετά την πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση που κατέστησε το ακροδεξιό «Κόμμα των Φινλανδών» (Finns Party) δεύτερο στην προτίμηση των ψηφοφόρων. Μάλιστα, το κόμμα με επικεφαλής τη Ρίικα Πούρα ενίσχυσε τα ποσοστά του κατά σχεδόν 2,5% σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές, ενώ κατέλαβε και 7 παραπάνω έδρες στο φινλανδικό κοινοβούλιο. Μολονότι οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης δεν έχουν ολοκληρωθεί, ο ηγέτης του κεντροδεξιού κόμματος Εθνική Συμμαχία (NCP) Πέτερι Ορπο, που κατέλαβε με μικρή διαφορά την πρώτη θέση, κλείνει το μάτι στην ηγεσία της Ακροδεξιάς, με την οποία μοιράζεται κοινές πεποιθήσεις σε ό,τι αφορά την οικονομική εξυγίανση της χώρας.

Σουηδία: Τους έδωσε… αέρα η μεταναστευτική κρίση

Εδώ και έναν χρόνο η Σουηδία έχει κυβέρνηση που στηρίζεται από το ακροδεξιό κόμμα των Σουηδών Δημοκρατών (SD) του Τζίμι Ακεσον. Στις περσινές εκλογές κατέλαβε το 20,5%, εξασφαλίζοντας 73 από τις 349 έδρες στη Βουλή. Η εξέλιξη αυτή φάνταζε αδιανόητη πριν από μία δεκαετία, όμως η μεταναστευτική κρίση έδωσε αέρα στα πανιά του SD. Η Σουηδία υποδέχθηκε σχεδόν 250.000 αιτούντες άσυλο, περισσότερους δηλαδή από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα σε σύγκριση με τον πληθυσμό της. Η επιρροή του ακροδεξιού κόμματος είναι εμφανής στο κυβερνητικό πρόγραμμα, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων δεσμεύσεις για ριζική αναμόρφωση του ποινικού κώδικα και αυστηροποίηση των μεταναστευτικών πολιτικών.

Πού κυβερνά

Ιταλία: «Νομιμοποιήθηκε» μέσα από τις συμμαχίες

Τζόρτζια Μελόνι, Ιταλία

Η ανάδειξη της Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία, τρίτη οικονομία της ευρωζώνης, είναι το αποκορύφωμα μιας τριαντάχρονης πορείας νομιμοποίησης της Ακροδεξιάς μέσω της συμμετοχής της σε συνασπισμούς εξουσίας. Αρχής γενομένης από το 1994, όταν ο πρώην πρωθυπουργός και μεγιστάνας των ιταλικών μίντια Σίλβιο Μπερλουσκόνι συμμάχησε με την ξενοφοβική Εθνική Συμμαχία του Τζιανφράνκο Φίνι. Καθώς τα παραδοσιακά κόμματα που πέρασαν από την εξουσία όλα αυτά τα χρόνια εισέπρατταν την κοινωνική και πολιτική δυσαρέσκεια της οικονομικής κρίσης, των μεταναστευτικών ροών, της ενδημικής διαφθοράς αλλά και της εισοδηματικής ανισότητας Βορρά και Νότου, η πρωτιά της Μελόνι έμοιαζε πλέον αναπόδραστη και τελικά συνέβη στις πρόωρες εκλογές που διεξήχθησαν στη χώρα τον περασμένο Σεπτέμβριο.

Ουγγαρία: Αποδυνάμωση θεσμών και έλεγχος των media

Στην Ουγγαρία ο ηγέτης του συντηρητικού ξενοφοβικού Fidesz Βίκτορ Ορμπαν μπορεί να μην έχει την ταμπέλα, σίγουρα όμως διαθέτει τη «χάρη» ενός ηγέτη της άκρας Δεξιάς. Ενθαρρυμένος από τα ποσοστά του, τα οποία από το 2010 που βρίσκεται στην εξουσία ξεπερνούν το 50% (πέρυσι κατέλαβε το 54,1%, ήτοι 135 από τις 199 έδρες στη Βουλή), ο Ορμπαν έχει καταφέρει να μετατρέψει τη χώρα από μια φιλελεύθερη δημοκρατία σε ένα μη φιλελεύθερο κράτος, αποδυναμώνοντας τους θεσμούς και ελέγχοντας όλο το μιντιακό τοπίο. Μεταξύ άλλων έχει ενστερνιστεί ανοιχτά λαϊκιστικές ριζοσπαστικές θέσεις, χαιρετίζεται ως προστάτης του χριστιανισμού, του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της παραδοσιακής οικογένειας και διατηρεί δεσμούς με ακροδεξιούς ηγέτες άλλων ευρωπαϊκών κομμάτων.

