Στην ταραχώδη συγκυρία για την παγκόσμια οικονομία έπειτα από την επιβολή δασμών από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, αναμένεται να συνεδριάσει σήμερα, Δευτέρα, παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής, το οποίο συντονίζει ο Κωστής Χατζηδάκης.
Το όργανο αυτό δεν είναι καινούργιο, συστάθηκε το 2019, συνεδρίασε ελάχιστες φορές, περισσότερο εθιμοτυπικά παρά ουσιαστικά, και στη συνέχεια ξεχάστηκε. Ο Κ. Χατζηδάκης αναβιώνει τη λειτουργία του και σχεδιάζει να το συγκαλεί σε τακτική βάση προκειμένου ο κύκλος των οικονομικών υπουργείων, που έχει υπό την επίβλεψή του, να εναρμονίσει τη δράση του και να χαράξει τη μετάβαση από τα macro στα micro, δηλαδή στην απτή καθημερινότητα. Στη σημερινή συνεδρίαση την εισήγηση για τη συνολικότερη κατάσταση θα την κάνει ο Μιχάλης Αργυρού, προϊστάμενος του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού.
Το διεθνές μέτωπο
Η ατζέντα της συνάντησης περιλαμβάνει ειδικότερα θέματα που αφορούν τις υποδομές, τις εξαγωγές και την ανταγωνιστικότητα, με επιδίωξη να υπάρξει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και στοχοθεσία προκειμένου να επιταχυνθεί το κυβερνητικό έργο και να βελτιωθεί το πολιτικό κλίμα για την κυβέρνηση. Το εσωτερικό μέτωπο είναι ίσως πιο εύκολο να διευθετηθεί. Στον διεθνή περίγυρο, όμως, υπάρχουν εξελίξεις που είναι δύσκολο να προβλεφθούν οι συνέπειές τους και αυτό εντείνει την αβεβαιότητα. Η ΕΕ, η οποία διαιρέθηκε και για αυτό το θέμα, δεν προσφέρει, προς το παρόν τουλάχιστον, ασφαλές καταφύγιο για μια μικρή χώρα με χαμηλή ανταγωνιστικότητα, όπως η Ελλάδα.
Μια συνολική επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου θα πλήξει και τις ελληνικές εξαγωγές, οι οποίες προς τις ΗΠΑ είναι μόλις 5%, άρα ο άμεσος αντίκτυπος θα είναι περιορισμένος. Ωστόσο η χώρα μας θα πρέπει να επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις αν θέλει να είναι ελκυστικός προορισμός για τους επενδυτές, παρά τις αναταράξεις στο διεθνές εμπόριο.
Αυτά τα θέματα, αν και δεν περιλαμβάνονται στην επίσημη ατζέντα του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής, αναμένεται να συζητηθούν εκτενώς, επειδή και η χώρα μας θα πρέπει να λάβει κάποια μέτρα προστασίας.
Και μάλιστα σε τομείς οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν έφτασαν στο επίπεδο που αναμενόταν τα προηγούμενα έξι χρόνια, όπως είναι η ανταγωνιστικότητα, ώστε να συνεχίσουν οι εξαγωγές παρά το όλο και πιο κατακερματισμένο διεθνές περιβάλλον. Ή η ενίσχυση της αυτονομίας μας σε στρατηγικούς τομείς, όπως η ενέργεια, οι πρώτες ύλες, οι τεχνολογίες, αλλά και η θωράκιση των θεσμών και η δημοσιονομική σοβαρότητα.
Οι επτά άξονες Χατζηδάκη
Την προηγούμενη εβδομάδα ο κ. Χατζηδάκης, σε εκδήλωση του Ελληνο-Ιταλικού Επιμελητηρίου, παρουσίασε τους επτά άξονες στους οποίους θα πρέπει να κινηθεί η χώρα, οι οποίοι από την άλλη πλευρά δείχνουν και τα ελλείμματα που χρειάζεται να καλύψει η κυβέρνηση.
Συγκεκριμένα ανέφερε την προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων, καθώς το επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης δεν έχει ακόμα καλυφθεί, παρότι οι επενδύσεις αυξήθηκαν την περασμένη πενταετία κατά 64%. Αυτό θα γίνει με την απλούστευση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, την ολοκλήρωση του Κτηματολογίου και αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, την εφαρμογή νέων κινήτρων στην καινοτομία και τις συγχωνεύσεις. Την ενίσχυση της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας. Την ενίσχυση της εξωστρέφειας μεταξύ άλλων με τη διείσδυση σε νέες πολλά υποσχόμενες αγορές, όπως η Ινδία και η Κίνα, και με στοχευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία για εξαγωγικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε εκθέσεις.
Ακόμα, την αναβάθμιση των υποδομών. Τη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας, μεταξύ άλλων με στροφή προς εξειδικευμένες αγορές υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως οι τεχνολογίες και εφαρμογές υγείας, η ρομποτική, η ηλεκτροκίνηση, η αμυντική βιομηχανία, η επισκευή και ναυπήγηση πλοίων. Επίσης, με διεύρυνση της τουριστικής περιόδου και με την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Το ανθρώπινο δυναμικό και τη μείωση φόρων, που, όπως προανήγγειλε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, επειδή η υπέρβαση των στόχων του προϋπολογισμού για το 2024 δημιουργεί προϋποθέσεις για περαιτέρω θετικές πρωτοβουλίες, αυτές θα ανακοινωθούν από τον Πρωθυπουργό στη ΔΕΘ.
Βέβαια, μέσα από αυτά προκύπτει το εύλογο ερώτημα αν θα προλάβει η κυβέρνηση να καλύψει τα κενά της διακυβέρνησης μέσα σε αυτό το διεθνώς ρευστό περιβάλλον με τρόπο που να φτάσει στον κάθε πολίτη και στο κάθε νοικοκυριό. Και επίσης μοιάζει αντιφατική η επέκταση της παραγωγικής βάσης με την ταυτόχρονη εξωστρέφεια της οικονομίας, πράγμα που δείχνει ότι ακόμα δεν υπάρχει ολοκληρωμένο σχέδιο για το πού πρέπει να δοθεί το βάρος στο εξής.