Στο σπίτι της Μπερνάρντα Αλμπα μια δεσποτική μητέρα επιβάλλει την παρουσία της και στερεί το οξυγόνο της ζωής από τις κόρες της. Στο σπίτι της ελληνικής Κεντροαριστεράς μια κυριαρχική φιγούρα που θα αναστήσει το στερημένο από πολιτικό οξυγόνο οίκημα κάνει αισθητή την απουσία της. Είναι τέτοιο το κενό που η ανακοίνωση μιας εκδήλωσης άνευ πολιτικής ουσίας έκανε μεγαλύτερο αντίλαλο από όσο θα της ταίριαζε. Τρία στελέχη μεσαίου βεληνεκούς, με φιλοδοξία που «κανένα χρώμα δεν της ταιριάζει», όπως θα έλεγε ο Σουρής, θα συζητήσουν σήμερα Τρίτη ποιος μπορεί να νικήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ο σουρεαλισμός δεν αφορά τα πρόσωπα – Διονύσης Τεμπονέρας, Εφη Αχτσιόγλου, Μανώλης Χριστοδουλάκης – ούτε τον χώρο της εκδήλωσης (θέατρο Αλφα), αλλά το θέμα της συζήτησης: «Απέναντι στην κυριαρχία Μητσοτάκη, ποιος;». Ο ΣΥΡΙΖΑ πάτησε την πεπονόφλουδα τον Σεπτέμβριο ποντάροντας όλες του τις μάρκες στον Στέφανο Κασσελάκη, που θα κέρδιζε σίγουρα τον Μητσοτάκη και τώρα τρέχει και δεν φτάνει πίσω από τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Σε λάθος συγκυρία
Φαίνεται ότι ορισμένοι δεν έπιασαν ακόμα το υπονοούμενο. Σίγουρα όχι η Αχτσιόγλου, παρότι θα έπρεπε να είχε πάρει το μάθημά της, ούτε ο Τεμπονέρας που στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ το πάει ένα βήμα μπρος και δύο πίσω. Ο Χριστοδουλάκης έγινε ο αφελής συνοδοιπόρος που δέχεται χτυπήματα από παντού χωρίς να κερδίζει τίποτα και αν τώρα το ξανασκέφτεται, είναι αργά για μεταμέλεια.
Σε μια συγκυρία με βαριά πολιτική ατζέντα, με τους αγρότες στους δρόμους, το νομοσχέδιο για τα μη κρατικά πανεπιστήμια να παίρνει τον δρόμο προς τη Βουλή, με την ντροπιαστική καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωκοινοβούλιο για την κατάσταση του κράτους δικαίου που συνοδεύεται από αίτημα προς την Κομισιόν να επανεξετάσει τη χορήγηση κονδυλίων προς τη χώρα μας, η Αριστερά και η Κεντροαριστερά, και μάλιστα τα νεότερα στελέχη της, δεν έχουν τίποτα σοβαρότερο να πουν από το να αναζητούν αταβιστικά τον μεσσία που θα τους βγάλει από την αφάνεια; Οταν ανεβαίνουν σε ένα τέτοιο πάνελ δεν αντιλαμβάνονται ότι στρέφουν την ερώτηση προς τον εαυτό τους; Ποιος θα σταθεί απέναντι στον Μητσοτάκη; Η Αχτσιόγλου; Ο Τεμπονέρας; Ο Χριστοδουλάκης; Ο καθένας μόνος του ή όλοι μαζί; Ας αφήσουν καλύτερα τον υπουργό Επικρατείας Ακη Σκέρτσο να καταγγέλλει τους «ανθέλληνες» ευρωβουλευτές της αντιπολίτευσης επειδή δεν χειροκροτούν τις υποκλοπές και άλλα παραστρατήματα της κυβέρνησης. Περισσότερο κακό κάνει στον Μητσοτάκη.
