Τετάρτη 20 Μαΐου. Ο Μητσοτάκης και τέσσερις υπουργοί του παρουσιάζουν από τηλεοράσεως ένα σύνολο μέτρων για να αντιμετωπιστεί η ύφεση από τον κορωνοϊό. Είναι μάλλον το μεγαλύτερο οικονομικό πακέτο που έχει ενεργοποιήσει ποτέ η Ελλάδα, περίπου 24 δισ. έως τον Σεπτέμβριο.
Θα πετύχει; Θα αποδειχθεί αρκετό; Θα αντιμετωπίσει την ύφεση; Δεν ξέρω. Εχω μάθει πως τα οικονομικά προγράμματα δεν κρίνονται στο άκουσμα αλλά από το αποτέλεσμα.
Ιδια μέρα, ίδια (περίπου) ώρα. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξαπολύει οξύτατη επίθεση στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Για ποιο θέμα;
Επειδή κατά την ψηφοφορία για τον Παπαγγελόπουλο ένας βουλευτής της ΝΔ έκανε την ανοησία να ρίξει ψηφοδέλτιο χωρίς να το βάλει σε φάκελο και ανοίχτηκε η κάλπη ώστε το ψηφοδέλτιο να μπει στον φάκελο.
Προφανώς πρόκειται για χοντρή παρατυπία σε μια κοινοβουλευτική διαδικασία. Και μάλιστα αχρείαστη: η διεύρυνση του κατηγορητηρίου κατά Παπαγγελόπουλου είχε ευρύτατη πλειοψηφία. Αλλά η αξιωματική αντιπολίτευση μίλησε για «ευτελισμό του Κοινοβουλίου και του Συντάγματος».
Ερώτηση κρίσεως. Το απόγευμα της Τετάρτης ποιος συνομίλησε με τον μέσο έλληνα πολίτη; Η κυβέρνηση ή η αξιωματική αντιπολίτευση;
Ποιο ήταν άραγε το φλέγον ζήτημα για κάθε έλληνα πολίτη; Το οικονομικό πακέτο για την ύφεση ή τι έγινε στην ψηφοφορία για τον Παπαγγελόπουλο;
Χρησιμοποίησα το παράδειγμα γιατί είναι η πιο γλαφυρή απεικόνιση όσων καταγράφουν με αριθμούς οι δημοσκοπήσεις. Της αίσθησης δηλαδή ότι υπάρχει μια κυβέρνηση που ασχολείται με τα ουσιώδη και μια αντιπολίτευση που κατατρίβεται με τα δευτερεύοντα.
Εχω αναγνωρίσει πολλές φορές την αντικειμενική δυσκολία της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του αρχηγού της να πολιτευτούν στις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί. Είναι συνθήκες εξαιρετικά ευνοϊκές για την κυβέρνηση.
Πολύ φοβούμαι όμως ότι επιτείνουν μόνοι τους τη δυσκολία που εκ των πραγμάτων αντιμετωπίζουν.
Είναι χαρακτηριστική η ομιλία του Αλ. Τσίπρα στη Βουλή. Ξεκίνησε να μιλάει για την περίπτωση του Παπαγγελόπουλου και μίλησε για όλα τα άλλα. Η ομιλία του απεικονίζει ακριβώς τη γενικότερη πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ: στερείται κεντρικής ιδέας.
Η επιτυχία όμως της αντιπολίτευσης του Τσίπρα την περίοδο 2012-2014 αλλά και του Μητσοτάκη την περίοδο 2016-2019 οφείλεται ακριβώς στο ότι διέθεταν μια τέτοια ιδέα. Ενα βασικό αφήγημα για τους ίδιους και για τους άλλους.
Σήμερα η αξιωματική αντιπολίτευση δεν παρουσιάζει κάτι παρεμφερές. Περισσότερο πηδάει από θέμα σε θέμα (και μάλιστα στα λιγότερο ουσιώδη…) παρά αντιλέγει στην κεντρική θεματολογία που θέτει ο Μητσοτάκης ή που τίθεται εκ των πραγμάτων.
Ούτε αυτό προκύπτει τυχαία. Στις ίδιες δημοσκοπήσεις καταγράφεται η αδυναμία της φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Σε ποιους απευθύνεται; Τι γλώσσα μιλάει; Τι επιδιώκει εκτός από το να επιστρέψει στην κυβέρνηση; Με ποιους και εναντίον ποιων; Στα ερωτήματα αυτά δεν υπάρχουν σαφείς απαντήσεις, ίσως επειδή οι ίδιοι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να τις δώσουν.
Η ιδέα που κυκλοφορεί τις τελευταίες ημέρες να επισπευσθούν οι διαδικασίες του Συνεδρίου τους είναι μια διέξοδος. Αλλά δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι είναι λύση.
Διότι η φυσιογνωμία μιας παράταξης δεν αποφασίζεται με ψηφοφορία συνέδρων. Προκύπτει από την ιστορία της, την ιδεολογία της, τις επιλογές της, την πολιτική κουλτούρα των οπαδών και των στελεχών της.
