«Η επιτροπή του ΥΠΕΧΩΔΕ διερεύνησε επισταμένως το κτίριο της Ρικομέξ και αποφάνθηκε για τα αίτια της κατάρρευσής του. Ενώ σύμφωνα με τις άδειες (και μελέτες) το κτίριο έπρεπε να είχε 32 υποστυλώματα, κατά την αυτοψία βρέθηκε να έχει συνολικώς 24. Μια κατασκευή ιδιαίτερα επιβαρυντική για τη στατικότητα και ασφάλεια του κτιρίου. Επίσης, ενώ κατά τις άδειες (και μελέτες) οι πλάκες του κτιρίου έπρεπε να ήταν δοκιδωτές, αυτές κατασκευάστηκαν συμπαγείς, πάχους 25-35 εκ., χωρίς εσωτερικές δοκούς και περιμετρικές μόνο πέριξ των ανοιγμάτων (κλίμακας και ανελκυστήρων). Μια μέθοδος δηλαδή που δεν συνηθίζεται στις κατασκευές και ουσιαστικώς απαγορευόταν από τον ισχύοντα Κανονισμό. Κι αυτό γιατί η εφαρμογή της προϋπέθετε πλήθος ειδικών ελέγχων, που δεν έγιναν, με σκόπιμες διατρήσεις πλακών. Οι διατρήσεις δυστυχώς συνέβησαν στο κτίριο κατά τον σεισμό…».
Προβληματικές κατασκευές
Το παραπάνω αποτελεί απόσπασμα από το πόρισμα ελεγκτών για την πολύνεκρη κατάρρευση – με συνολικά 39 θύματα – του εργοστασίου της Ρικομέξ στον σεισμό έντασης 5,9 ρίχτερ τον Σεπτέμβριο του 1999 στην Πάρνηθα. Το περιεχόμενο του πορίσματος αυτού αποκαλύπτει ότι και στη χώρα μας υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες προβληματικές κατασκευές κτιρίων. Πολλοί μηχανικοί μάλιστα σημειώνουν ότι ο απλοϊκός διαχωρισμός περί «ευάλωτων» κτιρίων στην Τουρκία και πλήρως «θωρακισμένων» στην Ελλάδα είναι μάλλον βιαστικός και σίγουρα όχι απολύτως ακριβής.
Στη χώρα μας έχουν καταγραφεί χιλιάδες κακοτεχνίες, πολεοδομικές παραβάσεις αλλά και ζητήματα ατιμωρησίας των υπευθύνων, παρά τις αρχικές εξαγγελίες για ταχύρρυθμες διαδικασίες απονομής δικαιοσύνης και παραδειγματικές τιμωρίες μηχανικών.
Ο σεισμός στις 9 Σεπτεμβρίου 1999 στην Αττική προκάλεσε 145 θανάτους. Το γεγονός αυτό τον χαρακτηρίζει ως τον πιο θανατηφόρο σεισμό που έλαβε χώρα στην Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια. Υπολογίστηκε ότι τουλάχιστον άλλοι 85 συνάνθρωποί μας σώθηκαν μέσα από τα συντρίμμια, 2.000 τραυματίστηκαν και περίπου 100.000 έμειναν άστεγοι. Εκείνη την εποχή, δε, τα συνεργεία του ΥΠΕΧΩΔΕ πραγματοποίησαν εκατοντάδες ελέγχους σε κτίρια, χαρακτηρίζοντας 14.000 κατοικίες «μη κατοικήσιμες».
Πλήθος παρατυπιών
Οι περισσότερες ανθρώπινες απώλειες του σεισμού του 1999, ωστόσο, σημειώθηκαν στο εξαώροφο κτίριο της Ρικομέξ, όπου εντοπίστηκε πλήθος παρατυπιών στην κατασκευή και στους ελέγχους του από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Οπως χαρακτηριστικά ανέφερε η απόφαση 835/2006 του Αρείου Πάγου, «από τα πορίσματα των ελεγκτών προκύπτει ότι οι κακοτεχνίες, τα ελαττώματα και οι βλάβες που είχε υποστεί και στο παρελθόν το κτίριο δείχνουν ότι θα κατέρρεε και με σεισμό πολύ μικρότερης εντάσεως, διότι δεν ήταν σε θέση να αναλάβει σεισμικά φορτία».
Ομως, από τους αρχικά τριάντα τρεις κατηγορουμένους (ιδιοκτήτες του εργοστασίου και οι μηχανικοί που είχαν υπογράψει τις μελέτες των κτιρίων που κατέρρευσαν) στο εδώλιο κάθισαν τελικώς τέσσερις, από τους οποίους δύο μηχανικοί καταδικάστηκαν σε πέντε χρόνια φυλάκιση. Και αυτοί όμως οι εναπομείναντες «υπεύθυνοι» στον δεύτερο βαθμό απηλλάγησαν.
Τον Μάιο του 2010 αποφασίστηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ότι η Νομαρχία έχει σημαντικές ευθύνες στην καταστροφή καθώς δεν διενήργησε τους απαραίτητους ελέγχους, όποτε και αποζημίωσε τους συγγενείς των θυμάτων με 13.000.000 ευρώ, τα οποία εκταμιεύθηκαν από την Περιφέρεια Αττικής.
