Με αφορμή πρόσφατο δημοσίευμα της «Wall Street Journal», το οποίο αναφέρει ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν είναι αποφασισμένος να προχωρήσει το θέμα των τουρκικών F-16, στην Αθήνα η αντιπολίτευση ξεσήκωσε τον αναμενόμενο σάλο για «την παταγώδη αποτυχία της πολιτικής του δεδομένου και πιστού συμμάχου».
Είναι κάτι που διαρκώς το επαναλαμβάνει και στο οποίο αξίζει τον κόπο να εγκύψουμε, όχι μόνο επειδή είναι η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, που διεκδικεί να κυβερνήσει τη χώρα, αλλά και για την πρωτοτυπία της.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαλεί την κυβέρνηση ως πιστό και δεδομένο σύμμαχο, υπονοεί ασφαλώς ότι τα συμφέροντα της χώρας υπηρετούνται καλύτερα αν η κυβέρνηση πάψει να είναι πιστή και δεδομένη.
Με καθημερινούς όρους, αυτό σημαίνει, λ.χ., ότι δεν θα απαντάμε στο τηλέφωνο: η Αμερική θα καλεί ξανά και ξανά, εμείς εξαφανισμένοι. Αντιστρόφως, θα περιμένει η Αμερική τηλέφωνο από εμάς, αλλά εμείς το κορόιδο. Μπορούμε επίσης να βάλουμε τους φίλους μας να σπείρουν φήμες στην αγορά ότι κάτι συμβαίνει, κάτι παίζει, με την περίπτωσή μας. Και, φυσικά, μπορούμε πάντα να αξιοποιήσουμε τα σύγχρονα μέσα, ανεβάζοντας στόρις στο Ινστα από τις θριαμβευτικές εξόδους μας σε πάρτι, γιορτές και πανηγύρια. Κάπως έτσι φαντάζομαι ότι το εννοούν.
Αυτή η πολιτική – ας την πούμε, του άπιστου και αβέβαιου συμμάχου – καταλαβαίνω ότι βγαίνει μέσα από τη ζωή και δεν την υποτιμώ καθόλου. Ουσιαστικά, αποτελεί μία εφαρμογή της τέχνης της γκομενικής στη γεωπολιτική. Θα μπορούσαμε λοιπόν να την ονομάσουμε η γεωγκομενική προσέγγιση του ΣΥΡΙΖΑ στο τρίγωνο των σχέσεων ΗΠΑ, Τουρκίας και Ελλάδας. Οπως συμβαίνει με όλες τις καινοτομίες στη σκέψη και στην επιστήμη, θα υπάρξουν πολλοί που θα την αντιμετωπίσουν με θυμηδία, ακόμη και με τη χλεύη. Θα υπάρξουν, ωστόσο, τολμηρά πνεύματα που θα την αγκαλιάσουν. Ο πρίγκιπας Χάρι, ας πούμε, ο οποίος έχει αποδείξει παγκοσμίως την οξύνοιά του, θα ήταν μια τέτοια περίπτωση. Κρίμα που δεν ξέρει ελληνικά…
Με ένα άρθρο
Πολλοί έψαχναν τη λύση στο πρόβλημα, αλλά ο πρόεδρος Κυριάκος Βελόπουλος τους πρόλαβε όλους και κατέθεσε στη Βουλή πρόταση νόμου «για την αποτροπή της τουρκικής επιθετικότητας». Οσο φιλόδοξη είναι η στόχευση του νομοσχεδίου τόσο δωρική και αυστηρή είναι η μορφή του. Αποτελείται από τέσσερα άρθρα, εκ των οποίων τα τρία έχουν προστεθεί με προφανή τον σκοπό να αβγατίσει το κείμενο, ώστε τυπωμένο σε έγγραφο να μοιάζει κάπως με νομοσχέδιο παρά με τροπολογία. Στο άρθρο 3, όμως, βρίσκεται όλη η ουσία. Εκεί, ορίζεται ότι «κάθε παραβίαση από πλευράς του τουρκικού κράτους της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας σε στεριά, θάλασσα και αέρα, καθώς και των νομίμων ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, όπως ορίζονται στο διεθνές δίκαιο ή έχουν ήδη νομοθετηθεί, θα αποτελεί αιτία πολέμου (casus belli)».