Πολωνία: Στο στόχαστρο η Δικαιοσύνη και η LGBTQ κοινότητα

Η ιστορία της Ακροδεξιάς στην Πολωνία είναι παρόμοια με αυτή της Ουγγαρίας. Το σημερινό κυβερνών υπερσυντηρητικό και εθνικιστικό κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), του Ματέους Μοραβιέτσκι, που για δύο δεκαετίες κινήθηκε από το Κέντρο στην Ακροδεξιά, θριάμβευσε στις εκλογές του 2019 εξασφαλίζοντας το 43,6%. Το κόμμα έχει μετατρέψει τα κρατικά μέσα ενημέρωσης σε όργανα κομματικής προπαγάνδας, έχει επιτεθεί στο ανεξάρτητο δικαστικό σώμα, ενώ υπερασπίζεται σθεναρά τη λεγόμενη παραδοσιακή οικογένεια και αντιτίθεται στα δικαιώματα των LGBTQ, συχνά σε στενή συνεργασία με την Καθολική Εκκλησία. Μάλιστα, αίσθηση και πολλές αντιδράσεις είχαν προκαλέσει δηλώσεις του Μοραβιέτσκι το 2018 για Εβραίους αυτουργούς του Ολοκαυτώματος.

Πού ενισχύεται

Αυστρία: Οι δημοσκοπήσεις του δίνουν την πρωτιά

Η δύναμη της σκληρής Δεξιάς εμφανίζεται ενισχυμένη στην Αυστρία μέσω του Κόμματος της Ελευθερίας (FPÖ) υπό τον Χέρμπερτ Κικλ. Τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το FPÖ είναι το ισχυρότερο κόμμα της Αυστρίας, καθώς συγκεντρώνει σχεδόν πάνω από 28% στην προτίμηση ψήφου, μια αύξηση ιδιαίτερα σημαντική αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι στις τελευταίες εθνικές εκλογές της Αυστρίας το 2019 είχε λάβει κάτι παραπάνω από 16%. Η πρόσφατη συμμετοχή του στην κυβέρνηση συνεργασίας στο κρατίδιο της Κάτω Αυστρίας με το αυστριακό κεντροδεξιό ÖVP, που βγήκε μεν πρώτο αλλά με ποσοστό 10% στις τοπικές εκλογές, θεωρείται από τους αναλυτές προάγγελος για τις εθνικές εκλογές του 2024.

Ισπανία: Νοσταλγοί του Φράνκο σε συνεχή άνοδο

Σαντιάγκο Αμπασκάλ, Ισπανία

Ποιος θα φανταζόταν ότι στην Ισπανία, μια χώρα με νωπές μνήμες από ένα δικτατορικό καθεστώς, οι νοσταλγοί του Φράνκο θα αποκτούσαν ισχυρή εκπροσώπηση σε τοπικό κοινοβούλιο; Το ακροδεξιό υπερεθνικιστικό και αντιμεταναστευτικό κόμμα Vox του Σαντιάγκο Αμπασκάλ που εισήλθε στους κόλπους της εκτελεστικής εξουσίας της Καστίλης και Λεόν πριν από έναν χρόνο, δεν κρύβει τις φιλοδοξίες του να επαναλάβει την εκλογική επιτυχία στις προσεχείς εκλογικές αναμετρήσεις, τόσο στις αυτοδιοικητικές εκλογές του προσεχούς Μαΐου όσο και τις βουλευτικές στο τέλος του χρόνου, προκειμένου να καταστεί ισχυρός παράγοντας στο προσκήνιο της ισπανικής πολιτικής. Στις κάλπες του 2019 είχε φτάσει σε ποσοστό 15,1% ενισχύοντας τις επιδόσεις του σχεδόν κατά 5%.

Πορτογαλία: Το κόμμα που καβάλησε το «κύμα της πανδημίας»

Το ερώτημα είναι αν και η Πορτογαλία – επίσης χώρα με πολύχρονη δικτατορία – θα προσφέρει την πολιτική ευκαιρία στην Ακρα Δεξιά υπό τον πολιτικό σχηματισμό «CΗEGA!», δηλαδή «Φτάνει!» του 40χρονου Αντρέ Βεντούρα. Ενός κόμματος που από το 1,49% που είχε σημειώσει στις ευρωεκλογές του 2019 μπόρεσε μέσα από τη συνθήκη της πανδημίας και της συνεπαγόμενης οικονομικής κρίσης να εξασφαλίσει στις προεδρικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2021 ένα 11,9% και έναν χρόνο αργότερα ποσοστό 7,28% σε εθνικό επίπεδο και 12 έδρες στο πορτογαλικό κοινοβούλιο. Δεν είναι τυχαίο, όσον αφορά την επιτυχία του, ότι το κόμμα ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 2019, δηλαδή έναν χρόνο πριν από το σοκ που προκάλεσε παγκοσμίως ο κορωνοϊός…

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.