Το επιβλητικό κτίριο της Βουλής των Ελλήνων συμβαδίζει με την πολυκύμαντη πολιτική ιστορία του τόπου και συμβολίζει τις προσπάθειες εμπέδωσης των δημοκρατικών θεσμών και της λαϊκής κυριαρχίας ως θεμελίου του πολιτεύματος. Είναι το θέατρο των εξελίξεων και ο αδιάψευστος μάρτυρας των συγκλονιστικότερων ιστορικών γεγονότων καθώς και των πισωγυρισμάτων στη δύσκολη αυτή πορεία.
Οι παλαιότερες παρεμβάσεις
Τα άλλοτε Παλαιά Ανάκτορα των Αθηνών του βασιλιά Οθωνα (εγκαταστάθηκε σε αυτά το 1843, η δε ανέγερσή τους ξεκίνησε το 1836) και μετέπειτα έδρα της Βουλής και της Γερουσίας με απόφαση της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου το 1929 (η αίθουσα της Γερουσίας εγκαινιάστηκε το 1934 και της Βουλής έναν χρόνο μετά) υπέστησαν στη διάρκεια του χρόνου παρεμβάσεις που αντιστοιχούσαν στις πολιτικές μεταβολές των συνθηκών.
Η ριζικότερη παρέμβαση από την κατασκευή του συντελέστηκε το 1930 με τη μετατροπή του κτιρίου σε Μέγαρο Βουλής και Γερουσίας πάνω σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ανδρέα Κριεζή, με τις στατικές επεμβάσεις στον φέροντα οργανισμό των περιμετρικών πτερύγων, την κατεδάφιση της κεντρικής πτέρυγας και την κατασκευή νέας για τη στέγαση των Αιθουσών συνεδριάσεων Βουλής και Γερουσίας.
Είχαν προηγηθεί και άλλες αλλαγές και επεμβάσεις στην αρχική κατασκευή λόγω των δυο μεγάλων πυρκαγιών των Ανακτόρων: του 1884, που αποτεφρώθηκε ο δεύτερος όροφος της βορινής πτέρυγας, και του 1909, που κατέστρεψε ολοσχερώς την κεντρική πτέρυγα και τα αντίστοιχα τμήματα της ανατολικής και δυτικής πτέρυγας αναγκάζοντας τη βασιλική οικογένεια να μετακινηθεί στο θερινό ανάκτορο του Τατοΐου.
Αποκατάσταση των επιχρισμάτων
Εκατόν ογδόντα χρόνια μετά την ολοκλήρωση του εμβληματικού κτιρίου και την εγκατάσταση σε αυτό του Οθωνα και της Αμαλίας, η Βουλή των Ελλήνων αλλάζει την όψη της με την καθολική αποκατάσταση των επιχρισμάτων που την περιβάλλουν, έργο που συνιστά σημαντική τεχνική παρέμβαση για την ανάδειξη της αρχιτεκτονικής σπουδαιότητας του μεγάρου.
Οπως διαπιστώνουν οι αρμόδιοι, το έγχρωμο αυθεντικό επίχρισμα, μολονότι διατηρείται στις επίπεδες επιφάνειες, στον κορμό και τις αετωματικές στέψεις του κτιρίου, διατηρείται σε μέτρια κατάσταση με σημαντικές βλάβες, που έχουν προκληθεί εξαιτίας της διείσδυσης υγρασίας στις εξωτερικές τοιχοποιίες του κτιρίου.
Ο Πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας υπέγραψε τη σύμβαση για την εκπόνηση των σχετικών μελετών με σκοπό να προσδιορισθεί ο τρόπος παρέμβασης και αποκατάστασης των όψεων του Μεγάρου καθώς και ο προϋπολογισμός του έργου.
Στόχος της μελέτης που ανέλαβε το αρχιτεκτονικό γραφείο του Θεμιστοκλή Μπιλή και της Μαρίας Μαγνήσαλη είναι «η διεπιστημονική τεκμηρίωση της υφιστάμενης κατάστασης και η πρόταση της επίλυσης των προβλημάτων που παρουσιάζουν οι όψεις του Κοινοβουλίου». Ουσιαστικά η σύμβαση αφορά την εκπόνηση τεσσάρων τεχνικών μελετών: τοπογραφική, αρχιτεκτονική, στατική και μελέτη συντήρησης υλικών. Και ο συνολικός προϋπολογισμός της μελέτης ανέρχεται στο ποσό των 136.400 € (110.000 ευρώ συν ΦΠΑ 24%), ενώ η συνολική διάρκεια εκπόνησής της ανέρχεται σε 6 μήνες από την υπογραφή της.
Η φθορά του χρόνου και η ώρα της ανακαίνισης
Οπως ανακοινώθηκε αρμοδίως, οι εξωτερικές όψεις του Μεγάρου της Βουλής έχουν υποστεί ποικίλες τοπικές επισκευές σε πολλές περιοχές, καθώς σε πλείονες φάσεις της ιστορίας του κτιρίου υπήρξαν αιτίες για την επισκευή ή αντικατάσταση των επιχρισμάτων.
