Το τοπίο της αντιπολίτευσης παραμένει ακόμη εν πολλοίς αδιαμόρφωτο, αλλά εσχάτως δίνει σήματα δυναμικής κινητικότητας. Το ΠαΣοΚ μετά την περιπέτεια της εσωκομματικής διαδικασίας αμφισβήτησης της ηγεσίας, που οδήγησε εν τέλει στην επανεκλογή του κ. Νίκου Ανδρουλάκη, δείχνει σημάδια σοβαρής επανάκαμψης. Ο αναβαπτισμένος από την ψήφο των φίλων και μελών του κόμματος κ. Ανδρουλάκης εμφανίζεται πιο δραστήριος από ό,τι στην πρώτη περίοδο της ηγεσίας του.
Ανεμος αισιοδοξίας στη Χαριλάου Τρικούπη
Στελέχη του κινήματος βλέπουν με ικανοποίηση να ξεπερνά την προηγούμενη αγοραφοβία του, να επικοινωνεί με τους κοινωνικούς εταίρους, να αναλαμβάνει πολιτικές και οικονομικές πρωτοβουλίες, να παρουσιάζει προτάσεις σε επιλεγμένα θέματα που αφορούν την κοινωνία, κοινώς να βγαίνει από τα γραφεία της Χαριλάου Τρικούπη και να κατεβαίνει στον λαό, επισκεπτόμενος ευαίσθητες περιοχές της χώρας.
Η πρώτη επαφή που οργάνωσε και είχε με τους εκπροσώπους των παραγωγικών τάξεων και φορέων κρίθηκε άκρως επιτυχημένη και δηλωτική της νέας πολιτικής επανάκτησης του κοινωνικού χώρου που κατείχε στα χρόνια της μακράς επικράτησης του κινήματος στην πολιτική σκηνή. Ακολούθησε η συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, η οποία ξεπέρασε τα τυπικά εθιμοτυπικά της νέας θεσμικής θέσης του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του πολιτειακού παράγοντα, όπως τον αποκάλεσε ο κ. Μητσοτάκης.
Με τις τοποθετήσεις του για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, με τις προτάσεις του για την ακρίβεια, τη στέγαση, τη φορολογία των τραπεζών, την αβεβαιότητα των γεωπολιτικών συνθηκών και τόσων άλλων θέλησε, παρουσία του Πρωθυπουργού, να επιβεβαιώσει την κυβερνησιμότητα του ίδιου και του κόμματός του, που όλο το προηγούμενο διάστημα αμφισβητούνταν.
Ακόμη και η ανάθεση κομβικού ρόλου στην κατάρτιση και διαμόρφωση του πασοκικού κυβερνητικού προγράμματος στην κυρία Αννα Διαμαντοπούλου υπηρετεί ακριβώς την κάλυψη του ελλείμματος κυβερνησιμότητας που του απέδιδαν οι αντίπαλοί του, εντός και εκτός κόμματος. Στους μήνες της εσωκομματικής αντιπαράθεσης οι περισσότεροι θεωρούσαν και τόνιζαν πως μόνο η κυρία Διαμαντοπούλου διέθετε τέτοιες εμπειρίες και δυνατότητες.
Οπως και να έχει, όλοι αισθάνονται ότι ο κ. Ανδρουλάκης κινείται πλέον με σκοπό να καταστήσει και πάλι το ΠαΣοΚ δυνάμει κόμμα εξουσίας, να αποτελέσει δηλαδή το άλλο μέρος του επανερχόμενου διπόλου που κυριάρχησε στη μακράς διαρκείας Μεταπολίτευση. Στο ΠαΣοΚ δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι στους πρώτους έξι μήνες του 2025 το κόμμα θα επιβεβαιώσει την ανοδική τροχιά του, τα δημοσκοπικά ποσοστά του εκτιμούν ότι θα εδραιωθούν στη ζώνη του 20% και στον βαθμό που η Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη συνεχίσει να φθείρεται, η διεκδίκησή του θα αποκτήσει δυναμικά στοιχεία και χαρακτηριστικά.
