«Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα» λεγόταν παλιά και ορθά. Ομως και ο ορισμός της Αθήνας, του μεγαλύτερου μητροπολιτικού δήμου της χώρας, είναι δύσκολο να δοθεί. Γιατί φυσικά η Αθήνα δεν είναι μόνο το ιστορικό κέντρο, αλλά και οι εξίσου ιστορικές γειτονιές και συνοικίες της. Γειτονιές με μεγάλες διαφορές μεταξύ τους, κοινωνικές και πολιτιστικές. Αθήνα είναι το ιστορικό κέντρο αλλά τι σχέση μπορεί να έχουν η τουριστική οδός Ερμού και η Πλάκα, με τις οδούς Μενάνδρου, Σωκράτους και Ζήνωνος κοντά στην Ομόνοια. Αθήνα είναι το Παγκράτι, οι Αμπελόκηποι, τα Ιλίσια με τον μεσοαστικό χαρακτήρα τους αλλά το ίδιο Αθήνα είναι και οι μικροαστικές γειτονιές του Κολωνού και των Σεπολίων. Για να μη μιλήσουμε για την Κυψέλη και την ευρύτερη περιοχή των Πατησίων που λόγω της μεγάλης παρουσίας μεταναστών έχουν αποκτήσει, εδώ και χρόνια, μια δική τους πραγματικότητα ζωής, κοινωνικής αλλά και πολιτικής συμπεριφοράς.
Πουλώντας βία και μίσος
Αυτή, η «άλλη» Αθήνα, είναι εδώ και πολλά χρόνια στο στόχαστρο της Ακροδεξιάς και της ρατσιστικής προπαγάνδας. Το φαινόμενο δεν είναι ούτε καινούργιο ούτε αποκλειστικά ελληνικό. Πανευρωπαϊκά, η Ακροδεξιά, ήδη από τη δεκαετία του ’70, εκμεταλλεύθηκε το φαινόμενο της μετανάστευσης και της υποβάθμισης του επιπέδου ζωής για να φέρει στο πολιτικό προσκήνιο το άσχημο πρόσωπό της.
Στην Ελλάδα, η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, ήδη από τη δεκαετία του ’90 που εμφανίστηκε το φαινόμενο της μετανάστευσης, είχε επιλέξει τις περιοχές αυτές της Αθήνας για να απλώσει τα πλοκάμια της. Τα ιστορικά γραφεία αυτού του μορφώματος βρίσκονταν στην οδό Κεφαλληνίας στην Κυψέλη, για να μεταφερθούν τη δεκαετία του 2000 στην οδό Σωκράτους στην Ομόνοια, εκεί όπου ανεξέλεγκτα ξεκινούσαν τα Τάγματα Εφόδου τις επιθέσεις τους εναντίον αριστερών και μεταναστών. Ακόμα και μετά την είσοδό της στη Βουλή, η Χρυσή Αυγή διατηρούσε ένα μεγάλο γραφείο στην οδό Δεληγιάννη, στην περιοχή του Σταθμού Λαρίσης.
Η πρόσφατη ανακοίνωση του έγκλειστου στις φυλακές Δομοκού Ηλία Κασιδιάρη για την πρόθεσή του διεκδικήσει τον Δήμο Αθηναίων, δεν είναι τίποτε περισσότερο από τη συνέχεια μιας συγκεκριμένης στρατηγικής της ελληνικής Ακροδεξιάς.
Από το μακρινό 2006, όταν το ναζιστικό μόρφωμα ήταν σχεδόν άγνωστο στην πολιτική ζωή και στην κοινωνία, είχε ξεκινήσει την πολιτική του παρουσία στον Δήμο Αθηναίων με υποψήφιο για δήμαρχο τον τότε υπαρχηγό του Νίκου Μιχαλολιάκου, Δημήτρη Ζαφειρόπουλο. Το πενιχρό, φαινομενικά, αποτέλεσμα του 1,5% πρέπει να συγκριθεί με τα τότε πανελλαδικά αποτελέσματα του ίδιου κόμματος, τα οποία ανέρχονταν στο 0,1%.
Η αρχή είχε γίνει και η Χρυσή Αυγή επένδυσε στην εγκληματικότητα και στην ανασφάλεια για να φτάσει στην πρώτη ουσιαστικά πολιτική επιτυχία της το 2010, με την εκλογή του «αρχηγού» στο Δημοτικό Συμβούλιο της Αθήνας καθώς είχε συγκεντρώσει ποσοστό που έφτασε το 5%.
Αμέσως μετά, ακολούθησε ο Αγιος Παντελεήμονας, τα «Εξάρχειά μας», όπως ονόμαζαν οι ίδιοι οι νεοναζί την ιστορική αυτή γειτονιά του κέντρου. Εκεί, εκμεταλλευόμενοι τις αντιδράσεις των κατοίκων για την γκετοποίηση της περιοχής τους, οι νεοναζί, κυριολεκτικά, μετέτρεψαν τον Αγιο Παντελεήμονα σε πεδίο μάχης με καθημερινά πογκρόμ.
Ακολούθησαν τα Μνημόνια και ο βίαιος μετασχηματισμός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας, γεγονός που έδωσε την ώθηση για την παρουσία στο Κοινοβούλιο της ρητορικής μίσους και απαξίωσης κάθε έννοιας δημοκρατίας.
Ο βασικός στόχος της Ακροδεξιάς είχε επιτευχθεί με την ισχυρή παρουσία στο πολιτικό σκηνικό της χώρας. Ομως, ο Δήμος Αθηναίων δεν έπαψε να είναι το προνομιακό σημείο αναφοράς τους. Με ποσοστό που έφτασε το 15% το 2014 και το 11% το 2019, ο Ηλίας Κασιδιάρης, ως εκλεκτός της Χρυσής Αυγής τότε, εμφανιζόταν ως ο «σωτήρας» αυτών ακριβώς των περιοχών της Αθήνας.
