Il vecchio mondo sta morendo. Quello nuovo tarda di comparire. E in questo chiaroscuro nascono I mostri.
Η ρήση του Αντόνιο Γκράμσι έχει ευτυχώς μετεγγραφεί στη γλώσσα μας με τη χάρη μιας άπιστης μετάφρασης. Ηχεί έτσι τόσο ωραία όσο στο ιταλικό της πρωτότυπο – Ο παλιός κόσμος πεθαίνει. Ο νέος δεν έχει γεννηθεί ακόμη. Αυτή είναι η εποχή των τεράτων. Γιατί επομένως να είναι κανείς «γκραμσιάνο» με γνώσεις ιταλικών για να δανειστεί την ποιητική της δύναμη και το φιλοσοφικό της βάθος; Με τη χαριτωμένη της απιστία, η φράση έκανε την τύχη της. Αρκεί μια βόλτα στο Διαδίκτυο για να την «τσιμπήσει». Και αρκεί να είναι ΣΥΡΙΖΑ.
Αρκεί όχι μόνο επειδή, περισσότερο ή λιγότερο πειστικά, ο γενάρχης του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε κάποτε συστηματικός μελετητής του Γκράμσι. Αλλά κι επειδή το κόμμα συστήθηκε τότε στο εκλογικό κοινό ως φορέας του «νέου». Η σύλληψη είχε επιτέλους επιτευχθεί, η κυοφορία είχε αποδώσει. Από τα σπάργανά του ακόμη, το «νέο» θα σάρωνε το «παλιό» που, σύμφωνα με την ταιριαστή σε κάθε εποχή προφητεία, πέθαινε. Τι ήθελε για να καταρρεύσει το «σύστημα»; Ενα φύσημα.
Σήμερα γνωρίζουμε πως η γκραμσιανή προφητεία οφείλει ένα μέρος της ανυπέρβλητης γοητείας της στην αντοχή που επιδεικνύει στον χρόνο. Είναι πραγματικά αγέραστη. Το «παλιό» δείχνει πολύ σκληρό για να πεθάνει. Το «νέο», σε όσες εκδοχές και αν εμφανίστηκε, αποδείχθηκε μάλλον θνησιγενές. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχθηκε σε ένα «συστημικό» κόμμα. Σε άλλα σημεία του ιδεολογικού φάσματος, αντί για το «νέο» γεννήθηκαν τέρατα και τσαρλατάνοι που, έπειτα από λίγα χρόνια διασημότητας, εξαφανίστηκαν.
Κι όμως. Το πρόταγμα παραμένει. Η δίψα για το νέο έχει καταβάλει ένα αξιοσημείωτο κομμάτι του κοινωνικού σώματος. Παραμένει έντονη και στην κομματική βάση του ΣΥΡΙΖΑ – τόσο έντονη ώστε η υποψηφιότητα της Εφης Αχτσιόγλου να ξεθωριάζει ακόμα και στο στενό κομματικό ακροατήριο ως «γερασμένη». «Γέροι» και οι 40άρηδες; Πιθανότατα συμβαίνει επειδή το «νέο», όσο διαρκεί και όσο ναρκισσεύεται ως τέτοιο, έχει την ικανότητα να εμφανίζεται με ανανεωμένο ρεπερτόριο. Απλώς, δεν είχε τύχει να ξαναδούμε έναν lifestyle αντισυστημισμό σαν του Στέφανου Κασσελάκη. Κανένας έως τώρα δεν είχε απειλήσει πως «θα ξεδοντιάσει» δικαστές και δημοσιογράφους με χαμόγελο και οδοντοστοιχία από διαφήμιση οδοντόπαστας.
Ακόμα και η καταδρομική επιχείρηση στη Μακρόνησο ήταν περισσότερο fit απ’ ό,τι «θρασεία», «ανιστόρητη» ή «βλακώδης», όπως ειπώθηκε. Ο Κασσελάκης ανέβηκε τα βράχια εκεί που οι άλλοι θα λαχάνιαζαν. Η σημειολογία και σε αυτή την περίπτωση δεν ήταν στα λόγια που εκστομίστηκαν αλλά στην εικόνα που μεταδόθηκε. Τι μένει; Να «γουστάρει» ό,τι «γουστάρουμε». Αρκεί εμείς να το θελήσουμε κι εκείνος «θα ‘ναι μέσα». Take five.
Ασφαλώς δεν έχουν όλοι στον ΣΥΡΙΖΑ την ίδια άποψη. Η πραγματική ισχύς της φράσης του Γκράμσι βρίσκεται στον τρόπο που ξεγελά τον χρόνο ώστε να χωρά παντού. Το παλιό μπορεί να πεθαίνει επί αιώνες. Το νέο να μην έχει γεννηθεί ακόμη και αυτό το «ακόμη» να μην έρχεται στο διηνεκές. Κι αυτή να είναι διαρκώς η εποχή των τεράτων – το «κιαροσκούρο» της φράσης στο πρωτότυπο που γεννά τέρατα.
Ακόμη όμως και αν αποφύγει κανείς να δείξει τα τέρατα ή τους τσαρλατάνους, δεν μπορεί να μη συμφωνήσει πως ο ΣΥΡΙΖΑ έστησε τις κάλπες του ακριβώς σε ένα τέτοιο περιβάλλον. «Κιαροσκούρο». Η επόμενη μέρα μπορεί να βρει το κόμμα διασπασμένο ανάμεσα στους πιστούς κάποιου που, αρδεύοντας με τα θολά νερά του λαϊκισμού, προτάσσει ως βασικό πολιτικό πρόγραμμα τον εαυτό του κι εκείνους που έχουν πειστεί πια πως ο αντισυστημικός λαϊκισμός μπορεί να φτιάχνει πυροτεχνήματα αλλά όχι κόμματα εξουσίας.
Ισως τα πράγματα να ήταν πιο εύκολα εάν έμενε κανείς πιστός στο πνεύμα αυτής της μαγικής φράσης. Τι λέει τελικά ο Γκράμσι; Πως δεν υπάρχει τίποτε και κανείς που να μπορεί να σβήσει τη δίψα για το νέο…