Παρά ταύτα ορισμένοι προβληματίζονται για το εύρος των σημάτων συναίνεσης που εκπέμπει ο κ. Ανδρουλάκης στην προσπάθειά του να αποκτήσει το πλεονέκτημα της κυβερνησιμότητας. Κάποιοι μάλιστα προειδοποιούν ότι θα ήταν ολέθριο λάθος στην προσπάθειά του αυτή να δημιουργήσει την εντύπωση ότι αφήνει περιθώρια συνεργασίας με τη Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη. Επιμένουν έτσι ότι το ΠαΣοΚ πρέπει να τιμήσει την ιστορική του σχέση με τις λαϊκές τάξεις και να διεκδικήσει την εκπροσώπησή τους.
Σε αντίθετη περίπτωση, εκτιμούν, θα αφήσει περιθώρια επανάκαμψης άλλων δυνάμεων.Οι ίδιοι πασοκικοί κύκλοι δεν κρύβουν ότι παρακολουθούν με προσοχή τις πολιτικές παρεμβάσεις του κ. Τσίπρα και την οξύτητα της κριτικής του απέναντι στην κυβέρνηση, εκτιμώντας ότι είναι θέμα χρόνου να κινηθεί, αν οι πολιτικές συνθήκες το επιτρέψουν.
Οι ζυμώσεις σε ΣΥΡΙΖΑ και Αριστερά
Επίσης μόνο αδιάφορες δεν είναι οι εξελίξεις στον ευρύτερο χώρο της αριστερής αντιπολίτευσης. Ο ταλαιπωρημένος ΣΥΡΙΖΑ, αφού απηλλάγη από τον «αλεξιπτωτιστή» Κασσελάκη, τα φτερά του οποίου παρεμπιπτόντως κόπηκαν μετά την απομάκρυνση και τη δημιουργία του πολιτικά και ιδεολογικά άνοστου Κινήματος Δημοκρατίας, έχει μια ευκαιρία ανασύνταξης μετά την εκλογή νέας ηγεσίας.
Ο εκλεγείς νέος πρόεδρος κ. Σ. Φάμελλος θα παλέψει να τον επαναφέρει στο προσκήνιο, να διεκδικήσει ποσοστά υψηλότερα του 10% και να τον καταστήσει ξανά υπολογίσιμη δύναμη. Δεν είναι εύκολο το έργο του. Επί του παρόντος έχει τη συμπαράσταση του Αλέξη Τσίπρα. Ο πρώην πρωθυπουργός παραμένει μέλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, παρότι κατά καιρούς έχει εξομολογηθεί σε φίλους και συνεργάτες του ότι δεν διατηρεί πλέον συναισθηματικούς δεσμούς με τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά μόνο πολιτικούς. Κατά βάση αντιμετωπίζει τον κ. Φάμελλο ως δυνάμει σύμμαχο στα μελλοντικά σχέδιά του για ένα ευρύτερο σχήμα της Κεντροαριστεράς και θεωρεί την ηγεσία του πιο λογική προς την ιστορία του κόμματος.
Περιττό να σημειώσουμε πως αν το κόμμα έπεφτε στα χέρια του κ. Κασσελάκη, ακόμη και του κ. Πολάκη, ο κ. Τσίπρας θα αποχωρούσε από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης η επιτυχία του κ. Πολάκη στις εσωκομματικές εκλογές, εκείνο του 44% που εξασφάλισε, θεωρείται πολιτικά σημαντική και κατά πάσα βεβαιότητα θα αποτελέσει εφαλτήριο της όποιας διεκδίκησής του στο μέλλον. Οπως και να έχει, πολλά στον ΣΥΡΙΖΑ θα εξαρτηθούν από την τύχη της προσπάθειας ανασυγκρότησης που θα αναλάβει ο κ. Φάμελλος. Από εκεί και πέρα το ΜέΡΑ 25′ του κ. Βαρουφάκη μοιάζει ακίνητο, δεν ακούγεται, και η Πλεύση Ελευθερίας της κυρίας Ζωής Κωνσταντοπούλου είναι κόμμα των social media, ανήκει σε άλλη σφαίρα, όπως λένε οι επαΐοντες.