Τώρα ο καταδικασμένος για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και έγκλειστος στις φυλακές Δομοκού θα επιχειρήσει και πάλι την κάθοδό του προσπαθώντας να ξεπεράσει τις τροπολογίες της κυβέρνησης. Τροπολογίες που δεν τον εμπόδισαν στις εκλογές του Ιουνίου να εκλέξει μια σειρά από συνεργάτες του στη Βουλή μέσω του σχήματος των «Σπαρτιατών».
Μια συνεργασία βέβαια που δεν κράτησε ούτε έναν μήνα καθώς οι σχέσεις του με τον επικεφαλής των τελευταίων, Βασίλη Στίγκα, δείχνουν να έχουν διαρραγεί.
Η μάχη για την «πίτα»
Σε τι αποσκοπεί ο Κασιδιάρης λοιπόν; Αρχικά στη δημοσιότητα που κέρδισε με την ανακοίνωση της υποψηφιότητας και τη συνακόλουθη κουβέντα για το αν τελικά μπορεί να είναι υποψήφιος. Γνωρίζει φυσικά ότι ακόμα και αν εκλεγεί ως δημοτικός σύμβουλος ο νόμος απαγορεύει την άσκηση αυτοδιοικητικού αξιώματος, έστω και σε πρωτόδικα καταδικασθέντες. Επιδιώκει να τραβήξει ένα όχι μικρό ποσοστό των κατοίκων της Αθήνας που με αυτόν τον τρόπο νομίζει ότι μπορεί να εκφράσει τον θυμό του και να κρατήσει για τον εαυτό του τα ηνία του «ηγέτη» της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα.
Εναν χώρο ευμετάβλητο πολιτικά καθώς και η παρουσία της Ελληνικής Λύσης του Βελόπουλου, της Νίκης και άλλων κομμάτων και οργανώσεων, οι οποίες συχνά έχουν και πιο ακραία ρητορική από τον Κασιδιάρη, μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει τα δεδομένα σε αυτόν.
Ο Ηλίας Κασιδιάρης τον Σεπτέμβριο θα ζητήσει και άδεια από τις φυλακές Δομοκού, προφανώς για να μπορέσει να κάνει προεκλογικό αγώνα στις γειτονιές της Αθήνας. Γιατί ακόμα και στον Δήμο Αθηναίων δεν θα παίξει «μπάλα» τελείως μόνος του. Απέναντί του θα έχει την υποψηφιότητα της Ελένης Παπαδοπούλου με τον συνδυασμό «Η Αθήνα μας». Μια υποψηφιότητα που δεν έχει κομματικό χαρακτήρα αλλά με την αντιμεταναστευτική ρητορική της επικεφαλής της ως μέλους της επιτροπής κατοίκων της πλατείας Βικτωρίας μπορεί να ψαρέψει στα ίδια «νερά» με τον Κασιδιάρη και να συσπειρώσει τους αντιπάλους του στη δεξιά και κυρίως ακροδεξιά πολυκατοικία.
Η ακροδεξιά ρητορική, σε κάθε της μορφή, δεν θα κάνει έναν «μεγάλο περίπατο» στην Αθήνα. Εχει όμως πολλά δρομάκια για να εισέλθει στο επόμενο Δημοτικό Συμβούλιο και εκεί να εκφράσει μια αντισυστημική ρητορική που αγγίζει για πολλούς λόγους ένα κομμάτι των πολιτών της πρωτεύουσας που αισθάνονται παρατημένοι από το πολιτικό σύστημα των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου, και αυτό ακριβώς είναι και το πρόβλημα ουσίας πολλών Αθηναίων.
«Ανακωχή» λόγω διακοπών στους Σπαρτιάτες
Προσωρινή ανακωχή έως το τέλος Αυγούστου για τους «Σπαρτιάτες». Δεν πραγματοποιήθηκε τελικά την περασμένη Πέμπτη η προγραμματισμένη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας λόγω… απουσίας βουλευτών στην επαρχία. Αντί, λοιπόν, να υπάρξει συνεδρίαση της ΚΟ έγινε ένα… brunch με τον Βασίλη Στίγκα και τους βουλευτές Γιάννη Δημητροκάλλη και Χαράλαμπο Κατσιβαρδά. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι εξελίξεις για τη συνοχή του κόμματος θα «τρέξουν» από το τέλος Αυγούστου όταν θα ξαναρχίσουν οι εργασίες της Βουλής και τότε θα συγκληθεί εκ νέου η κοινοβουλευτική ομάδα.
Ο κ. Στίγκας θέλησε να κάνει κάποιες κατευναστικές δηλώσεις λέγοντας ότι πιθανόν να έχουν λυθεί όλες οι διαφορές και αποφάνθηκε ότι «δεν υπάρχουν πολλές διαφορές» (;). Με τον Κασιδιάρη να καραδοκεί, κάτι που φαίνεται ότι γνώριζε ο κ. Στίγκας και έκανε και μια δήλωση για αυτόν. Οι κασιδιαρικοί βουλευτές επιμένουν για σύγκληση συνεδρίου, ωστόσο ο κ. Στίγκας θέλει να το αποφύγει με κάθε τρόπο γιατί γνωρίζει ότι θα βρεθεί με μια απόλυτη μειοψηφία και θα κινδυνεύει να χάσει τη θέση του προέδρου.