Τα φαντάσματα που πλανώνται πάνω από την Ευρώπη κυριάρχησαν στη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους επικεφαλής των διπλωματικών αντιπροσωπειών των κρατών-μελών της ΕΕ, στην κατοικία της πρεσβευτού της Αυστρίας Αντρέα Ικιτς-Μπεμ. Ο πρόεδρος της ΝΔ μίλησε για είκοσι λεπτά από στήθους, εξηγώντας τις θέσεις της ΝΔ σε δύο βασικούς τομείς, στην οικονομία και στο Μακεδονικό. Ωστόσο οι ερωτήσεις που δέχθηκε επικεντρώθηκαν σε ένα άλλο ζήτημα, το οποίο απασχολεί τα μέλη του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Πώς η Νέα Δημοκρατία, ένα μετριοπαθές συντηρητικό κόμμα, κατάφερε να μείνει ενωμένο, χωρίς την πίεση άλλων κομμάτων από τα δεξιά ή από τα αριστερά, και να αυξήσει το ποσοστό και την επιρροή του σε μια χώρα με οικονομική και προσφυγική κρίση;
Στην υπόλοιπη Ευρώπη η ριζοσπαστική Δεξιά αναγεννάται από την τέφρα της. Στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Αυστρία, στην Ιταλία, στην Πολωνία, στην Ουγγαρία, στη Σουηδία, ακραία κόμματα πλαγιοκοπούν τους παραδοσιακούς συντηρητικούς πυλώνες του πολιτικού συστήματος, αμφισβητώντας τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και την προοπτική της ενωμένης Ευρώπης.
Το τελευταίο διάστημα έχουν πυκνώσει στον διεθνή Τύπο τα άρθρα για την αναβίωση του εθνικισμού. Οι πιο έγκυροι αναλυτές πιστεύουν ότι αυτή η βαθιά αμφισβήτηση του υπάρχοντος πολιτικού κατεστημένου δεν θα έχει το σύντομο τέλος που αναμένουν ορισμένοι, ελπίζοντας σε ευνοϊκά εκλογικά αποτελέσματα. Ο Ντόναλντ Τραμπ, άλλωστε, νομιμοποιεί αυτού του είδους τη ρητορική. Παράλληλα η Αριστερά μένει προσκολλημένη στα παλιά της σλόγκαν, αλλά όταν βρίσκεται στην εξουσία, εμφανίζεται τόσο διεφθαρμένη όσο οι Συντηρητικοί και οι Σοσιαλιστές, και εφαρμόζει με ζέση την οικονομική πολιτική της Δεξιάς.
Κλειδί οι ψηφοφόροι του κεντρώου χώρου
Η Νέα Δημοκρατία αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση στους κόλπους του ΕΛΚ και η πορεία της κινεί το ενδιαφέρον. Ο κ. Μητσοτάκης εξήγησε στους πρέσβεις των χωρών της ΕΕ ότι το κόμμα του έχει βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία και ότι δεν εκπροσωπεί την ελίτ, όπως τον κατηγορεί ο Αλέξης Τσίπρας. Τους είπε επίσης ότι όποτε η ΝΔ στράφηκε προς το Κέντρο κέρδισε τις εκλογές και ότι, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, η διεκδίκηση του κεντρώου χώρου από εκείνον προσελκύει ψηφοφόρους εκτός του δικού του κόμματος.
Αυτή, ωστόσο, δεν είναι ολόκληρη η εικόνα. Μια αιτία που επισημαίνεται όλο και συχνότερα στις αναλύσεις για την υποχώρηση της παραδοσιακής Δεξιάς είναι η αδυναμία των κομμάτων του συγκεκριμένου χώρου να κατανοήσουν και να δώσουν λύσεις στην αγωνία των πολιτών που βιώνουν την οικονομική ανασφάλεια και την αμφισβήτηση της εθνικής τους ταυτότητας κυρίως εξαιτίας των μεταναστευτικών ροών.
Στην Ελλάδα το θέμα της εθνικής ταυτότητας τέθηκε όχι από το Μεταναστευτικό αλλά από τη συμφωνία των Πρεσπών και δεν αφορούσε κατά κύριο λόγο το όνομα της γειτονικής χώρας, αλλά τη μακεδονική γλώσσα και ταυτότητα. Η ΝΔ δεν είχε από την αρχή καθαρή θέση για το ζήτημα, αλλά μετά τις πρώτες περιοδείες του στη Βόρεια Ελλάδα στο τέλος του 2017 και στις αρχές του 2018, ο κ. Μητσοτάκης αντιλήφθηκε τη βαρύτητα του θέματος και αποσαφήνισε τη θέση του για το Μακεδονικό.