Η Νέα Αριστερά επίσης, παρότι δείχνει σχετικά κινητική, βασανίζεται από εσωτερικές διαμάχες για την ταυτότητα του σχήματος. Μια ομάδα διεκδικεί αυστηρά αριστερή ταυτότητα, φθάνοντας στο σημείο να αρνείται σχεδόν τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, και μια άλλη διεκδικεί συγκλίσεις με δυνάμεις της Κεντροαριστεράς.
Στη μέση βρίσκεται ο κ. Αλ. Χαρίτσης, ο οποίος παλεύει να ισορροπήσει και να κινηθεί ανάμεσά τους. Πρόσφατα, σύμφωνα με πληροφορίες, έφθασε στο σημείο να παραδώσει την ηγεσία του σχήματος στην κυρία Αχτσιόγλου, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Ωστόσο ήταν αρνητική σε ενδεχόμενη αντικατάσταση του κ. Χαρίτση από τον κ. Σακελλαρίδη. Αγνωστη παραμένει επί του παρόντος η στάση και προσδοκία του Ευκλείδη Τσακαλώτου.
Το ΚΚΕ από την άλλη πλευρά παραμένει μόνη σταθερά στο αριστερό ελληνικό σύμπαν. Η επιρροή του κόμματος του κ. Κουτσούμπα στην ελληνική πολιτική σκηνή μοιάζει αδιατάρακτη, μέσα στη μοναδικότητα και μοναχικότητα που τη χαρακτηρίζει. Και κατά τα φαινόμενα, όσο παραμένει κλειστό, θα διατηρεί μεν τη δική του πολιτική γωνιά, αλλά δεν αναμένεται να δημιουργήσει προϋποθέσεις ώστε να πρωταγωνιστήσει στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Αν καταφέρει το ΠαΣοΚ να αποτελέσει την εναλλακτική πρόταση απέναντι στη Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη, τότε τα πράγματα θα πάρουν τον δρόμο τους. Αν όχι, αν περιοριστεί στη φτωχή ζώνη του 15%, θα προσφέρει την ευκαιρία στον κ. Τσίπρα να κινηθεί
Οπότε τα περισσότερα στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς θα κριθούν από την επίδοση του κ. Ανδρουλάκη και του ΠαΣοΚ. Αν καταφέρει το ΠαΣοΚ να αποτελέσει την εναλλακτική πρόταση απέναντι στη Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη, τότε τα πράγματα θα πάρουν τον δρόμο τους. Αν όχι, αν περιοριστεί στη φτωχή ζώνη του 15%, θα προσφέρει την ευκαιρία στον κ. Τσίπρα να κινηθεί.
Εγκλωβισμένη η εθνολαϊκιστική Δεξιά
Πολλά επίσης θα κριθούν από τις συνθήκες που θα επικρατήσουν στη δεξιά αντιπολίτευση. Οι εκπρόσωποι της θρησκόληπτης και εθνολαϊκιστικής Δεξιάς που αντιπολιτεύονται τον κ. Μητσοτάκη είναι εγκλωβισμένοι ανάμεσα στη ρωσική επιρροή και στην προσδοκία επίδρασης του κλίματος Τραμπ στα ευρωπαϊκά πολιτικά πράγματα. Αλλά κατά βάση πρόκειται για αναξιόπιστα σχήματα που δεν είναι σε θέση να συγκροτήσουν ισχυρό και ενιαίο ρεύμα. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν εμφανιστεί και διεκδικήσει τον χώρο μια ισχυρή προσωπικότητα.
Η εκδοχή μιας κίνησης από την πλευρά του κ. Σαμαρά, που πιθανώς θα μπορούσε να ενοποιήσει τον ευρύτερο συντηρητικό χώρο και να διεμβολίσει τη Νέα Δημοκρατία, μοιάζει δύσκολη, αν όχι ανέφικτη. Ο χρόνος θα δείξει. Πολύ περισσότερο αν όντως απέχουμε κοντά δυόμισι χρόνια από τις εθνικές εκλογές, όπως τελευταία διαβεβαιώνει με κάθε ευκαιρία ο κ. Μητσοτάκης.