Η σκιά έπεσε. Αλλά ήρθε για να μείνει; Ή ο χρόνος – και η ροή των γεγονότων – θα προσφέρει στην κυβέρνηση τη διέξοδο που αναζητεί; Η απάντηση δεν βρίσκεται στη «μήτρα του κακού», που είναι η υπόθεση των παρακολουθήσεων, αλλά στα πολιτικά αποτελέσματα που γεννά. Δεν εντοπίζεται στο κινητό του Νίκου Ανδρουλάκη, αλλά σε ό,τι συντηρεί την υπόθεση στον αφρό – από τις διαρροές στο σουρωτήρι της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας έως τον θόρυβο που παράγουν τα ηχεία του Καραμανλή.
Εως ότου δοθεί η απάντηση, όμως, μπορεί κανείς να εντοπίσει στους απότοκους της «μήτρας του κακού» κάτι ακόμη. Μπορεί να διαπιστώσει πώς ο θεσμικός χαρακτήρας της υπόθεσης μεταβολίστηκε σε μια μάχη βγαλμένη από τα παλαιομνημονιακά χαρακώματα. Από υπόθεση δημοκρατίας και κράτους δικαίου, το ωστικό κύμα της οποίας έφτασε ως τις Βρυξέλλες, οι παρακολουθήσεις έγιναν μια υπόθεση εσωτερικής πολιτικής, βασικό χαρακτηριστικό της οποίας είναι η επιδίωξη της ρεβάνς από τον ΣΥΡΙΖΑ της «δεύτερης φοράς» και την τρίτη, κρυφή συνιστώσα της συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ που εκπροσωπούσε ως αρμός της εξουσίας ο Προκόπης Παυλόπουλος.
Η επιδίωξη της ρεβάνς φάνηκε ήδη από την άτσαλη αντιπολίτευση που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ, επιστρατεύοντας, στο όνομα της προστασίας των θεσμών, ακόμη και παραθεσμικές μεθόδους, όπως είναι η διάρρηξη της μυστικότητας των συνεδριάσεων της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Εγινε ακόμη πιο φανερό από μια σιωπή που έσπασε έπειτα από χρόνια. Ολη αυτή την περίοδο το ηχείο Καραμανλή έμεινε βουβό σε κάθε μείζον γεγονός. Η δίωξη δέκα πολιτικών προσώπων δεν αξιολογήθηκε ως απειλή για τον «ομαλό δημοκρατικό βίο», κανένα «άπλετο φως» δεν ζητήθηκε να χυθεί. Στην κακοτράχαλη πορεία της ελληνικής Δημοκρατίας, ο Καραμανλής δεν έβγαλε μισό αναστεναγμό. Μίλησε τώρα. Για να θυμίσει πως το μέτωπο που έχει συγκροτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ με τη λαϊκή Δεξιά δεν ήταν συντονισμένο με την υποτιθέμενη καραμανλική μακαριότητα: Περίμενε μια ευκαιρία ανασυγκρότησης, ένα momentum επανασύστασης.
Οτι τα υλικά της συγκολλητικής ουσίας έσπευσε να ανακατέψει κάνα δυο φορές ο Προκόπης Παυλόπουλος ήταν περίπου αναμενόμενο. Εξίσου αναμενόμενα ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπόρεσε να περιβάλει τις παρεμβάσεις του με το θεσμικό βάρος του αξιώματός του. Ηταν απλώς κάποιος της κρυφής συνιστώσας που μιλούσε, όχι εκείνος που είχε φτάσει στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Η παρέμβαση Καραμανλή, αντίθετα, αιφνιδίασε ακόμη και το Μαξίμου. Οχι επειδή φέρει το βάρος του πρώην πρωθυπουργού. Αλλά επειδή ο Καραμανλής μπορεί να μετατρέψει και τη μικρότερη ρωγμή στο εσωτερικό της ΝΔ σε ρήγμα. Μπορεί να κλονίσει την κυριαρχία Μητσοτάκη και να δημιουργήσει συνθήκες κρίσης ηγεσίας.
Ακόμη και αν οι επιδιώξεις του Καραμανλή φαντάζουν ακόμη απροσδιόριστες, δύσκολα μπορεί να πειστεί κανείς πως έκοψε έναν ρόλο στα μέτρα του υπερασπιστή της διαφάνειας και μόνο. Ο ρόλος που καλλιεργεί και λιπαίνει όλα αυτά τα χρόνια με τη σιωπή του είναι αυτός του εγγυητή της ενότητας – όχι μόνο της ΝΔ, ούτε καν μόνο του πολιτικού συστήματος, του οποίου συντηρεί τις γέφυρες ανάμεσα στους πόλους, αλλά ολόκληρου του έθνους. Ο Καραμανλής μίλησε. Και μίλησε για να επιδιώξει τη δική του ρεβάνς.