Ο Πρωθυπουργός προπαγανδίζει συχνά-πυκνά από βήματος της Βουλής τα «επιτεύγματα» της οικονομικής πολιτικής, επαίρεται για τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, την επιτευχθείσα δημοσιονομική σταθερότητα και τον ευρύ δημοσιονομικό χώρο που διαμόρφωσε χάριν των φτωχότερων που επλήγησαν περισσότερο από τη μακρά κρίση.
«Κατασκευάζει» εχθρούς
Πασχίζει να εμφανιστεί ως εκπρόσωπος των λαϊκών στρωμάτων και συμφερόντων και έτσι να καταχωριστεί στη συνείδηση των πολιτών. Και αυτό σε αντιδιαστολή προς τον επερχόμενο Κυριάκο Μητσοτάκη, τον οποίο έχει κατατάξει στους «εχθρούς του λαού» και τον αντιμετωπίζει ως εκφραστή των δυνάμεων της κρίσης, του κεφαλαίου και βεβαίως ως συνεχιστή του μισητού Πόουλ Τόμσεν, άλλοτε τοποτηρητή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ελλάδα.
Ο κ. Τσίπρας είναι φανερό πια ότι έχει αφιερωθεί ολοκληρωτικά στον εκλογικό στόχο και σκοπό. Οι κινήσεις, οι δημόσιες εμφανίσεις του, τα σχόλια και οι επιθέσεις που επιχειρεί προς πάσα κατεύθυνση συντονίζονται, ή καλύτερα αποτελούν τμήμα της ευρύτερης προετοιμασίας για τις κάλπες.
Εχουν «ξεγράψει» τον Π. Καμμένο
Αναγνωρίζει τους κινδύνους, πολιτικούς και άλλους, που θα προκύψουν από μια ενδεχόμενη ήττα και δείχνει διατεθειμένος να δώσει μάχη μέχρις εσχάτων. Οπως και αντιλαμβάνεται την εξάντληση της συμμαχίας με τον πρόεδρο των ΑΝΕΛ και υπουργό Εθνικής Αμυνας Πάνο Καμμένο. Στο στενό περιβάλλον του κ. Τσίπρα τον έχουν ξεγράψει στην κυριολεξία, τον θεωρούν απρόβλεπτο, δεν του έχουν πια καμία εμπιστοσύνη και στις ιδιαίτερες συνομιλίες τους δεν κρύβουν την ανησυχία τους ότι μπορεί να τους αδειάσει ανά πάσα στιγμή. Λαμβάνουν πλέον πολύ σοβαρά τις απειλές του και φανερά πια σχεδιάζουν χωρίς αυτόν. Χαρακτηριστική υπήρξε η στάση του Πρωθυπουργού στην τελευταία συζήτηση στη Βουλή, όπου υπεράσπισε μετά πάθους τη συμφωνία των Πρεσπών, αγνοώντας πλήρως τις αιτιάσεις και τις απειλές του συνεταίρου του στην κυβέρνηση.
Γεγονός που, κατά μία εκδοχή, εξόργισε τον υπουργό Εθνικής Αμυνας και τον εξώθησε στις δηλώσεις για πρόωρη εγκατάλειψη του κυβερνητικού σκάφους, με την ψήφιση δηλαδή των απορρεουσών από τη συμφωνία των Πρεσπών συνταγματικών αλλαγών από το Κοινοβούλιο της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Κατά τα φαινόμενα, λοιπόν, οι δεσμοί μεταξύ Τσίπρα και Καμμένου έχουν σπάσει, με αποτέλεσμα να επιταχύνονται οι πολιτικές εξελίξεις.
Το σενάριο του Μαρτίου
Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι με την ψήφιση των συνταγματικών αλλαγών από τη γείτονα, το όλο θέμα θα έλθει ταχύτατα προς έγκριση στην ελληνική Βουλή, με σκοπό η όλη διαδικασία να έχει κριθεί μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου, να έχουν εκδηλωθεί οι όποιες πολιτικές κινήσεις των άλλων και αμέσως μετά να προκηρυχθούν εκλογές, γιατί προφανέστατα ο κ. Τσίπρας αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να ηγείται μιας θνησιγενούς και απολύτως εξαρτώμενης από τρίτους κυβέρνησης.
