«Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς» είναι μια νουβέλα του Κίπλινγκ που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1975 από τον Τζον Χιούστον. Πρωταγωνιστούν ο Μάικλ Κέιν και ο Σον Κόνερι – μάλιστα την προηγούμενη εβδομάδα ο Κέιν δήλωσε ότι πρόκειται για τον αγαπημένο του ρόλο. Δύο άγγλοι τυχοδιώκτες, πρώην στρατιωτικοί που ξέμειναν στην Ινδία, αποφασίζουν να ανέβουν στα Ιμαλάια για να βρουν το βασίλειο του Καφιριστάν. Το σχέδιο προέβλεπε ότι ο Σον Κόνερι θα δήλωνε απόγονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, εκπληρώνοντας την προφητεία του αρχαίου λαού για την επιστροφή του μεγάλου βασιλιά. «Εδώ τα κατάφεραν Ελληνες, δεν θα το πετύχουμε εμείς;» αναρωτιέται. Πράγματι, ανεβαίνουν στα βουνά και ο λαός του Καφιριστάν αγόρασε αμέσως την ιστορία τους. Ο Κόνερι έγινε βασιλιάς, απέκτησε τον πλούτο και την πιο ωραία γυναίκα της μικρής χώρας.
Ολα πήγαιναν βάσει σχεδίου. Μέχρι που μία αμυχή έκανε τον βασιλιά να ματώσει. Οταν οι υπήκοοι είδαν το αίμα, κατάλαβαν την απάτη. Ο βασιλιάς τους είναι ένας σαν και αυτούς, κοινός θνητός. Και έτσι άρχισε το κυνήγι. Μετά από περιπέτειες, οι δύο τυχοδιώκτες κατάφεραν να φτάσουν στην Ινδία. Απλώς ο ένας δεν ήταν ολόκληρος. Σε μία από τις τελευταίες σκηνές βλέπουμε τον Μάικλ Κέιν να μας αποκαλύπτει το κεφάλι του Σον Κόνερι. Ο υπόλοιπος έλειπε, είχε μείνει στο βουνό.
Δεν ξέρω αν ο Στέφανος Κασσελάκης έχει δει την ταινία. Αξίζει να το κάνει, γιατί είναι μια στοχαστική ματιά πάνω στη σχέση που διατηρεί ο ηγέτης με τον λαό. Δεν χρειάζεται, δηλαδή, να διαβάζει Μακιαβέλι και άλλα πομπώδη. Ας δει την ταινία και θα τα καταλάβει όλα. Διότι και αυτός εμφανίστηκε στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ όπως ο Σον Κόνερι στον λαό του Καφιριστάν. Προς Θεού, δεν υπαινίσσομαι ότι ο Κασσελάκης σκοπεύει να εξαπατήσει κάποιον – κάθε άλλο.
Ωστόσο η άφιξή του είχε κάτι μεσσιανικό. Στο Καφιριστάν θα τον έβλεπαν ως μετενσάρκωση του μεγάλου βασιλιά. Στον ΣΥΡΙΖΑ τον είδαν ως μια μοντέρνα εκδοχή του Τσίπρα. Και προφανώς ο ίδιος ο Τσίπρας θα εκτίμησε ότι έχει μπροστά του ένα καλούπι που μπορεί να το γεμίσει με τη δική του πολιτική ουσία. Οι δείκτες των δημοσκοπήσεων έμειναν στη θέση τους – η τηλεθέαση δεν συνεπάγεται και απήχηση. Για την ακρίβεια, οι δημοσκοπήσεις αποτύπωσαν αυτό που έδειξε και η ψηφοφορία. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι διχασμένος από τη βάση ως την κορυφή. Το χάσμα δεν είναι πολιτικό. Είναι πολιτισμικό και αισθητικό. Το γιλέκο του Φίλη απέναντι στο t-shirt του Κασσελάκη.
Είμαστε λοιπόν στο σημείο που ξύνουμε την μπογιά, που ανοίγουμε το λαμπερό περιτύλιγμα για να δούμε τι ακριβώς υπάρχει από κάτω. Και τώρα, που σταδιακά αφαιρούνται τα κομμάτια της επικοινωνιακής πανοπλίας του, ο Κασσελάκης θα μείνει εκτεθειμένος σε χτυπήματα και αμυχές. Στην πρώτη του συνέντευξη θύμισε ποδοσφαιριστή που κάνει δηλώσεις. «Βασικά πιστεύω ότι…». Είπε τα απολύτως αναμενόμενα, με το αντίστοιχο ύφος στην εκφορά του λόγου. Νωρίτερα υποσχέθηκε, προς εκπαιδευτικούς ειδικού σχολείου, καινούργια κλιματιστικά, αλλά και κτίριο. Είναι πλέον η ώρα να αρχίσει τις επισκέψεις πόρτα-πόρτα. Τον φωνάζεις με το μικρό του όνομα, είναι πρόθυμος να σε ακούσει και να σου λύσει το πρόβλημα. Ενας μοντέρνος σούπερ ήρωας.
Ασφαλώς η εβδομάδα που έφυγε του ανήκει πλήρως. Τον βλέπαμε συνέχεια και παντού. Μόνο που αν συνεχιστεί αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα εκπέμπει τίποτα περισσότερο από την εικόνα του προέδρου του. Πόσο χρόνο να διαθέσουν τα κανάλια στην παραγωγή πολιτικής όταν ο πρόεδρος περνάει κάτω από τα κάγκελα, βγάζει τη σκυλίτσα βόλτα ή ετοιμάζεται να πάει φαντάρος; Φανταστείτε μόνο τι θα συμβεί στην πρώτη του εμφάνιση με φόρμα παραλλαγής. Θα φυλάξει άραγε σκοπιά έχοντας για παρέα τις κάμερες; Θα πάει αγγαρεία στα μαγειρεία για να τον δούμε, με σηκωμένα μανίκια, να πλένει καζάνια; Και με ζουμ στο πρόσωπο θα τον ακούσουμε να υπόσχεται καλύτερο φαγητό για τους φαντάρους. Μήπως θα επιλέξει συμβολικά τις τουαλέτες, καθώς ήρθε για να καθαρίσει την κόπρο του συστήματος; Θα δούμε. Το φαινόμενο είναι σε εξέλιξη, όπως λένε και οι νέοι δημοσκόποι της εποχής, οι μετεωρολόγοι.