Προσωπικές φιλοδοξίες
Ακόμα και αν μιλούσαν σκληρά πολιτικά, τα συγκεκριμένα πρόσωπα έχουν και άλλο ζήτημα, τουλάχιστον τα δύο από αυτά. Για τα κόμματά τους, δικαίως ή αδίκως, δεν αποτελούν αυθύπαρκτες προσωπικότητες. Ο Τεμπονέρας διεκδικεί επίμονα το χρίσμα του Αλέξη Τσίπρα, γι’ αυτό έσπευσε να τον συναντήσει την περασμένη Τετάρτη, πέντε ημέρες πριν από την εκδήλωση. Ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μάλλον δεν έχει καμία όρεξη να «κλωσήσει» τις προσωπικές φιλοδοξίες κανενός στο συρρικνούμενο κόμμα του. Αμέσως μόλις έφυγε ο μουσαφίρης, άφησε να διαρρεύσει ότι η συνάντηση δεν έγινε με δική του πρωτοβουλία και ότι δεν σκοπεύει να παραστεί σε καμία εκδήλωση πέραν του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ στο τέλος Φεβρουαρίου.
Ο Χριστοδουλάκης θεωρείται στο ΠαΣοΚ κάτι σαν μαριονέτα του Γιώργου Παπανδρέου, και αυτό δεν αρέσει στη σημερινή ηγετική ομάδα. Εξ αυτού του λόγου, η αντίδραση στη συμμετοχή του στο πάνελ ήταν αδικαιολόγητα σφοδρή. «Το κόμμα δεν είχε ενημερωθεί» δήλωσε ο γραμματέας του Ανδρέας Σπυρόπουλος. Είναι προβληματική πρωτοβουλία, πρόσθεσε, λίγους μήνες πριν από τις ευρωεκλογές, στις οποίες το ΠαΣοΚ έχει στόχο να αναδειχθεί δεύτερη δύναμη. Ακόμα και ο Παπανδρέου, μέσω συνεργατών του, τον άφησε στα κρύα του λουτρού, «ούτε γνώριζε ούτε έδωσε τη συναίνεσή του» διαμηνύθηκε.
«Δεν χρειάζομαι άδεια για να πηγαίνω σε εκδηλώσεις» απάντησε ο Χριστοδουλάκης και εκεί έληξε η εξέγερσή του καθώς βιάστηκε να απαντήσει στο επίμαχο ερώτημα πριν ανεβεί στο πάνελ: «Η απάντηση είναι το ΠαΣοΚ και ο Νίκος Ανδρουλάκης».
Αν αυτή είναι η απάντηση, τότε γιατί προθυμοποιήθηκε να συμμετάσχει σε ένα έργο που στην κουίντα κρύβει το πραγματικό ερώτημα: Μπορεί να ενωθεί η Κεντροαριστερά και να αμφισβητήσει την κυριαρχία του Μητσοτάκη; Η Αχτσιόγλου είναι τυχερή, καμία ηγετική προσωπικότητα δεν ρίχνει τη σκιά της στο υπό κατασκευήν κόμμα της και αν αμφισβητήσει τις προθέσεις της ο Φίλης ή ο Σταθάκης, ή ακόμα και ο Τσακαλώτος, δεν χάθηκε ο κόσμος. Μεταξύ τους θα μείνει.
Η ματιά των πρώην
Αυτά που λένε ο Παπανδρέου και ο Τσίπρας όμως δεν περνούν απαρατήρητα. Ο πρώτος μίλησε για ένωση των προοδευτικών δυνάμεων όταν τον Οκτώβριο του 2023 επισκέφθηκε το προεκλογικό περίπτερο του Χάρη Δούκα, ο οποίος στηρίχθηκε από τον Κώστα Ζαχαριάδη και τον ΣΥΡΙΖΑ στον δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών. Ο δεύτερος, στις αρχές Δεκεμβρίου 2023, έκανε την πολυσυζητημένη ανάρτηση από τη Ρώμη ότι «η πολυδιάσπαση και ο πολυκερματισμός των προοδευτικών δυνάμεων ανοίγουν τον δρόμο για την εδραίωση των συντηρητικών δυνάμεων στη διακυβέρνηση».