Οι ίδιες πηγές κάνουν λόγο για εκλογές στα μέσα του προσεχούς Μαρτίου. Στη βάση αυτών των εκτιμήσεων και προγνώσεων «φορτσάρει» ο Πρωθυπουργός και σπεύδει ο ίδιος προσωπικά να κηρύξει την έναρξη της χρονικά απροσδιόριστης ακόμη προεκλογικής περιόδου.
Οπως προαναφέραμε, αγωνιά προσωπικά για τις εξελίξεις. Γνωρίζει, μετά τα όσα έχει κάνει, τις κατηγορίες που έχει εκτοξεύσει αδιακρίτως κατά πάντων και τη σπίλωση προσωπικοτήτων που κατά καιρούς έχει επιχειρήσει, ότι σε περίπτωση ήττας τον περιμένουν δύσκολες ημέρες.
Ελαβε ένα πολύ ισχυρό σήμα από την αποκάλυψη της υπόθεσης Πετσίτη και ανταποκρίθηκε ασμένως. Πήγε προετοιμασμένος στη Βουλή και έφτασε να αμύνεται επιτιθέμενος ακριβώς γιατί γνωρίζει πόσο διαβρωτικές του ηθικού πλεονεκτήματος της κυβέρνησής του είναι.
Υπό την επίδραση των Πρεσπών και των σκανδάλων είναι προφανές ότι η εκλογική προετοιμασία λαμβάνει άλλες διαστάσεις. Ο κ.Τσίπρας, αν θέλει να έχει κάποια τύχη, οφείλει να υπερασπίσει κατ’ αρχήν τη θητεία του, να αναδείξει τη λαϊκότητά του και βεβαίως να υποσχεθεί ένα καλύτερο μέλλον για τους Ελληνες. Η προσπάθειά του λοιπόν έχει ξεκινήσει, αλλά οι συνθήκες υπό τις οποίες εξελίσσεται αυτή δεν είναι οι καλύτερες.
Οι επενδυτές αναμένουν την κάλπη
Ολοι γνωρίζουν ότι η υπόθεση εξόδου από την κρίση και της οικονομικής σταθεροποίησης παραμένει ανολοκλήρωτη. Η έξοδος στις αγορές εκκρεμεί και στον βαθμό που πυκνώνουν τα σύννεφα στις διεθνείς αγορές, θα παραμείνει για καιρό ανεκπλήρωτο όνειρο.
Η ανάπτυξη που υποσχόταν επίσης παραμένει ασθενής και αναιμική, μη δυνάμενη να καλλιεργήσει προσδοκίες προόδου και προκοπής για τους πολίτες. Ολοι γνωρίζουν ότι οι επενδύσεις τελούν υπό καθεστώς αναμονής και αναστολής, οι τράπεζες διεκδικούν χρόνο και χρήμα για να αιματοδοτήσουν τη χειμαζόμενη και ασκούμενη με ίδιους πόρους ιδιωτική οικονομία.
Αυτή τη στιγμή, αν εξαιρέσει κανείς τις υποτυπώδεις εισοδηματικές ενισχύσεις που προσφέρει ο κ. Τσίπρας στους φτωχότερους των Ελλήνων, όλα τα υπόλοιπα έχουν παγώσει στην ελληνική οικονομία προφανώς εν όψει των αναμενόμενων πολιτικών εξελίξεων.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, που τις προηγούμενες ημέρες βρέθηκε στις ΗΠΑ με σκοπό την προσέλκυση αμερικανικών επενδύσεων, ένιωσε το κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας που επικρατεί στους διεθνείς οικονομικούς κύκλους για τη χώρα μας. Ολοι τον ρωτούσαν για τον χρόνο των εκλογών και τους πολιτικούς κινδύνους που ενσωματώνουν. Κοινή είναι η πεποίθηση ότι οι ξένοι μάλλον προεξοφλούν την ήττα του κ. Τσίπρα και αναμένουν να σταθμίσουν τα ελληνικά πράγματα ανάλογα με το αποτέλεσμα των εκλογών.