Το 2015 η φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν σαφέστατη. Με τα θετικά και τα αρνητικά της. Πέντε χρόνια αργότερα, η φυσιογνωμία του είναι μπερδεμένη, ανακατεμένη από εισροές και εκροές, στριμωγμένη σε αποκλίνουσες στρατηγικές και επιδιώξεις, αδιευκρίνιστη.
Θα μπορούσε να θεωρηθεί απλώς μια μεταβατική κατάσταση. Καμία αντίρρηση. Αλλά υπό την αβέβαιη προϋπόθεση ότι τελικά θα μεταβεί κάπου.
Πολιτισμός
Κακά τα ψέματα, όλοι καταλάβαμε ότι στις πρώτες έγνοιες της κυβέρνησης για την κρίση δεν ήταν ο χώρος του πολιτισμού. Χρειάστηκαν αντιδράσεις (άλλες καλαίσθητες, άλλες ακαλαίσθητες) για να τον εντάξει.
Δεν ξέρω αν όσα εξήγγειλε είναι αρκετά. Φοβούμαι όμως πως δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι κινδυνεύουμε να ζήσουμε μήνες χωρίς θέατρο, κινηματογράφο (όταν κλείσουν τα θερινά…), εκθέσεις, συναυλίες, ακόμη και απλές εκδηλώσεις.
Πέρα από τις τσέπες των καλλιτεχνών είναι και η δική μας ζωή που κινδυνεύει να αδειάσει.
Θα μου πείτε: τι να σου κάνει ο Μητσοτάκης, εδώ αναβάλλεται η τελετή των Οσκαρ!
Συμφωνώ. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αδιάφορο ή δευτερεύον.
Φαντάσματα
Εχω την αίσθηση ότι η ηγετική ομάδα του ΚΙΝΑΛ ζει τον τελευταίο καιρό με μια ακατανόητη ανησυχία: φοβάται ότι κάποιος θέλει να τους διαλύσει. Απλώς κάθε φορά ο ύποπτος που μεθοδεύει τη διάλυση είναι διαφορετικός.
Φυσικά η θεωρία ότι κάποιοι επιβουλεύονται ένα κόμμα που βρίσκεται σε αδυναμία είναι τόσο παλιά όσο και το κομματικό φαινόμενο. Και το ΚΙΝΑΛ δεν σκίζει στις δημοσκοπήσεις.
Στην προκειμένη περίπτωση όμως δεν βλέπω ποιος μπορεί να έχει το ενδιαφέρον, το συμφέρον ή την ευχέρεια να μεθοδεύει τέτοια σχέδια.
Αντιθέτως, το Κέντρο αποτελεί πάντα μια χρήσιμη δύναμη στις δημοκρατίες στο μέτρο που αποτρέπει τις πολώσεις, διευκολύνει τις συνεννοήσεις και ενθαρρύνει τις συγκλίσεις.
Υπό αυτή την έννοια για κάθε λογικό άνθρωπο ένα αυτόνομο, μετριοπαθές και μεταρρυθμιστικό Κέντρο (ή ΚΙΝΑΛ ή ΠαΣοΚ ή όπως θέλετε πείτε το…) δεν είναι μόνο επιθυμητό. Είναι και αναγκαίο.
Η ωμή αλήθεια λοιπόν είναι ότι κανείς δεν απειλεί πραγματικά το ΚΙΝΑΛ και ότι το ΚΙΝΑΛ μπορεί να κινδυνεύσει μόνο από τον εαυτό του. Η διάσπαση του 2015 παραλίγο να οδηγήσει την παράταξη εκτός Βουλής.
Ετσι και τώρα. Το μόνο φάντασμα που πλανιέται πάνω από το ΚΙΝΑΛ είναι το ΚΙΝΑΛ το ίδιο.
Αν θέλει να επιβιώσει και να αβγατίσει είναι καταδικασμένο να ζήσει αυτόνομο, ενωμένο και (συνεπώς) με διακριτές αποστάσεις από τη ΝΔ και από τον ΣΥΡΙΖΑ – ακόμη και αν σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις οι ψηφοφόροι του τοποθετούνται πιο κοντά στη σημερινή κυβερνητική πολιτική…
Η εξίσωση μοιάζει προφανής. Η αυτονομία και οι διακριτές αποστάσεις είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ενότητα. Διαφορετικά οι αποκλίσεις θα πάρουν το πάνω χέρι και θα πιαστούν μαλλί με μαλλί.
Αυτονομία όμως δεν σημαίνει ισαπόσταση. Ενίοτε θα συμφωνήσουν με τη ΝΔ, κάπου μπορεί να συμπέσουν με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλού θα είναι μόνοι τους. Αλλά πάντα κατά τη δική τους κυρίαρχη αντίληψη και επιλογή.
Αυτό είναι το υγιές παιχνίδι μιας υγιούς δημοκρατίας. Στην οποία δεν υπάρχουν «φυσικοί σύμμαχοι», ούτε «μόνιμοι συνεταίροι» ούτε «αιώνιοι εχθροί».
Ενα τέτοιο ΚΙΝΑΛ κανείς δεν μπορεί να το διαλύσει, ούτε καν να το απειλήσει. Τα υπόλοιπα θα τα βρουν μόνοι τους και με τον τρόπο τους.
Με μεγαλύτερη ευκολία μάλιστα αν πάψουν να ζουν με εφιάλτες και φαντάσματα.