Στο ερευνητικό «κύμα» της Metron Forum του Φεβρουαρίου, με αφορμή τους φονικούς σεισμούς στη γείτονα Τουρκία που επηρέασαν καταλυτικά την ψυχολογία και τις διμερείς μας σχέσεις, αναρωτιόμασταν «τι άλλο μπορεί να μας φέρει το μέλλον;» με την παραίνεση να επιφυλαχθούμε.
Δεν ήταν μια απαισιόδοξη διάθεση που γεννούσε αυτές τις σκέψεις, αλλά το «συνεχές» των κρίσεων που χαρακτηρίζουν την εποχή μας, την εποχή της «μεγάλης άμυνας» όπως την έχουμε χαρακτηρίσει σε άλλες αναλύσεις. Η τραγωδία των Τεμπών, που ακολούθησε λίγες ημέρες μετά, συντάραξε την ελληνική κοινωνία.
Δημιούργησε ανάμεικτα συναισθήματα θλίψης και οργής και βέβαια έπληξε καίρια την αντίληψη ότι η χώρα έχει κάνει σημαντικά βήματα στην ανάπτυξη των υποδομών της και γενικότερα στον μετασχηματισμό του κράτους της.
Οι ψυχολογικοί μηχανισμοί
Ταυτόχρονα βέβαια, οι παγιωμένοι ψυχολογικοί μηχανισμοί μετάθεσης ευθυνών, που είναι βαθιά ριζωμένοι στο συλλογικό μας ασυνείδητο, ενέτειναν το πολιτικό πρόβλημα: το ανθρώπινο λάθος θεωρήθηκε ήσσονος σημασίας πριν καν μάθουμε για τα πραγματικά περιστατικά της τραγωδίας και για όλα θεωρήθηκε υπεύθυνη η ανυπαρξία της «τηλεδιοίκησης», που μέσα στις τραγικές εκείνες ώρες μάθαμε ότι δεν υπήρχε λόγω διαρκών αναβολών και καθυστερήσεων.
Αλλά δεν ήταν μόνο η γενικευμένη κατακραυγή κατά του πολιτικού συστήματος και της κυβέρνησης. Την εικόνα συμπλήρωσαν και οι αλληλοκατηγορίες των πολιτικών εκπροσώπων και μια επιχειρηματολογία που αντί να αναζητεί τις ερμηνείες και τους τρόπους αποφυγής στο μέλλον αυτού του επαναλαμβανόμενου μοτίβου των απρόβλεπτων δυστυχημάτων και καταστροφών, λειτούργησε διαλυτικά με μισές αλήθειες και μισά ψέματα.
Οι πολιτικές επιπτώσεις
Ομως ταυτόχρονα με όλα τα παραπάνω, η χώρα έχει εισέλθει πλέον σε προεκλογική περίοδο και έχει ιδιαίτερη σημασία μια σταχυολόγηση των σημαντικότερων επιπτώσεων που έχει η τραγωδία των Τεμπών στους πολιτικούς συσχετισμούς.
1. Ιεραρχούμε ως σημαντικότερη επίπτωση τη σημαντική κάμψη της πολιτικής εμπιστοσύνης, που μετράται στην έρευνα μας μέσω της εμπιστοσύνης των πολιτών στο Κοινοβούλιο. Με μέση τιμή 3,6 στην κλίμακα 0 έως 10, όπου 0 σημαίνει καμία εμπιστοσύνη στο Κοινοβούλιο και 10 απόλυτη εμπιστοσύνη, καταγράφεται η χαμηλότερη τιμή της τετραετίας – και αυτό ενδεχομένως να σημάνει έναν νέο κύκλο αμφισβητήσεων του πολιτικού «συστήματος» στο σύνολό του.
2. Η αξιολόγηση του κυβερνητικού έργου υποχωρεί σε όλους τους τομείς. Ειδικότερα μεγάλες μειώσεις της θετικής αξιολόγησης έχουμε:
α. Στον τομέα των υποδομών (αυτοκινητόδρομοι, αεροδρόμια, μετρό κ.τ.λ.), από το 44% θετικών αξιολογήσεων στο 24% τώρα.
β. Στην αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών από το 37% στο 27% τώρα και
γ. Στον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους από το 64% του Φεβρουαρίου στο 56% τώρα.
3. Παράλληλα το αίσθημα της εκτεταμένης διαφθοράς ενισχύεται. Μόλις το 13% των ερωτηθέντων αξιολόγησε θετικά την προσπάθεια της κυβέρνησης για την αντιμετώπισή της.
