Το μέτρο της επιτυχίας στις περιφερειακές εκλογές του Οκτωβρίου έχει για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη ΝΔ απόλυτο χαρακτήρα.
Στόχος είναι η επικράτηση στις 12 Περιφέρειες όπου οι υποψηφιότητες έχουν αυστηρά κομματικά χαρακτηριστικά, ενώ μια ιδιαιτερότητα παρουσιάζει η Κρήτη, όπου η στήριξη προς τον Σταύρο Αρναουτάκη ήταν λίγο-πολύ αυτονόητη. Αφενός, επειδή αξιόλογη κομματική υποψηφιότητα δεν μπορούσε να εξευρεθεί και, αφετέρου, επειδή πρόκειται για μια επιλογή η οποία εξυπηρετεί και την τακτική των πολιτικών διευρύνσεων και συμβολισμών.
Βόρειο Αιγαίο και Πελοπόννησος
Υπό αυτό το πρίσμα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν κρύβει την πολιτική βαρύτητα που ο ίδιος προσδίδει στις αυτοδιοικητικές εκλογές και ιδιαίτερα στις περιφερειακές. Εχει τεθεί επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας σε μία ακόμα αναμέτρηση, από την οποία προσδοκά – παρά τις περί του αντιθέτου δημόσιες δηλώσεις – την επιβεβαίωση της πολιτικής κυριαρχίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τους πολιτικούς συσχετισμούς στις εκλογές της 21ης Μαΐου και της 25ης Ιουνίου.
Σε αυτή τη νέα εκλογική μάχη, δύο Περιφέρειες (πέραν αυτής της Αττικής και του σύντομου δράματος με την αποκήρυξη του Γιώργου Πατούλη) έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα: το Βόρειο Αιγαίο και η Πελοπόννησος.
Στη μεν πρώτη περίπτωση, επειδή η οριστική ρήξη με τον εν ενεργεία περιφερειάρχη, προερχόμενο από τη ΝΔ, Κώστα Μουντζούρη, οδήγησε στην επιλογή του στρατηγού ε.α. Αλκιβιάδη Στεφανή ως υποψηφίου.
Στη δε δεύτερη, επειδή έγινε η επιλογή να μη στηριχθεί ο νικητής των εκλογών του 2019 Παναγιώτης Νίκας και την Περιφέρεια να διεκδικήσει ο Δημήτρης Πτωχός, πρώην στενός συνεργάτης του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος τους τελευταίους μήνες είχε επιστρατευθεί ατύπως ως σύμβουλος και του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου.
Η σημασία που προσδίδεται από το Μέγαρο Μαξίμου σε αυτές τις δύο Περιφέρειες φανερώθηκε και από το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός ταξίδεψε κατά τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας κατά προτεραιότητα στη Μυτιλήνη και στη Μεσσήνη, εν μέσω διεθνών υποχρεώσεων και μετακινήσεων στην Κύπρο και στην Αίγυπτο, προκειμένου να στηρίξει τις υποψηφιότητες Στεφανή και Πτωχού, αντίστοιχα.
Κατά τις επισκέψεις και τις ομιλίες του, ο Πρωθυπουργός δεν έκρυψε, με έμμεσες αλλά και σαφέστερες αναφορές, τις ιδιαιτερότητες των συγκεκριμένων αναμετρήσεων. Ολοι όμως γνωρίζουν ότι στο φόντο δεσπόζουν και οι ισορροπίες εσωκομματικού χαρακτήρα, οι οποίες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επιχειρείται να διαφυλαχθούν στην παρούσα συγκυρία.
Χαρακτηριστική ήταν, μεταξύ των άλλων, η εμφατική προσωπική αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Αντώνη Σαμαρά, στη Μεσσήνη, το απόγευμα της Πέμπτης. Ξεκινώντας την ομιλία του, ο Πρωθυπουργός σημείωσε: «Αγαπητέ Πρόεδρε, αγαπητέ Αντώνη, κύριοι υπουργοί, κύριοι βουλευτές, κύριοι δήμαρχοι, φίλες και φίλοι. Θέλησα να βρεθώ κοντά σας, σήμερα, όχι μόνο για να τονίσω το ενδιαφέρον μου για την Πελοπόννησο, αυτόν τον ευλογημένο τόπο μας, όσο για να ευχαριστήσω και έναν άξιο περιφερειάρχη, τον Παναγιώτη Νίκα, που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην περιοχή και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Ταυτόχρονα όμως, είμαι εδώ για να ενθαρρύνω ένα νέο άξιο στέλεχος στη νέα του αφετηρία, τον Δημήτρη Πτωχό, ο οποίος θα είναι ο επόμενος περιφερειάρχης Πελοποννήσου».
