Στα «χαρακώματα» βρίσκονται οι Έλληνες αγρότες αλλά και οι παραγωγοί ανά την Ευρώπη, αποφασισμένοι να δώσουν σκληρές μάχες ενάντια σε μέτρα και τακτικές που απειλούν την επιβίωσή τους, αλλά και κατά της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της οποίας ο συρρικνωμένος «κουμπαράς» τούς έχει φέρει στο «μη παρέκει». Τα τύμπανα του αγώνα ήχησαν και στη χώρα μας, με τον αγροτικό κόσμο να βρίσκεται επί ποδός πολέμου, καθώς οι περιορισμένες ενισχύσεις και τα αυξημένα κόστη παραγωγής καθιστούν ασύμφορη την αγροτική παραγωγή. Ειδικά στην κατεστραμμένη από τον «Daniel» Θεσσαλία, οι αγρότες είναι οργισμένοι και υποστηρίζουν ότι οι αποζημιώσεις παρά τις υποσχέσεις δίνονται με… σταγονόμετρο.
Η τεταμένη αυτή κατάσταση ανησύχησε ιδιαίτερα την κυβέρνηση που δεν μέτρησε άμεσα τις αντιδράσεις του αγροτικού κόσμου για να διαχειριστεί εγκαίρως το αγροτικό μέτωπο. Ειδικά οι αναφορές σε κινητοποιήσεις «με συγκεκριμένη κομματική προέλευση» από αρμόδιους υπουργούς και η χρήση χημικών τα προηγούμενα 24ωρα από την πλευρά της Αστυνομίας για να αποτραπεί η προσπάθεια παραγωγών να κλείσουν τον κόμβο του Πλατύκαμπου φαίνεται ότι «έριξαν λάδι» στη φωτιά της αναμέτρησης.
Το μωσαϊκό των αγροτών και η εξαγγελία μέτρων
Οι κινητοποιήσεις εξαπλώθηκαν γρήγορα σε όλη τη χώρα, με το… μωσαϊκό των αγροτών που συμμετέχουν να περιλαμβάνει όλες τις κομματικές αποχρώσεις. Μάλιστα, έμπειρες πηγές από την πλευρά του αγροτοσυνδικαλισμού αναφέρουν στο «Βήμα» ότι οι εφετινές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας θυμίζουν τις πολυσυλλεκτικές κινητοποιήσεις του 2008, του 1994 και του 1996, όταν οι «οπλαρχηγοί» των μπλόκων προέρχονταν από όλα τα κομματικά στρατόπεδα (ΝΔ, ΚΚΕ και ΠαΣοΚ).
Τελικά η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης κάλεσε τους αγρότες σε διάλογο αναζητώντας κοινά σημεία στις σχετικές διαπραγματεύσεις. «Από τις 7 Δεκεμβρίου είχαμε ζητήσει να μιλήσουμε με τον υπουργό. Τώρα που τα τρακτέρ κατέβηκαν στους δρόμους μάς απαντούν ότι είναι ανοιχτοί σε διάλογο» σχολίασε σχετικά ο πρόεδρος της Ενωτικής Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Νομού Λάρισας κ. Ρίζος Μαρούδας.
Στο πλαίσιο κατευνασμού των αντιδράσεων, η κυβέρνηση προχώρησε σε ορισμένες παρεμβάσεις, όπως στην εξαγγελία από τον Πρωθυπουργό την Παρασκευή των νέων μέτρων για τη μείωση του ενεργειακού κόστους των αγροτών, στην έναρξη των πληρωμών πληγέντων από τα ακραία φαινόμενα παραγωγών οι οποίοι δεν είχαν υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΛΓΑ, στο άνοιγμα της Ενιαίας Αίτησης Ενισχύσεων 2023 για τα Οικολογικά Σχήματα έως 15 του μηνός, στην καταβολή αποζημιώσεων στους παραγωγούς για ζημιές του 2023 (από 20 Φεβρουαρίου) και για συνδεδεμένες ενισχύσεις (εντός Απριλίου) κ.λπ.
Πάντως, η καθυστερημένη αντίδραση στη λήψη και εκτέλεση των σχετικών αποφάσεων «φούντωσε» το κύμα των αντιδράσεων. Μάλιστα, όπως τονίζει ο κ. Μαρούδας, εντός της εβδομάδας αναμένονται εξελίξεις, καθώς οι αγρότες «θα επιδιώξουμε πανελλαδικό συντονισμό» για τη συνέχιση των κινητοποιήσεων, στη σύσκεψη όλων των μπλόκων που έχει προγραμματιστεί τις επόμενες ημέρες.
