«Αν κάποιος ήθελε να περιγράψει με όρους ποδοσφαίρου την προσπάθεια της ποινικής αναβάθμισης των ερευνών για την οπαδική βία, θα μπορούσε να πει ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να πετάξει την μπάλα στην… εξέδρα της Δικαιοσύνης» σχολίασε τις προηγούμενες ημέρες στο «Βήμα της Κυριακής» ανώτατος δικαστικός λειτουργός, χωρίς να κρύβει τον προβληματισμό του για το αν μπορεί στην υπόθεση αυτή να λειτουργήσει με την ίδια επιτυχία η «συνταγή» που ακολουθήθηκε στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής.
Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεωργία Αδειλίνη μελετά με προσοχή τα στοιχεία που της παρέδωσαν πρόσφατα ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Γιάννης Οικονόμου και ο αναπληρωτής υπουργός Αθλητισμού Γιάννης Βρούτσης, οι οποίοι μετά τη δολοφονική επίθεση σε βάρος του 31χρονου αστυνομικού στη διάρκεια επεισοδίων έξω από το γήπεδο «Μελίνα Μερκούρη» στην περιοχή του Ρέντη, ζήτησαν την ποινική αναβάθμιση της έρευνας για υποθέσεις οπαδικής βίας που παραπέμπουν σε αξιόποινη δράση εγκληματικής οργάνωσης.
Το αίτημα προς την Εισαγγελία Πειραιά
Η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός, υπό το βάρος του θεσμικού της ρόλου, πριν ακόμα δεχθεί την επίσκεψη των υπουργών στο γραφείο της, πρώτη εκείνη, με σαφή παραγγελία της προς την Εισαγγελία Πειραιά ζητούσε να ανοίξει η «βεντάλια» της δικαστικής έρευνας για την υπόθεση των πρόσφατων αιματηρών επεισοδίων και να ερευνηθεί η τυχόν τέλεση των ποινικών αδικημάτων υπό το πρίσμα της εγκληματικής οργάνωσης.
«Τα 200 ονόματα σκληρών χούλιγκαν από όλες τις ομάδες, ανά την επικράτεια, οι υποθέσεις δολοφονίας του οπαδού της ΑΕΚ Μιχάλη Κατσούρη ή και παλαιότερες που φτάνουν μέχρι τη δολοφονία του Μιχάλη Φιλόπουλου, το 2007, οι επιθέσεις σε βάρος διαιτητών και δημοσιογράφων που έχουν καταγγελθεί από τον ΠΣΑΤ, αλλά και η πιθανή διασύνδεση αξιόποινων συμπεριφορών με οπαδικό υπόστρωμα με αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου, αποτελούν ένα σύνθετο ψηφιδωτό, που απαιτεί στοχευμένο δικονομικό χειρισμό για να ερευνηθούν σε βάθος όλες αυτές οι υποθέσεις, να «δεθούν» οι δικογραφίες με ισχυρές ενδείξεις που θα οδηγήσουν εν τέλει τους δράστες στο εδώλιο του κατηγορουμένου και δεν θα ξεφουσκώσουν λόγω έλλειψης στοιχείων, όπως έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν» έλεγε η ίδια δικαστική πηγή στο «Βήμα» θέλοντας να καταδείξει τις αντικειμενικές δυσκολίες της πολύ σοβαρής αυτής έρευνας που αναμένεται άμεσα να ξεκινήσει.
Ολες αυτές τις παραμέτρους τις γνωρίζει και τις σταθμίζει καλύτερα από τον καθένα η ανώτατη εισαγγελέας η οποία το πρωί της Δευτέρας με νέα εισαγγελική παραγγελία, χάραξε επί της ουσίας και την κατεύθυνση των ερευνών.
Ο κίνδυνος μιας δυσκίνητης δικογραφίας
Εκτιμήσεις νομικών και δικαστικών πηγών λαμβάνοντας υπόψη τους το γεγονός ότι η έρευνα αφορά πρόσωπα «υψηλού κινδύνου», όπως έχουν χαρακτηριστεί, τα οποία όμως ανήκουν σε διαφορετικές ομάδες, επισημαίνουν πως ακόμα και αν εμφανίζονται να έχουν επαναλαμβανόμενη αξιόποινη δράση, εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να αποτελούν μέλη της ίδιας οργάνωσης.
Επιπλέον, όπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές, η συνένωση όλων των εκκρεμών δικογραφιών ανά την Ελλάδα υπό ανώτατο εισαγγελικό λειτουργό, όπως είχε γίνει με τη Χρυσή Αυγή, ενέχει τον κίνδυνο να συγκεντρωθούν σε μία τεράστια και εν τέλει δυσαπόδεικτη και δυσκίνητη δικογραφία κατηγορούμενοι από διαφορετικές ομάδες, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τους όρους μιας ασφαλούς ποινικής δίκης, εάν και εφόσον βέβαια η Δικαιοσύνη καταλήξει με βάση στοιχεία στην παραπομπή σε δίκη υπαιτίων τέτοιων εγκλημάτων.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η υπόθεση της οπαδικής βίας είναι πολύ σοβαρή και πέρα από τις όποιες δικαστικές διαστάσεις της αναμφίβολα αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο, γι’ αυτό και για την αντιμετώπισή του δεν αρκεί μόνο η ποινική έρευνα, ούτε η καταστολή για την οποία υπάρχει επαρκές νομοθετικό πλαίσιο, αλλά απαιτούνται, όπως όλοι συμφωνούν, στοχευμένα μέτρα και στην κατεύθυνση της πρόληψης, με αφετηρία ακόμα και μέσα από τις σχολικές τάξεις.