Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια το κομματικό μας σύστημα είδε τις τεκτονικές του πλάκες να μετακινούνται και σταθερές δεκαετιών, όπως ο δικομματισμός, να κλονίζονται. Ειδικά ο χώρος που στην πολιτική τοπολογία τοποθετείται στα αριστερά του Κέντρου βρέθηκε σε μια πρωτοφανή ρευστότητα, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα – με βασικό γνώρισμα την ιστορική πτώση αλλά και την ανθεκτικότητα του ΠαΣοΚ, καθώς και τη μετεωρική άνοδο αλλά και τη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ. Οι δύο κομματικοί παίκτες βρέθηκαν σε μια σχέση ανταγωνιστικής συμβίωσης, διεκδικώντας τον ίδιο περίπου χώρο αλλά με πολύ διαφορετικές στρατηγικές.
Το τελευταίο διάστημα παίζεται το πιο πρόσφατο επεισόδιο αυτής της άβολης «συγκατοίκησης», δείχνοντας μάλιστα να σηματοδοτεί μία ακόμη ανατροπή. Βασικός πρωταγωνιστής είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται ίσως στο πιο δεινό σημείο της πρόσφατης ιστορίας του. Στο κύμα Σεπτεμβρίου του metron forum 2.0, το οποίο διεξήχθη τις ημέρες που στον ΣΥΡΙΖΑ εκτυλισσόταν το δράμα της αποκαθήλωσης του Στ. Κασσελάκη, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κινείται πλέον σε μονοψήφια ποσοστά στην εκτίμηση ψήφου (9,5%) και κατατάσσεται στην πέμπτη θέση, με μια συσπείρωση που μετά βίας ξεπερνά το 50%.
Μετά από πολύ καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει την πρωτοκαθεδρία του στον χώρο των κεντροαριστερών ψηφοφόρων, ενώ ταυτόχρονα το στίγμα του εξασθενεί επίσης σαφώς και στον κρίσιμο εκλογικά χώρο των κεντρώων.
Το εύρημα είναι εντυπωσιακό αλλά όχι δυσερμήνευτο. Συμπυκνώνει μάλλον μια μακρά πορεία εσωστρέφειας, έλλειψης συνοχής και αδυναμίας να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην πολιτική ζήτηση ακόμη και του «δικού του» ακροατηρίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αξιολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματικής αντιπολίτευσης υπήρξε διαχρονικά αρνητική από το 2019 και εξής· τώρα όμως φτάνει σε ιστορικό χαμηλό, με ένα 87% να δηλώνει πως έχει αρνητική εντύπωση για το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ επιτελεί τον βασικό θεσμικό του ρόλο.
Μάλιστα, σε σύγκριση με το κύμα Ιουνίου του metron forum 2.0, που διεξήχθη λίγο μετά τις ευρωεκλογές, η απαρέσκεια ενισχύεται εμφατικά σε προνομιακά κοινά του κόμματος. Στους πολίτες που αυτοτοποθετούνται στην Αριστερά η θετική αξιολόγηση μειώνεται από 17% σε 13%, στους κεντροαριστερούς από 21% σε μόλις 10%, αλλά και στους κεντρώους από 11% σε 4%. Πολλώ δε μάλλον που, στους ίδιους τους ανθρώπους που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές του 2024, συμβαίνει μια ανατροπή: ενώ τον Ιούνιο το 51% εξ αυτών αξιολογούσε ακόμη θετικά τον ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση και το 35% αρνητικά, τώρα η θετική αποτίμηση περιορίζεται στο 29% και η αρνητική εκτοξεύεται στο 63%.