Εχουν άλλωστε λόγους να είναι επιφυλακτικοί. Η μέχρι τώρα στάση της κυβέρνησης αναγνωρίζεται περισσότερο ως αντιαναπτυξιακή παρά οτιδήποτε άλλο.
Αντί για ανάπτυξη δίνει επιδόματα
Επιπροσθέτως, αναγνωρίζουν ως φιλικότερα τα σήματα που εκπέμπει ο κ. Μητσοτάκης και τις διευκολύνσεις που υπόσχεται. Για τους ξένους επενδυτές είναι προτιμότερη μια φιλική προς τις επενδύσεις κυβέρνηση παρά η σημερινή που διακρίθηκε για τις επιφυλάξεις και τα εμπόδια που όρθωσε στις περισσότερες των περιπτώσεων.
Υπό αυτές τις συνθήκες και με τα αισθήματα απωλειών, από τους υπέρμετρους φόρους και τη διατηρούμενη υψηλή ανεργία, κυρίαρχα, η εκλογική εξόρμηση του κ. Τσίπρα μοιάζει άπελπις. Κοινώς δεν πείθει και τέλος πάντων φαίνεται πως δεν αρκούν τα «επιδόματα αγάπης» που μοιράζει στους φτωχούς. Επιβεβαιώνουν περισσότερο την παραμονή σε κατάσταση κρίσης παρά δημιουργούν προσδοκίες εξόδου από αυτή.
Τελευταία μάλιστα δημιουργείται η αίσθηση στους μετρητές των διαθέσεων της κοινής γνώμης ότι σταδιακά, όσο θα προσεγγίζουμε τον χρόνο των εκλογών, θα διαμορφώνονται τάσεις αποδοκιμασίας του κυβερνώντος κόμματος ακριβώς επειδή δεν δύναται να καλλιεργήσει προσδοκίες ανάπτυξης και καλύτερων ημερών στους πολίτες.
Πολιτεύθηκε επιθετικά και αρνητικά όλα αυτά τα χρόνια, δεν μπόρεσε να υποστηρίξει ένα βιώσιμο σχέδιο για τη χώρα, παρά κινήθηκε με γνώμονα ιδεοληπτικές και αντιπαραγωγικές αντιθέσεις, οι οποίες επέτειναν τα προβλήματα της κοινωνίας και της οικονομίας.
Από τη μάχη των ιδεών στη μάχη του διχασμού
Κατά τα φαινόμενα οι συγκρούσεις που εφευρίσκει ο κ. Τσίπρας δεν συγκινούν, ούτε πείθουν τους πολλούς ότι μπορούν να αποτελέσουν μοχλό προόδου και ευημερίας.
Ουσιαστικά ο κ. Τσίπρας και όσοι τον συνοδεύουν έχασαν τη μάχη των ιδεών επειδή απλούστατα επιχείρησαν μια μηχανιστική μεταφορά δογμάτων και σχημάτων από τα βιβλία της θεωρίας, χωρίς προσαρμογές και τις κατάλληλες αναθεωρήσεις, στη σύνθετη και απαιτητική σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Το μόνο που του μένει πλέον είναι να δώσει μια μάχη πόλωσης και διχασμού, ελπίζοντας να συγκρατήσει κάποιες δυνάμεις. Μπορεί ως έναν βαθμό να το επιτύχει, αλλά κατά πάσα βεβαιότητα θα ζημιώσει τη χώρα και θα υπονομεύσει το μέλλον του ιδίου και του κόμματός του βεβαίως.
Κάτι που, όπως είναι φορτισμένος, δεν μπορεί να αντιληφθεί…