Τον Ιανουάριο του 2018 μάλιστα φρόντισε να την κοινοποιήσει και στη Σύνοδο του ΕΛΚ στις Βρυξέλλες. Ο πρόεδρος της ΝΔ είπε στα μέλη της πολιτικής του ομάδας ότι ηγείται ενός μεγάλου κόμματος, το οποίο δεν προτίθεται να διασπάσει, ότι δεν διανοείται να αφήσει χώρο στα δεξιά της ΝΔ προς εκμετάλλευση από κάποιον ακραίο σχηματισμό και ότι δεν θα διαιρέσει τη χώρα σε Βορρά και Νότο. Εκείνη την περίοδο η ανταπόκριση των μελών του ΕΛΚ ήταν χλιαρή, ειδικά η πλευρά των Γερμανών, η οποία υποστήριζε θερμά την είσοδο της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ. Οι εξελίξεις δικαίωσαν τον κ. Μητσοτάκη, ενώ στη Γερμανία οι Χριστιανοκοινωνιστές (CSU), το αδελφό κόμμα της Ανγκελα Μέρκελ, δέχεται πιέσεις από το AfD, το οποίο υιοθετεί ακραία αντιμεταναστευτική και ρατσιστική ρητορική, γεγονός που προκαλεί τριγμούς στον κυβερνητικό συνασπισμό. Ετσι όπως διαμορφώθηκε η συγκυρία, ακόμη και οι γερμανοί συντηρητικοί εξετάζουν με μεγαλύτερη προσοχή την ταυτοτική αλλά όχι εθνικιστική πολιτική που επέλεξε ο πρόεδρος της ΝΔ στο Μακεδονικό – το φλέγον ζήτημα για την ελληνική κοινωνία -, η οποία του απέφερε πολιτικά οφέλη, καθώς η ΝΔ προηγείται με διαφορά στις δημοσκοπήσεις.
Προσελκύει νέους ψηφοφόρους
Παρά την κατηγορία που δέχεται από την κυβέρνηση για ακροδεξιά στροφή, το γεγονός ότι κατάφερε να συνδεθεί με το βαθύτερο αίσθημα της ελληνικής κοινωνίας τού δίνει τη δυνατότητα να απευθυνθεί σε ένα ευρύ φάσμα ψηφοφόρων. Η ομιλία του στην Πρέβεζα, την περασμένη εβδομάδα, συγκέντρωσε πολύ περισσότερο κόσμο από αυτόν που κινητοποίησε το κόμμα, κάτι που εξέπληξε το επιτελείο του αλλά σχολιάστηκε και στον τοπικό Τύπο.
Η οικονομία αποτελεί το άλλο πεδίο προβληματισμού, καθώς εκτιμάται ότι το κλίμα πόλωσης και η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος θα έχουν μεγάλο κόστος, το οποίο ενδεχομένως να υπονομεύσει την προοπτική ανάκαμψης της χώρας. Το ερώτημα των πρεσβευτών ήταν πώς θα αποκαταστήσει, αν κερδίσει τις εκλογές, την εμπιστοσύνη των αγορών στην Ελλάδα. Ο πρόεδρος της ΝΔ απάντησε ότι αυτό θα γίνει αν έχει ισχυρή εντολή από τον ελληνικό λαό ώστε να σχηματίσει μια σταθερή κυβέρνηση, με πρόσωπα που θα πείθουν ότι θα ολοκληρώσουν το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και τον ίδιο να έχει ρόλο εγγυητή της προσπάθειας προς το εξωτερικό. Η οικονομική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση, εξήγησε, είναι αδιέξοδη γιατί η υπερφορολόγιση έχει τσακίσει τη μεσαία τάξη, η οποία δεν μπορεί να αναλάβει δημιουργικές πρωτοβουλίες, ενώ η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των Ελλήνων επιβαρύνει ακόμη και το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Εξέφρασε επίσης την πεποίθηση ότι όπως η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που επηρεάστηκε από την κρίση και το κύμα του λαϊκισμού, θα είναι και η πρώτη που θα επιστρέψει στην κανονικότητα.
Μια φράση του κ. Μητσοτάκη από την ομιλία του στην Πρέβεζα προκάλεσε την έντονη αντίδραση του Μεγάρου Μαξίμου αλλά και μέρους του τραπεζικού κλάδου, κατηγορώντας τον ότι καταστροφολογεί. «Τα πιστωτικά ιδρύματα δεν στέκουν καλά στα πόδια τους, δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη. Και αυτό είναι μια πληγή που άνοιξε η κυβέρνηση στην καρδιά της πραγματικής οικονομίας» είπε. Συνεργάτες του προέδρου της ΝΔ παρατηρούν ότι αυτή που θα έπρεπε να απολογείται είναι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για την κατάσταση της οικονομίας, για τη ΔΕΗ, την ΕΡΤ, τα κονδύλια για το Μεταναστευτικό, για την επέκταση της σύμβασης του «Ελ. Βενιζέλος» με τίμημα που έφτασε κοντά στο ένα δισ. ευρώ, με παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, από τα 480 εκατ. ευρώ που είχε συμφωνήσει η κυβέρνηση με τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών – αλλά μέχρι στιγμής σιωπά.