Εδώ πρέπει να κάνω μια παρέκβαση, γιατί έχω μια απορία. Συγγνώμη, αλλά αυτό ακριβώς που ορίζει το νομοσχέδιο του Βελόπουλου δεν είναι αυτό που επιδιώκουν οι Τούρκοι, με τον πρωτοφανή σε διάρκεια και ένταση ψυχολογικό πόλεμο εναντίον της Ελλάδας; Δεν είναι ο σκοπός τους να μας παρασύρουν σε επεισόδιο; (Και μένω στην ηπιότερη εκδοχή.) Φαίνεται, όμως, ότι ο πρόεδρος Βελόπουλος βλέπει τις απειλές όπως ο Οσκαρ Ουάιλντ τους πειρασμούς: ο μόνος τρόπος για να απαλλαγείς είναι να ενδώσεις.
Οι Τούρκοι – και εννοώ το καθεστώς τους, για να μην παρεξηγούμεθα – είναι γνωστό ότι αγαπούν και σέβονται τη νομιμότητα και το έχουν αποδείξει παντοιοτρόπως, ιδίως τους τελευταίους μήνες. Επομένως, θα μαγκωθούν μόλις μάθουν ότι οι Ελληνες όρισαν διά νόμου το casus belli και θα υποχρεωθούν να συμμαζευτούν. Τι γίνεται, όμως, αν οι Τούρκοι το ρισκάρουν και αγνοήσουν τον ελληνικό νόμο; Η περίπτωση είναι όλως υποθετική, ωστόσο ο νομοθέτης μεριμνά ακόμη και γι’ αυτή την ακραία περίπτωση: «Υποχρεούται η ελληνική κυβέρνηση, αφενός να ζητήσει την επιβολή βαρύτατων κυρώσεων κατά της Τουρκίας, αποπομπή της Τουρκίας από όλους τους διεθνείς οργανισμούς που συμμετέχει και, αφετέρου, να προβεί στην αποτροπή των τουρκικών παραβιάσεων διά των όπλων».
Επειδή η διατύπωση είναι λίγο ασαφής, φαντάζομαι ότι θα πρέπει να εκδοθεί σειρά διαταγμάτων με τα οποία θα εξειδικεύονται τα σκοτεινά σημεία. Ας πούμε, ο κατάλογος των οργανισμών από τον οποίο η κυβέρνηση θα υποχρεούται να ζητήσει την αποπομπή της Τουρκίας, ώστε αν η κυβέρνηση παραλείψει, π.χ., τον Διεθνή Οργανισμό Μετεωρολογίας (που υποθέτω θα υπάρχει, αν και όχι με αυτόν τον τίτλο απαραιτήτως…) να μην κατηγορηθεί την επαύριον για εθνική μειοδοσία. Επίσης, η «αποτροπή διά των όπλων» δεν διαφέρει από αυτό που κάνουμε σήμερα με τις αναχαιτίσεις στον ουρανό του Αιγαίου. Οπλικά συστήματα είναι τα αεροσκάφη που απογειώνονται, όχι ψεκαστικά. Διά των όπλων γίνεται και σήμερα η αποτροπή: με την παρουσία τους, αλλά όχι με τη χρήση τους.
Ωστόσο, αυτές οι ασάφειες είναι δευτερεύουσες, διότι η μεγαλοφυΐα του επίδοξου νομοθέτη είναι ότι, θεσπίζοντας το casus belli, ουσιαστικά επιβάλλει στους Τούρκους τον φόβο του ελληνικού νόμου. Και όσοι ζούμε σε αυτή τη χώρα καταλαβαίνουμε τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Καιρός να το μάθουν και οι Τούρκοι…