Αυτή τη φορά δεν ήταν η ψήφος των πολιτών, αλλά η απουσία της που διατάραξε τις πολιτικές ισορροπίες. Σχεδόν 2 εκατομμύρια πολίτες δεν προσήλθαν στις κάλπες σε σύγκριση με τις βουλευτικές εκλογές έναν χρόνο πριν, η ΝΔ έχασε το 46% των ψηφοφόρων της και ο ΣΥΡΙΖΑ το 36%. Για την αποχή στο πρωτόγνωρο και θηριώδες 58,5% δεν ευθύνεται η σαγήνη της καλοκαιρινής θάλασσας, αλλά η έλλειψη sex appeal των κομμάτων. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο και κανένας πολιτικός αρχηγός δεν υποκρίθηκε ότι η ψήφος των ευρωεκλογών ήταν χαλαρή και άρα δευτερεύουσας σημασίας. Αντιθέτως, έγινε η θρυαλλίδα για πολιτικές εξελίξεις που σιγόβραζαν εδώ και μήνες.
Το «ξήλωμα» και το άνοιγμα
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που από τον θεωρούμενο εύκολο πήχη του 33% των ευρωεκλογών του 2019 έπεσε στο 28%, κατέφυγε σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης. Το restart είναι επιβεβλημένο εφόσον έσπευσε να δηλώσει ότι «το 41% δεν υπάρχει σήμερα». Hταν, είπε, το ποσοστό που έδωσαν οι πολίτες στη ΝΔ μια συγκεκριμένη στιγμή, μόλις έναν χρόνο πριν, δηλαδή, και έκτοτε αποτελούσε τη δικαιολογία για σχεδόν όλα τα στραβοπατήματα της κυβέρνησης. «Αυτά κρίθηκαν στις εκλογές» ήταν η μόνιμη επωδός των κυβερνητικών παραγόντων. Oπως φάνηκε από τις επιλογές του Πρωθυπουργού τίποτα δεν κρίθηκε οριστικά και πάντως όχι στα υπουργεία της καθημερινότητας.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης «ξηλώθηκε» ολόκληρη, στο Αγροτικής Πολιτικής άλλαξε υπουργός και υφυπουργός, ενώ αλλαγές έγιναν στους επικεφαλής της φορολογικής και της μεταναστευτικής πολιτικής. Δεξιά στροφή δεν έκανε ο Κ. Μητσοτάκης, έκανε όμως άνοιγμα στην ΚΟ της ΝΔ επιλέγοντας αρκετά μέλη της σε θέσεις υφυπουργών για να κλείσει και από εκεί ένα μέτωπο.
Για την αποχή στο πρωτόγνωρο και θηριώδες 58,5% δεν ευθύνεται η σαγήνη της καλοκαιρινής θάλασσας, αλλά η έλλειψη sex appeal των κομμάτων
Aλλωστε, η ΝΔ δεν έχασε από τα δεξιά, καθώς διαπιστώθηκε από τα ποιοτικά στοιχεία των exit polls και από τις αναλύσεις των κομματικών παραγόντων ότι η Κεντροδεξιά ψήφισε το κόμμα της σε ποσοστό 68,6%, ενώ από το Κέντρο μόνο το 21,5% επέλεξε ΝΔ και το 30,9% το ΠαΣοΚ. Οι αναμνήσεις από τον ανασχηματισμό που έκανε ο Αντώνης Σαμαράς μετά τις ευρωεκλογές του 2014 φέρνοντας στην κυβέρνηση τη λαϊκή Δεξιά και στέλνοντας το λάθος μήνυμα στην κοινωνία, έβαλαν οριστικό φρένο στις βιαστικές αλλαγές και επικράτησαν σκέψεις για αλλαγές εκεί που χωλαίνει η κυβέρνηση, σε τομείς αλλά και σε πρόσωπα, καθώς η ΝΔ είναι ακόμα κυρίαρχη και η Κεντροαριστερά, βυθισμένη στους δικούς της καημούς, δεν έχει τις δυνάμεις να την πιέσει.
Η αμφισβήτηση και η «εξαίρεση»
Ο Στέφανος Κασσελάκης είχε βάλει στόχο να φτάσει και να ξεπεράσει το 17,83% των βουλευτικών εκλογών του 2023, αλλά υποχρεώθηκε να αρκεστεί στο 14,92%. Τώρα, βρίσκεται αντιμέτωπος με την έμμεση αμφισβήτησή του μέσω της πρότασης Κοτσακά – Τεμπονέρα για τη δημιουργία συντονιστικού κέντρου με το ΠαΣόΚ και τη Νέα Αριστερά και της πρότασης Θεοχαρόπουλου – Ραγκούση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, ώστε τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος να αποφασίσουν αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα συμμετάσχει ενεργά στις διαδικασίες δημιουργίας ενός μεγάλου κόμματος της Κεντροαριστεράς.