Αντίστοιχη ήταν η περίπτωση κατάρρευσης πολυκατοικίας στην οδό Πίνδου στη Ν. Φιλαδέλφεια, στην οποία επτά άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Κατηγορούμενοι βρέθηκαν ο πολιτικός μηχανικός καθώς και οι ιδιοκτήτες του υπογείου, του ισογείου και του ημιωρόφου, όπου είχαν γίνει μετατροπές για την εγκατάσταση και τη λειτουργία σουπερμάρκετ. Και σε αυτή την περίπτωση διαπιστώθηκε πλημμελής κατασκευή, όμως οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν από τον πρώτο βαθμό.
Για την κατάρρευση πολυκατοικίας στην οδό Ψυχάρη, στη Μεταμόρφωση, όπου έχασαν τη ζωή τους οκτώ άνθρωποι, είχε σημειωθεί από μηχανικούς ότι «ο τρόπος κατασκευής της πολυκατοικίας, οι ατέλειες και οι πολλές κακοτεχνίες κατά την ανέγερση της οικοδομής είχαν ως αποτέλεσμα την καταστροφή». Ομως τα αδικήματα για έξι κατηγορουμένους παραγράφηκαν με το σκεπτικό ότι τα εγκλήματα φέρονται να τελέστηκαν από τους κατηγορουμένους προ εικοσαετίας, όπου και ολοκληρώθηκε η κατασκευή της πολυκατοικίας. Η δίωξη του ιδιοκτήτη, του πολιτικού μηχανικού και του αρχιτέκτονα του εργοστασίου Φουρλής, όπου έχασαν τη ζωή τους έξι εργαζόμενοι, για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο παύθηκε το 2001 ύστερα από βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών και πάλι λόγω παραγραφής των αδικημάτων.
Η κατάρρευση του κτιρίου της Φαράν
Για την κατάρρευση του εργοστασίου Φαράν στην Κάτω Κηφισιά, όπου είχαν χάσει τη ζωή τους οκτώ εργαζόμενοι, υπήρχε προγενέστερη μελέτη ότι το κτίριο είχε «ζημιές στα υποστυλώματα» από τον σεισμό του 1981 και «δεν ήταν ικανό να αντεπεξέλθει κυρίως σε περίπτωση σεισμού». Αρχικά η κατηγορία μετατράπηκε από κακούργημα σε πλημμέλημα και οι δύο ιδιοκτήτες, που καταδικάστηκαν σε πρώτο βαθμό σε ποινές 2-3 ετών φυλάκισης, απηλλάγησαν σε δεύτερο βαθμό με το σκεπτικό ότι «δεν είχαν ούτε γνώση ούτε ευθύνη για τις ατέλειες του κτιρίου».
Τι αποφασίστηκε στο Μαξίμου
Σχολεία και νοσοκομεία πρώτα σε νέο προσεισμικό έλεγχο
Προσεισμικός έλεγχος για ζητήματα προστασίας και ανθεκτικότητας στα δημόσια κτίρια της χώρας (σε πρώτη φάση τα σχολεία και νοσοκομεία της) αποφασίστηκε στη διάρκεια σύσκεψης εργασίας που έγινε το πρωί της Παρασκευής στο Μέγαρο Μαξίμου υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης στο θέμα θα ανακοινωθούν λεπτομερώς την επόμενη εβδομάδα από το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Οπως αποφασίστηκε στη διάρκεια της σύσκεψης ωστόσο, θα γίνει άμεσα πρωτοβάθμιος έλεγχος των κτιρίων (μέσω οπτικών παρατηρήσεων των εμπειρογνωμόνων) και στη συνέχεια δευτεροβάθμιος (με δείγματα από τις οικοδομές, αναλύσεις κ.λπ.) όπου κριθεί ότι είναι απαραίτητο.
Οπως έχει γραφτεί και αναλυθεί τις προηγούμενες ημέρες, μόνο στο 25% των δημοσίων κτιρίων έχει γίνει ως σήμερα προσεισμικός έλεγχος δομικής τρωτότητας, ήτοι περί τα 20.000 κτίρια. Απομένει έτσι ο έλεγχος άλλων 60.000 κτιρίων σε όλη τη χώρα. Εχουν ωστόσο ελεγχθεί όλες οι σχολικές μονάδες που κατασκευάστηκαν έως το 1959, περίοδο κατά την οποία δεν υπήρχε κανένας αντισεισμικός κανονισμός, καθώς και όσες βρίσκονται στη ζώνη υψηλής σεισμικής επικινδυνότητας Κεφαλλονιάς, Ζακύνθου, Λευκάδας και ενός τμήματος της Αιτωλοακαρνανίας, ανεξάρτητα από το έτος κατασκευής. Σε Σάμο, Λέσβο και Χίο έχουν ελεγχθεί όσα σχολεία κτίστηκαν προ του 1985.
Πάντως οι υπεύθυνοι του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ) είναι έτοιμοι να ξεκινήσουν άμεσα τους ελέγχους που απαιτούνται.