Στο επίκεντρο ΚΑΠ και κόστος παραγωγής
Στο επίκεντρο των αγροτικών προβλημάτων βρίσκονται τα αδιέξοδα, που σύμφωνα με τους παραγωγούς γεννά η ΚΑΠ περιορίζοντας το ύψος των ενισχύσεων. Στον αντίλογο, η ΕΕ υποστηρίζει ότι οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις δεν μειώθηκαν. Θα πρέπει ωστόσο οι αγρότες, για να εισπράξουν το σύνολο της ενιαίας ενίσχυσης, να υιοθετήσουν «πράσινες» πρακτικές.
Σε κάθε περίπτωση, το κύμα της αγροτικής δυσαρέσκειας, εκτός από την Ελλάδα, χτυπά με δριμύτητα πολλές χώρες της ΕΕ, ενώ εκπρόσωποι των παραγωγών δήλωναν τις προηγούμενες ημέρες ότι θα προτιμούσαν να βρίσκονται στις φάρμες τους, αλλά δεν έχουν άλλη επιλογή, καθώς οι ανατιμήσεις σε καύσιμα, ζωοτροφές, πρώτες ύλες και οι καθυστερήσεις στην καταβολή αποζημιώσεων από καταστροφές έγιναν «θηλιά» στον λαιμό τους.
Οπως λέει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Κτηνοτρόφων κ. Παναγιώτης Πεβερέτος, η αύξηση του κόστους παραγωγής είναι δυσβάστακτη. «Μόνο την προηγούμενη διετία εγκατέλειψαν το επάγγελμα 10.000 αιγοπροβατοτρόφοι. Επίσης αποχώρησαν άλλοι 300 αγελαδοτρόφοι και έμειναν 900 από τους συνολικά 6.500 που ήταν προ δεκαετίας. Η κτηνοτροφία περνάει πάρα πολύ δύσκολες μέρες. Εκκρεμούν δάνεια, στη Θεσσαλία, πολλοί κτηνοτρόφοι έχασαν όλο το ζωικό κεφάλαιο. Γι’ αυτό βγήκαμε κι εμείς στα μπλόκα μαζί με τους καλλιεργητές, οι οποίοι άλλωστε μας δίνουν τις ζωοτροφές» σημειώνει ο ίδιος.
Πάνω τα κόστη, κάτω οι επιδοτήσεις
Και προσθέτει: «Από το 2021 έως σήμερα έχει αυξηθεί κατά 100% το κόστος των ζωοτροφών, 140% του ρεύματος, ενώ ταυτόχρονα μειώνονται οι επιδοτήσεις αλλά και οι τιμές που πουλάμε το γάλα. Η τιμή παραγωγού στο πρόβειο από 1,58 ευρώ πριν τον Νοέμβριο έπεσε στο 1,50 ευρώ, ενώ στο γίδινο γάλα από 1 ευρώ πήγε στα 90 λεπτά. Στο ράφι όμως η τιμή του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων αυξάνεται. Η φέτα, συνυπολογίζοντας την τιμή του παραγωγού μαζί με το κέρδος της μεταποίησης και του σουπερμάρκετ, δεν θα έπρεπε να ξεπερνά τα 11 ευρώ το κιλό, αλλά πωλείται στα 15,5 και 16 ευρώ το κιλό. Βιομηχανίες και σουπερμάρκετ κερδοσκοπούν, την ώρα που η πρωτογενής παραγωγή της χώρας συρρικνώνεται δραματικά».
Οι αγρότες καταγγέλλουν τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές στις οποίες οι αλυσίδες τροφίμων θέλουν να αγοράζουν τα προϊόντα, για να αυξάνουν τα δικά τους ποσοστά κέρδους.
Οπως επισημαίνει ο Χρήστος Γκόντιας, παραγωγός από τη Δράμα, «δεν αγωνιζόμαστε μόνο για εμάς, αλλά και για 10 εκατομμύρια καταναλωτές της χώρας. Για να υπάρχει επάρκεια προϊόντων και χαμηλές τιμές. Για να υπάρχουν έλεγχοι στα προϊόντα που έρχονται από τρίτες χώρες».