Πίσω από τις ευχαριστίες
Παρά ταύτα, οι περισσότεροι από τους παρισταμένους γνώριζαν καλά ότι οι ευχαριστίες προς τον απερχόμενο περιφερειάρχη ήλθαν σε συνέχεια πρόσφατων δηλώσεών του στα μέσα Ιουλίου, στις οποίες μεταξύ άλλων είχε τονίσει ότι «η Περιφέρεια Πελοποννήσου έχει εκχωρηθεί στο σύστημα Σαμαρά», προτού επιτευχθεί τελικώς ένας συμβιβασμός και πέσουν οι τόνοι. Διαφορετικά χαρακτηριστικά, αλλά και κοινό παρονομαστή την «παράμετρο Σαμαρά», έχει η εκλογική μάχη στο Βόρειο Αιγαίο. Σε αυτή την περίπτωση, ο Κώστας Μουντζούρης είχε εκλεγεί το 2019 ως «αντάρτης» της ΝΔ, απέναντι στη επίσημη υποψήφια Χριστιάννα Καλογήρου. Παρασκηνιακά ήταν γνωστό ότι ο εκλεγείς περιφερειάρχης είχε τη στήριξη του βουλευτή Λέσβου, Χαράλαμπου Αθανασίου, ο οποίος ήταν ένα από τα πλέον προβεβλημένα «σαμαρικά» στελέχη της περιόδου 2012-2015.
Στη συνέχεια οι σχέσεις του περιφερειάρχη με το Μέγαρο Μαξίμου διερράγησαν με επεισοδιακούς τρόπους, ακόμα και με δημόσιες, περιφρονητικές αναφορές του Κώστα Μουντζούρη για τον Πρωθυπουργό.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι ιδιαιτερότητες και η σημασία των δύο αυτών εκλογικών αναμετρήσεων, αφενός, φανερώνουν πολλά για τις εσωκομματικές ισορροπίες και τη μάχη επιρροής η οποία εκτυλίσσεται παρασκηνιακά στη ΝΔ, αφετέρου, θα διαμορφώσουν, μέχρις ενός σημείου, το κλίμα στο εσωτερικό του κόμματος και την αντανάκλασή του σε κάποια τμήματα της ΚΟ.
Ως προς αυτά, οι ειδικές αναφορές του Κυριάκου Μητσοτάκη στις δύο ομιλίες του στη Μυτιλήνη και στη Μεσσήνη ήταν χαρακτηριστικές, έστω και αν ο τόνος ήταν υπαινικτικός.
Ο «γαλάζιος χάρτης» και το όραμα
Την Πέμπτη, κατά τον χαιρετισμό του για τη στήριξη του Δημήτρη Πτωχού, ο Πρωθυπουργός ανέφερε μεταξύ των άλλων: «Δεν το έχω κρύψει, το είπα και πριν από λίγες ημέρες όταν βρέθηκα στη Μυτιλήνη, ότι θέλουμε να δώσουμε κομματικό χρώμα στις περιφερειακές εκλογές. Οχι για να βάψουμε και πάλι τον χάρτη γαλάζιο. Αυτόν τον βάψαμε γαλάζιο δύο φορές στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου. Αλλά για έναν πολύ απλό και πρακτικό λόγο: θέλουμε ανθρώπους οι οποίοι να συμμερίζονται το όραμά μας, με τους οποίους μπορούμε να συνεργαστούμε καλά».
Λίγες ημέρες νωρίτερα, κατά την παρουσίαση της υποψηφιότητας του Αλκιβιάδη Στεφανή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνιζε:
«Σκοπός μου δεν είναι να αποκομίσω κομματικά οφέλη από αυτή την εκλογική αναμέτρηση. Εξάλλου, καταφέραμε και κερδίσαμε τις εκλογές με υψηλότερο ποσοστό από αυτό το οποίο είχαμε πετύχει το 2019». Παράλληλα όμως, στην ίδια ομιλία κατέστησε σαφές ότι ο ίδιος προσδίδει πολύ διαφορετική βαρύτητα στις περιφερειακές εκλογές, σε σχέση με την αντίστοιχη των δημοτικών:
«Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι τραβούμε μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ των εκλογών για περιφερειάρχες, των εκλογών τοπικής αυτοδιοίκησης δεύτερου βαθμού, όπου, ναι, πηγαίνουμε με κομματικές υποψηφιότητες και ζητούμε από τα κομματικά μας στελέχη να δώσουν τον αγώνα συντεταγμένα για να στηρίξουν την υποψηφιότητα του κόμματος» ανέφερε και συμπλήρωσε: «Και, προφανώς, των αυτοδιοικητικών εκλογών πρώτου βαθμού, όπου θεωρούμε ότι οι τοπικές κοινωνίες γνωρίζουν καλύτερα ποιος είναι ο πιο κατάλληλος να τους εκπροσωπήσει σε επίπεδο δήμου και δημοτικού συμβουλίου. Εκεί, εκ των πραγμάτων, ο ρόλος του κόμματος, της στήριξης του κόμματος, είναι πολύ πιο χαλαρός».