Η επόμενη φάση διαμόρφωσης του πολιτικο-κοινωνικού σκηνικού εξελίσσεται στην πορεία προς τις κάλπες των ευρωεκλογών και στο Μέγαρο Μαξίμου επιχειρούν να αξιολογήσουν την κινητικότητα η οποία πυροδοτήθηκε κατά το διάστημα των τελευταίων εβδομάδων, κυρίως στον χώρο της Δεξιάς και με διάφορες αφορμές.

Με βάση τις δημοσκοπήσεις, η κυβέρνηση εξακολουθεί να κινείται ουσιαστικά ανενόχλητη από την αντιπολίτευση, η οποία είτε αναζητεί βηματισμό και πολιτικό περιεχόμενο (στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ) είτε παραμένει ουσιαστικά στάσιμη και δίχως δυναμική (ΠαΣοΚ).

Υπό αυτή τη συνθήκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης βλέπει και γνωρίζει ότι η σημαντικότερη πολιτική απειλή για τον ίδιο και την κυβέρνησή του είναι η εκδήλωση δυσαρέσκειας και αποδοκιμασίας από μία μερίδα πολιτών, είτε για επιλογές ταυτοτικού χαρακτήρα των τελευταίων εβδομάδων, όπως ο γάμος των ομοφύλων, είτε λόγω αστοχιών σε κρίσιμα πεδία, όπως η ασφάλεια, η αντιμετώπιση της βίας και της ανομίας, ή η καλπάζουσα ακρίβεια.

Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με τα δημοσκοπικά ευρήματα, οδηγούν ορισμένους έμπειρους παρατηρητές, αναλυτές και πολιτικά στελέχη στην εκτίμηση ότι η βασική διαφαινόμενη παράμετρος μετριασμού της πολιτικής ηγεμονίας της ΝΔ και του Πρωθυπουργού διαμορφώνεται από την κινητικότητα η οποία παρατηρείται στη δεξιά πτέρυγα του κόμματος και του πολιτικού φάσματος.

 

Κάτω από το πέπλο της ακρίβειας

Από τη μία πλευρά αρχίζει και γίνεται αισθητό ότι με αφορμή ή πρόφαση τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών οι εκπρόσωποι της λεγόμενης λαϊκής Δεξιάς, ή όσοι επιλέγουν σε αυτή τη συγκυρία να αυτοπροσδιοριστούν έτσι, προετοιμάζονται για συσπειρώσεις και ομαδοποιήσεις, οι οποίες έως και σήμερα δεν είχαν εκδηλωθεί και πάντως όχι με οργανωμένο τρόπο. Από την άλλη, ήδη είναι ορατές οι δημοσκοπικές απώλειες προς τη λαϊκιστική Δεξιά.

Οσο αυτά εξελίσσονται, ουδέτεροι παρατηρητές εκτιμούν ότι το πρόβλημα του Κυριάκου Μητσοτάκη από δεξιά πιθανώς να είναι μεγαλύτερο από ό,τι φαίνεται ή καταγράφεται αυτή την περίοδο και επισημαίνουν χαρακτηριστικά: «Ισως και να ήταν μεγαλύτερο και με πιο σαφή χαρακτηριστικά αν δεν κρυβόταν από το πέπλο του μεγάλου ζητήματος της ακρίβειας, το οποίο προς το παρόν έχει αντικειμενική εκδήλωση και όχι κάποιο ιδεολογικό πρόσημο».

Οι ανοιχτοί λογαριασμοί με τη «λαϊκή Δεξιά»

Παρά ταύτα, στους ίδιους κύκλους κυριαρχεί η αίσθηση ότι στο εσωτερικό της ΝΔ υπάρχουν εκκρεμότητες, οι οποίες τα προηγούμενα χρόνια είχαν υποβαθμιστεί. Η άποψη που αρχίζει να διαμορφώνεται και να ενισχύεται είναι ότι «δεν έχει γίνει ο τελικός λογαριασμός του Κυριάκου Μητσοτάκη με τα κεντρώα και φιλελεύθερα πολιτικοκοινωνικά χαρακτηριστικά του, με τη λαϊκή Δεξιά και τις διάφορες εκδοχές της». Ως προς αυτά, ορισμένα πολιτικά στελέχη και ανεξάρτητοι παρατηρητές εφιστούν την προσοχή, αφενός, στη συνέχεια που φαίνεται να έχει η αποστασιοποίηση του Κώστα Καραμανλή και το πώς επιδρά στη στάση ορισμένων βουλευτών οι οποίοι θέλουν να εμφανίζονται ότι πρόσκεινται σε αυτόν (από π.χ. τον Ευριπίδη Στυλιανίδη έως τον Μάξιμο Χαρακόπουλο, κ.ά.) και, αφετέρου, στη σαφή πλέον και πολυδιάστατη διαφοροποίηση του Αντώνη Σαμαρά, για πολλά και περισσότερο ή λιγότερο κρίσιμα, ξεκινώντας από τα ελληνοτουρκικά και φτάνοντας στον γάμο των ομοφύλων. Μένει να φανεί πώς και αν όλα αυτά θα μορφοποιηθούν, σε πρώτη φάση κατά την ψηφοφορία του νομοσχεδίου για τα ομόφυλα ζευγάρια και (κυρίως) αν θα υπάρξει άλλου τύπου συνέχεια και συζήτηση, εν όψει και του συνεδρίου της ΝΔ την προσεχή άνοιξη. Αξιοσημείωτη πάντως είναι σε αυτή τη συγκυρία η πληροφορία, σύμφωνα με την οποία ο Αντώνης Σαμαράς δεν περιορίζεται σε μία δημόσια διατύπωση των διαφωνιών του, αλλά παρασκηνιακά βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με μία ομάδα βουλευτών, με στόχο να τους πείσει να καταψηφίσουν το επίμαχο νομοσχέδιο και να μην περιοριστούν στην αποχή.