Κατά τη δεκαετία του 1980 πραγματοποιήθηκαν αρκετές τοπικές αποκαταστάσεις στα επιχρίσματα, ενώ τη δεκαετία του 1990 πραγματοποιήθηκαν μόνο μικρής κλίμακας αποκαταστάσεις. Από τον Φεβρουάριο του 2023 ξεκίνησε διερεύνηση για την αποκατάσταση των όψεων λόγω των σοβαρών προβλημάτων που είχαν ήδη καταγραφεί.
Ηδη στην προαναφερθείσα χρονική περίοδο παρουσίαζαν ραγίσματα, φουσκώματα και κουφώματα, δίνοντας σαφείς ενδείξεις ότι έχουν χάσει τη συνάφειά τους με τη λιθοδομή, και σίγουρα δεν συνέβαλλαν πλέον στην προστασία της από εισερχόμενη υγρασία. Μάλιστα τον Ιανουάριο του 2024 έπεσαν τμήματα σοβάδων της δυτικής όψης και χρειάστηκαν παρεμβάσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης με τη συνδρομή της Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων του ΥΠΠΟ. Ηταν το «καμπανάκι» για να ληφθούν γενναία μέτρα. Υπήρξαν επιτόπιοι έλεγχοι και αξιολόγηση από αρμόδιο κλιμάκιο που έκρινε επιβεβλημένη τη συνολική αποκατάσταση των όψεων και των αρχιτεκτονικών στοιχείων του λόγω της πτώσης επιχρισμάτων σε πολλά σημεία διάσπαρτα περιμετρικά για την αποφυγή ατυχημάτων, αλλά και τη διατήρηση του Μεγάρου.
Ετσι, μετά τη σύμφωνη γνώμη του ΥΠΠΟ που έχει τον καθοριστικό λόγο για τις όλες τις επεμβάσεις εντός και εκτός του κτιρίου, αποφασίστηκε ότι μετά από σχεδόν δύο αιώνες ήρθε η ώρα να γίνει η συνολική αποκατάσταση που υπολογίζεται ότι θα διαρκέσει δύο χρόνια. Επιπλέον, η συντήρηση των επιχρισμάτων θα γίνει με ενεργειακά υλικά συμβατά με τα αυθεντικά, διαπνέοντα και φιλικά στον άνθρωπο και το περιβάλλον ώστε να συντελέσουν στην ενεργειακή αναβάθμιση του κτιρίου.
Η αναβάθμιση του φωτισμού
Στο γενικότερο σχέδιο της ενεργειακής αναβάθμισης αλλά και ανάδειξης του ιστορικού Μεγάρου της Βουλής των Ελλήνων εντάσσεται και η αναβάθμιση του φωτισμού του που ήδη ολοκληρώθηκε. Αφορά τον φωτισμό των όψεων του κτιρίου των προαύλιων χώρων και όλων των αρχιτεκτονικών στοιχείων σε αυτούς (αγάλματα, οικίσκοι), συμπεριλαμβανομένου και του χώρου του Μνημείου του Αγνωστου Στρατιώτη, του σταθμού Οχημάτων καθώς και του τηλεοπτικού φωτισμού των αιθουσών συνεδριάσεων προϋπολογισμού 1.900.000 € (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 24%), χρηματοδοτούμενου μέσω του προγράμματος του Πράσινου Ταμείου «Δράσεις Περιβαλλοντικού Ισοζυγίου».
Η αισθητική αναβάθμιση της εικόνας του μεγάρου και του περιβάλλοντος χώρου μέσω του νέου ψηφιακού φωτισμού με φωτεινές πηγές τεχνολογίας LED υψηλής χρωματικής συνοχής έχει προκαλέσει ιδιαίτερα θετικές εντυπώσεις. Από τη δύση του ήλιου και μετά η νέα φωτεινή σύνθεση των όψεων του Μεγάρου της Βουλής και του Μνημείου του Αγνωστου Στρατιώτη εξελίσσεται ήπια κατά την πάροδο της βραδιάς, ενώ προγραμματισμένες σκηνές διαφορετικών εντάσεων φωτισμού διαδέχονται η μία την άλλη με εξαιρετικά ήπιες μεταβάσεις οι οποίες ανακαλούνται από το ψηφιακό σύστημα ελέγχου αυτόματα ανά ώρα, ημέρα και εποχή.
Μάλιστα έχει ληφθεί ειδική μέριμνα ώστε οι συνθέσεις φωτισμού μετά τα μεσάνυχτα να προσαρμόζονται σε πολύ χαμηλά επίπεδα τα οποία παραμένουν φιλικά προς τον σκοτεινό ουρανό. Προβλέφθηκε η νέα δυνατότητα του συστήματος φωτισμού να μεταβάλλει αυτόματα τη θερμοκρασία του χρώματος του φωτός από ψυχρό λευκό σε θερμό. Η εν λόγω μεταβολή λαμβάνει χώρα καθημερινά μετά τα μεσάνυχτα και έως την αυγή (μελετητής φωτισμού του έργου ήταν ο Αθανάσιος Ντανίλωφ – Danilof studio).