«6.2.2023. Earthquake hits Turkey». Η τεράστια πινακίδα δεσπόζει στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης. Ο λόγος που μου έκανε εντύπωση είναι γιατί ήταν η μόνη επιγραφή που συνάντησα στα αγγλικά, διανύοντας δυόμισι χιλιάδες χιλιόμετρα για να φτάσω στα βάθη της Ανατολίας. Οι άπειρες φωτεινές επιγραφές στα τουρκικά, πάνω από τζαμιά και εθνικές οδούς, μεταδίδουν μηνύματα εμψύχωσης. Σε κάνουν να αναρωτιέσαι όμως αν, μπροστά στην καταστροφή και στις προεκτάσεις της, η απομόνωση και η εγκατάλειψη παραμένει ο μεγαλύτερος φόβος.
Στη Νότια Τουρκία το πολυτιμότερο εργαλείο επικοινωνίας για κάποιον που δεν μιλάει τουρκικά είναι το google translate. Στο Χατάι βρέθηκα μπροστά σε μια εφιαλτική στιγμή ανάσυρσης σορών. Σύννεφα σκόνης και τόνοι από μπάζα συνέθεταν το σκηνικό. Σε μια γωνιά ήταν συγκεντρωμένο πλήθος και διασώστες έσκαβαν με τα εργαλεία τους μέσα στα συντρίμμια. Οσοι είναι εκεί, κρατούν την ανάσα τους. Περπατούσαμε σχεδόν στις μύτες για να μετακινηθούμε έστω και ένα μέτρο. Η μυρωδιά από καμένα λάστιχα σε αυτοσχέδιες φωτιές που άναβαν με ό,τι έβρισκαν για να ζεσταθούν οι οικείοι που περίμεναν ώρες ατελείωτες, δυσκολεύει την αναπνοή.
Αλλά το μάτι ψάχνει διαρκώς. Το έβλεπες στα πρόσωπά τους ότι αυτή δεν ήταν μια επιχείρηση διάσωσης, η ελπίδα δεν υπήρχε πουθενά. Τα βλέμματα όλων ήταν καρφωμένα στο σημείο που βρίσκονταν οι διασώστες. Ξαφνικά ακούγεται ένας λυγμός. Το καταλαβαίνεις αμέσως πως είναι το σημάδι του θανάτου: μια κουβέρτα υψώνεται μπροστά από τα χαλάσματα ώστε να μη φανεί η σορός που ανέσυραν οι διασώστες. Είναι η στιγμή που τη σιωπή σκίζει η κραυγή ενός νέου άνδρα στη θέα της μικροσκοπικής σορού, τυλιγμένης πια στην κουβέρτα.
Μετά από λίγο με πλησίασε ένας εμφανώς ταλαιπωρημένος άνδρας, μου φαίνεται γύρω στα 55. Μου μιλούσε στα τουρκικά και του απάντησα στα αγγλικά ότι δεν καταλαβαίνω. Εβγαλα το κινητό μου και ηχογράφησα αυτά που προσπαθούσε να μου πει για να δω τη μετάφραση στο google translate.
Διάβαζα στη μετάφραση ότι η γυναίκα και τα παιδιά του ήταν κάτω από τα χαλάσματα, ότι εκείνος κατάφερε να απεγκλωβιστεί και ότι εκείνοι παραμένουν κάτω περιμένοντας βοήθεια. Δεν μπόρεσα να διακρίνω αν ήλπιζε ότι θα τους βρει ζωντανούς. Στην επόμενη μετάφραση μου έλεγε ότι κανείς δεν έφτασε για να βοηθήσει και όταν του ζήτησα να μου μιλήσει στην κάμερα μου απάντησε ότι είναι δημόσιος υπάλληλος και θα έχει μπελάδες.
Με ξενίζει το γεγονός πως ένας άνθρωπος που έχει χάσει γυναίκα και παιδιά σκέφτεται τη θέση του στο Δημόσιο. Μπορεί να είναι και εντελώς ανθρώπινο. Ανάμεσα στη συμπόνια βρίσκουν πάντα τρόπο να τρυπώσουν ερωτήματα και απορίες. Γιατί κανείς στα βάθη της Ανατολίας δεν μιλά καμία άλλη γλώσσα; Μήπως τελικά επιζητούν την απομόνωση;
«Brothers», η μόνη αγγλική λέξη που άκουσα ως απόκριση όταν έλεγα ότι έρχομαι από το Γιουνανιστάν. Εκεί δεν χρειάστηκε το google translate, όπως δεν χρειάστηκαν λέξεις για να νιώσω τον πόνο μπροστά στην υψωμένη κουβέρτα που έκρυβε τη μικροσκοπική σορό.
Δεν ξέρω αν η αδελφοσύνη των λαών μπορεί να συναντηθεί στο πεδίο της πολιτικής και σε ποιον βαθμό. Ενιωσα όμως ότι μπορεί να συναντηθεί στο πεδίο της καταστροφής, με ένα βλέμμα και μόνο.