Είναι σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πειστικός στον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης ούτε στον πυρήνα των υποστηρικτών του. Αυτό ως προς την αυτοτελή αξιολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, ένα κομματικό σύστημα είναι ένα σύστημα σχέσεων, κατά κανόνα ανταγωνιστικών. Ετσι, η οριακή εικόνα που παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ συμπληρώνεται από μία δεύτερη ανατροπή – αυτή τη φορά σε σχέση με τον βασικό ανταγωνιστή του, το ΠαΣοΚ. Πράγματι, μετά από πολύ καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει την πρωτοκαθεδρία του στον χώρο των κεντροαριστερών ψηφοφόρων, ενώ ταυτόχρονα το στίγμα του εξασθενεί επίσης σαφώς και στον κρίσιμο εκλογικά χώρο των κεντρώων.
Στους πολίτες που αυτοτοποθετούνται στην Αριστερά η θετική αξιολόγηση μειώνεται από 17% σε 13%, στους κεντροαριστερούς από 21% σε μόλις 10%, αλλά και στους κεντρώους από 11% σε 4%.
Κι έτσι, ενώ τον Ιούνιο, αλλά και νωρίτερα, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το πρώτο κόμμα σε πρόθεση ψήφου στους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους (κερδίζοντας το 25,9% εξ αυτών), με το ΠαΣοΚ να ακολουθεί με 20,6%, στο παρόν κύμα της μέτρησης πλέον προσελκύει μόνο το 15,6% των κεντροαριστερών, ενώ το ΠαΣοΚ το 33,6%. Ο ΣΥΡΙΖΑ συγκρατεί σχετικά τα ερείσματά του στους αριστερούς, με 16,5% (από 19,6% τον Ιούνιο) και τη δεύτερη επίδοση μετά το ΚΚΕ, και στον χώρο του Κέντρου από το 9% πέφτει σε μόλις 4%, διατηρώντας μια αχνή πλέον παρουσία.
Η εικόνα επιβεβαιώνεται και στον δείκτη εκλογικής επιρροής, που αποτυπώνει το ευρύτερο εν δυνάμει ακροατήριο ενός κόμματος, εκείνους που «θα μπορούσαν και να το ψηφίσουν». Από 35% στη μέτρηση του Ιουνίου, το όριο εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ πέφτει τώρα στο 28%, δηλαδή στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών μαζί με την περίοδο Δεκέμβριος 2023 – Φεβρουάριος 2024, όταν βρισκόταν και πάλι σε φάση έντονης εσωστρέφειας. Μάλιστα, στους κεντροαριστερούς, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ είχε το καλύτερο σκορ του, παρουσιάζει σημαντική κάμψη (από 59% τον Ιούνιο σε 48%) και η απόστασή του από το ΠαΣοΚ αυξάνει σημαντικά, με το ΠαΣοΚ να ανεβαίνει από το 66% στο 76% στο ίδιο ακροατήριο.
Σε μία κρίσιμη συγκυρία όπου και τα δύο κόμματα βρίσκονται σε αναζήτηση ηγεσίας και ενός πιθανού restart, εάν επιβεβαιωθούν αυτές οι τάσεις ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει χάσει το στοίχημα που έμπαινε στη φάση της ανόδου του: να εναρμονιστεί ο πολιτικός με τον κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ και να καταστεί εκείνος κυρίαρχος στον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς. Ασφαλώς στην πολιτική όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά – και στην ελληνική πολιτική ακόμη περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση, όμως, κάπου εδώ εντοπίζεται ένα βασικό επίδικο για το ποιος πολιτικός παίκτης θα πλασαριστεί καλύτερα στον αγώνα ημιαντοχής για τη διαμόρφωση ενός ισχυρού πόλου αντιπολίτευσης.
Μετρήσεις Σεπτεμβρίου
- Ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται στο 9,5% και πέφτει στην πέμπτη θέση
- Η συσπείρωση μετά βίας ξεπερνά το 50%
- 87% έχει αρνητική εντύπωση για το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ ασκεί αντιπολίτευση
- Προσελκύει μόνο το 15,6% των κεντροαριστερών, ενώ το ΠαΣοΚ το 33,6%
- Στη μέτρηση εκλογικής επιρροής από το 35% του Ιουνίου πέφτει στο 28%
Ο κύριος Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός αναλυτής, Metron Analysis.