4. Στους κομματικούς συσχετισμούς όλα τα λεγόμενα «συστημικά» κόμματα υποχώρησαν λόγω της εντεινόμενης αποστασιοποίησης των εκλογέων (άκυρο, λευκό, αποχή κ.τ.λ.) αλλά και προς όφελος εξωκοινοβουλευτικών σχηματισμών των άκρων.
5. Από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα η Νέα Δημοκρατία είχε τη μεγαλύτερη πτώση αμέσως μετά την τραγωδία κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες. Ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ με πτώση 2 μονάδων, αλλά δείχνει τώρα να ενισχύεται και πάλι κατά μία μονάδα (26,2% ΝΔ, 21,5% ΣΥΡΙΖΑ). Τέλος, το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ καταγράφει και αυτό μικρές απώλειες μισής περίπου ποσοστιαίας μονάδας.
6. Τα δύο μικρότερα κόμματα του Κοινοβουλίου (Ελληνική Λύση και Μέρα25) δείχνουν να ενισχύονται, ενώ σταθερό παραμένει το ΚΚΕ και πάντως πάνω από τα βουλευτικά του ποσοστά.
7. Τέλος, επισημαίνουμε ιδιαίτερα την εντυπωσιακή άνοδο του κόμματος Ελληνες, το οποίο δείχνει ότι έχει τη δυνατότητα, αν του επιτραπεί να μετάσχει στις εκλογές, να εισέλθει στο Κοινοβούλιο.
Εν όψει της κάλπης
Η γενική εικόνα των συσχετισμών δείχνει ότι η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να διαθέτει σαφές προβάδισμα στην εκλογική κούρσα, ωστόσο η υπόθεση της αυτοδυναμίας καθίσταται δυσκολότερη από πριν λόγω της μείωσης των ποσοστών της (σήμερα εκτιμάται ότι κινείται στην περιοχή του 33%). Ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά την εσωκομματική περιπέτεια της «υπόθεσης Πολάκη», ανακτά ένα μέρος των απωλειών του και μειώνει τη διαφορά του από τη ΝΔ σε επίπεδα που αυτή τη στιγμή είναι τα μικρότερα που έχουν καταγραφεί μέσα στην τετραετία.
Τέλος, το ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ δείχνει να «αντέχει» σε διψήφια ποσοστά (στην περιοχή του 11%-12%) και να βρίσκεται μέσα στους εκλογικούς στόχους που έχει θέσει ο πρόεδρός του.
Κλείνοντας, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης σημείωσε αμέσως μετά τα Τέμπη μία σημαντική πτώση στις αυθόρμητες αναφορές ως καταλληλότερος για πρωθυπουργός, της τάξεως των 7 ποσοστιαίων μονάδων, και πολύ γρήγορα (μέσα σε δεκαπέντε ημέρες) ανέκτησε τις 4 από αυτές. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κατά τη γνώμη μας στο ότι η συζήτηση περί του πιθανού προσώπου του επόμενου πρωθυπουργού, με τον τρόπο που διεξήχθη κατά τις ημέρες της διεξαγωγής της έρευνας πεδίου, σαφώς τον ευνοεί γιατί τον προβάλλει ως τη μόνη «ρεαλιστική» επιλογή. Εχουμε τονίσει και στο παρελθόν ότι το εκλογικό σώμα είναι διχοτομημένο ανάμεσα στην προτίμηση αυτοδύναμων κυβερνήσεων (48%) και των κυβερνήσεων συνεργασίας (49%). Και επειδή ο μόνος που διεκδικεί ευθαρσώς και ρεαλιστικά την αυτοδυναμία είναι ο κ. Μητσοτάκης, κυριαρχεί στο μισό εκλογικό σώμα που προτιμά αυτοδυναμία με πρόθεση ψήφου 44,9%, ενώ ο χώρος των κυβερνήσεων συνεργασίας είναι κατακερματισμένος με κυρίαρχη δύναμη τον ΣΥΡΙΖΑ (πρόθεση ψήφου 29,9%) αλλά και ασάφεια ως προς τις δυνατές συνεργασίες.
Η ώρα των ιδεών και των προτάσεων
Σε κάθε περίπτωση, είμαστε στην αρχή μιας πορείας που μόνο ευθύγραμμη δεν θα είναι. Αυτό μας διδάσκει η εμπειρία μας, παλαιότερη και πρόσφατη. Ας ελπίσουμε ότι στην πορεία προς τις κάλπες η όξυνση θα μειωθεί και θα αναδειχθούν ιδέες και προτάσεις που θα αφήσουν επιτέλους πίσω τη ρήση που μας στοιχειώνει τόσες δεκαετίες ότι «αυτή είναι η Ελλάδα».
Ο κ. Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis SA.