Οι κρίσιμοι αριθμοί και οι τάσεις στη βάση

Το κρίσιμο εν προκειμένω θα είναι ο συνολικός αριθμός των βουλευτών που θα καταψηφίσουν και αν αυτός θα καταγραφεί στη συνέχεια ως μία δυνάμει απειλή για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία (αν ανέλθει σε δέκα ή περισσότερους).

Κατά μία άλλη εκδοχή, η υφέρπουσα αυτή ρευστότητα στο εσωτερικό της ΝΔ υπενθυμίζει ότι στην εκλογική βάση του κόμματος υπάρχει μία σημαντική διαφοροποίηση, η οποία έχει και ταξικά χαρακτηριστικά. Τα υψηλά ποσοστά σε όλες τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις δεν προκύπτουν από μία πολιτικά ομοιογενή συμπαράταξη κοινωνικών ομάδων, αλλά από μία σαφή και κυριαρχική αποδοχή του Κυριάκου Μητσοτάκη στον χώρο του Κέντρου, σε συνδυασμό με μία προσήλωση του παραδοσιακού δεξιού ακροατηρίου στην κομματική του «κοιτίδα» και, φυσικά, ελλείψει αξιόπιστης αντιπολίτευσης. Οσο όμως η διακυβέρνηση έρχεται αντιμέτωπη με κρίσιμα προβλήματα όπως η ακρίβεια ή το έλλειμμα ασφάλειας, αρχίζουν να διαφαίνονται πιθανά ρήγματα και αμφιβολίες ως προς το αν η ισχύς της θα επιβεβαιωθεί και στις επικείμενες εκλογές και το αν η ετερόκλητη εκλογική βάση της ΝΔ θα διατηρήσει την ιδιόμορφη συνοχή της ή θα διαρραγεί, έστω σε κάποιον βαθμό.  Πάντως, ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης καθιστά σαφές ότι ο χώρος στον οποίο επενδύει πολιτικά είναι αυτός του Κέντρου, όπως επιβεβαιώνεται από πολλά στοιχεία, όπως η πολιτική επιλογή υπέρ του γάμου ή και η πρόσφατη ένταξη της Εύης Χριστοφιλοπούλου, ενός ακόμη πρώην στελέχους του ΠαΣοΚ, στη ΝΔ.

Με αφορμή αυτά, στελέχη της δεξιάς πτέρυγας του κόμματος διατυπώνουν την απορία ως προς το κατά πόσον το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου έχει συνεκτιμήσει τις παραμέτρους της συγκυρίας ή απλώς προχωρεί με επίμονη προσήλωση στις επιλογές του, υποβαθμίζοντας την εκ δεξιών αντίδραση και προεξοφλώντας ότι το εκλογικό ισοζύγιο θα είναι και πάλι θετικό.

Η ιδιαιτερότητα των ευρωεκλογών

Σε δεύτερο επίπεδο, ένα στοιχείο προβληματισμού για το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου εν όψει των ευρωεκλογών εντοπίζεται στην αξιοσημείωτη διαρροή προς τα δεξιά της ΝΔ, η οποία είναι ήδη ορατή στις δημοσκοπήσεις. Αυτή στρέφεται κυρίως προς την Ελληνική Λύση, η οποία είναι και το κόμμα με τη μεγαλύτερη δημοσκοπική άνοδο στις τελευταίες μετρήσεις, ενώ οι πιο ακραίες εκδοχές της δεξιάς πολιτικής έκφρασης (Νίκη, Σπαρτιάτες) εμφανίζουν μία στασιμότητα στα επίπεδα των εκλογικών ποσοστών τους.

Η παράμετρος αυτή επισημαίνεται από κάποιους συνομιλητές του Πρωθυπουργού, οι οποίοι επισημαίνουν τη στοχευμένη στρατηγική του Κυριάκου Βελόπουλου και την επιμελή προσπάθειά του να απευθύνεται είτε από τη Βουλή είτε από αλλού στις συγκεκριμένες ευαισθησίες ενός δεξιού ακροατηρίου, που έστω και μέσω μιας λαϊκιστικής διεξόδου θα προτιμήσουν να εκδηλώσουν τη διαφωνία τους με την κυβέρνηση ή τη δυσαρέσκειά τους από αυτήν.

Και ως προς αυτό, τονίζεται από πολιτικά στελέχη και αναλυτές ότι οι ευρωεκλογές του Ιουνίου έχουν μία ιδιαιτερότητα: Απέχουν πολύ από οποιαδήποτε άλλη αναμέτρηση και δεν περιέχουν καμία διακύβευση, είτε ως προς την κυβερνησιμότητα είτε ως προς την πορεία της χώρας. Υπό αυτή την έννοια, πρόκειται για μία εκλογική διαδικασία η οποία μέσα στη «χαλαρότητά» της ενδέχεται να έχει βαρύνουσα σημασία για τη διαμόρφωση του πολιτικού κλίματος της επόμενης περιόδου, ή ακόμη, όπως εκτιμά μεταξύ άλλων ο πολιτικός αναλυτής Γιώργος Σεφερτζής, το αποτέλεσμά της να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και σε πολλά επίπεδα τις μετεκλογικές εξελίξεις.