Μιλώντας στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν απέκλεισε μια κεντροαριστερή συμμαχία, με το ΠαΣοΚ και την Πλεύση Ελευθερίας, εξαιρώντας τη Νέα Αριστερά, την οποία θεωρεί «μόρφωμα κλεμμένων εδρών», κατ’ αρχήν στη Βουλή. Θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως πρώτο σε ψήφους κόμμα στον χώρο της Κεντροαριστεράς θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες ενίσχυσης της παράταξης, σε περίπτωση, όμως, που δημιουργηθεί κάτι ευρύτερο δήλωσε ότι θα θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία του. Ο Στέφανος Κασσελάκης πιστεύει ότι με τις θετικές προτάσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ κατέρριψε το αφήγημα του 41% του Κυριάκου Μητσοτάκη και ταυτόχρονα ανοίγει μέτωπο με την Ακροδεξιά.
Εκεί όμως βρίσκεται το μεγαλύτερο πρόβλημά του. Η ρητορική του κατά των ελίτ, των τραπεζών, της «κυνικής κυβέρνησης Μητσοτάκη» με τη «στυγνή, νεοφιλελεύθερη πολιτική», μοιάζει πολύ με την κριτική της Ακροδεξιάς «στο σύστημα» με αποτέλεσμα να θολώνει το προφίλ του. Αρκετοί παραδοσιακοί αριστεροί δεν τον θεωρούν αριστερό, με την έννοια του προερχόμενου από τις παραδόσεις της Αριστεράς, όπως ήταν ο Αλέξης Τσίπρας. Την ίδια άποψη έχει και η ηγεσία του ΠαΣοΚ για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, ότι δηλαδή ψαρεύει στα θολά νερά του αντισυστημισμού, εξ ου και απορρίπτει τις συγκολλήσεις κορυφής.
Η στασιμότητα και οι «βιαστικοί»
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, όμως, αυτή τη στιγμή δεν έχει απέναντί του τον Κασσελάκη, αλλά ένα τμήμα του δικού του κόμματος. Κεντρικά στελέχη, όπως οι Νίκος Παπανδρέου, Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, Παύλος Γερουλάνος, Νάντια Γιαννακοπούλου, Μανώλης Χριστοδουλάκης, Απόστολος Πάνας, έθεσαν θέμα ηγεσίας. Ο Μιχάλης Κατρίνης ζήτησε να γίνει μια ανοιχτή πολιτική συζήτηση για την αποτίμηση του αποτελέσματος και η Μιλένα Αποστολάκη μια νηφάλια συζήτηση για την περιορισμένη άνοδο του ΠαΣοΚ και την απώλεια του διακηρυγμένου στόχου της δεύτερης θέσης. Η γραμματέας της ΚΟ του ΠαΣοΚ Ευαγγελία Λιακούλη έκανε μια αμφίσημη δήλωση ότι «είναι η ώρα να εκφραστούν όλα».
Το ΠαΣοΚ πράγματι δεν πέτυχε τον στόχο του, αλλά δεν είναι από τους χαμένους των ευρωεκλογών, έχοντας κερδίσει περίπου 72.000 επιπλέον ψήφους. Ομως, είναι η στασιμότητα που προκαλεί εντάσεις και εκνευρισμό στα στελέχη του. Αναμφίβολα, ο Νίκος Ανδρουλάκης έκανε λάθη στρατηγικής, διαχείρισης του κόμματος και των οργανώσεών του, των στελεχών και των ανθρώπων της παράταξης. Ομως και η φούρια των παραπάνω στελεχών να τον αμφισβητήσουν από τα exit polls πριν ακόμα ανακοινωθούν τα επίσημα αποτελέσματα, δεν προκάλεσε θετικές εντυπώσεις σε ένα άλλο κομμάτι του κόμματος, ιδίως επειδή ορισμένοι ήταν οι ίδιοι που δίχασαν το ΠαΣοΚ στα νομοσχέδια για τα μη κρατικά πανεπιστήμια και για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.
Η αντιπαράθεση δεν θα λήξει εύκολα. Αλλά το μείζον δεν είναι αν το ΠαΣοΚ θα πάει στο καταστατικό συνέδριο το 2025, ή αν ο Νίκος Ανδρουλάκης θα σηκώσει το γάντι για εκλογές ανάδειξης νέου προέδρου. Το σημαντικότερο είναι ότι η εσωστρέφεια δυσκολεύει τις πρωτοβουλίες που αναμένεται να ανακοινώσει για την ανασύνταξη του ΠαΣοΚ και της Κεντροαριστεράς. Ηδη στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, που υποστηρίζουν το σενάριο της μεγάλης Κεντροαριστεράς, σε ιδιωτικές συνομιλίες παραδέχονται ότι τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει προτού ξεκαθαρίσει η κατάσταση στη Χαρ. Τρικούπη.