Στις αρχές Ιανουαρίου 2024 κυκλοφόρησαν σενάρια για υπόγειες επαφές των δύο πρώην πρωθυπουργών προκειμένου να συγκροτηθεί νέος φορέας της Κεντροαριστεράς. Η πλευρά Παπανδρέου τα διέψευσε. «Ουδεμία σχέση έχουν με την αλήθεια και την πραγματικότητα. Ο,τι γράφεται εξυπηρετεί στοχεύσεις άλλων» σχολίασε. Η πλευρά Τσίπρα προτίμησε τη σιωπή, διότι πρόλαβε να μπει σφήνα ο Κασσελάκης. «Πώς ο ΣΥΡΙΖΑ, θεωρητικά, θα συνδιαλλασσόταν με ένα κόμμα το οποίο είναι υπερχρεωμένο στις τράπεζες και με έναν πρόεδρο ο οποίος είναι εκβιαζόμενος;» διερωτήθηκε τορπιλίζοντας κάθε προοπτική συνεννόησης με τον Ανδρουλάκη και το ΠαΣοΚ εν γένει.
Η μάχη των ποσοστών
Στη Χαριλάου Τρικούπη παρακολουθούν χωρίς να τινάζουν το χαλί. Ο στόχος της δεύτερης θέσης στις ευρωεκλογές υπερτερεί έναντι όλων. Το ποσοστό του ΠαΣοΚ «τσιμπάει» προς τα πάνω, αλλά όχι τόσο που να το καταστήσει αντίπαλο δέος για τη ΝΔ. Η κυβέρνηση έχει ανοίξει τόσα μέτωπα ταυτόχρονα ώστε αρκετά στελέχη της λένε ιδιωτικά ότι αν σε αυτή τη χαλαρή αναμέτρηση διατηρήσουν το 33% των προηγούμενων ευρωεκλογών και τα άλλα κόμματα μείνουν πάνω-κάτω στα ποσοστά τους, θα ξεκινήσουν σχεδόν αλώβητοι μια καθαρή τριετία χωρίς άλλες εκλογικές αναμετρήσεις.
Θα μείνουν, όμως, οι άλλοι στα ποσοστά τους ώστε η διαφορά στην ψαλίδα να δικαιολογήσει την πτώση π.χ. έξι, επτά, οκτώ μονάδων της ΝΔ; Ακόμα και αν δεν κάνουν τίποτα θεαματικό οι ηγεσίες τους, ειδικά του ΠαΣοΚ που δημοσκοπικά είναι το δεύτερο κόμμα, στη θεωρητική περίπτωση που πλησιάσει το 20% θα βρεθούν όλοι σε ένα διαφορετικό πολιτικό τοπίο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τη ρητορική που αναπτύσσει είναι φανερό ότι δεν πάει σε μια χαλαρή αναμέτρηση. Το ΠαΣοΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ θα χρειαστεί να δώσουν σκληρή μάχη απέναντί του ενώ ταυτόχρονα θα μάχονται μεταξύ τους.
Από την πλευρά του Τσίπρα διαχέεται ένα κλίμα «ας δούμε πώς θα πάνε οι ευρωεκλογές και βλέπουμε». Αν προτίθεται να παρέμβει ο ίδιος σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ καταποντιστεί είναι ασαφές. Ο κύκλος που άνοιξε το 2019 και τον άφησε εκτός ενεργού πολιτικής ακόμα δεν έκλεισε και ίσως οι ευρωεκλογές να μην είναι το σταυροδρόμι που πολλοί προσδοκούν. Ορισμένοι στο ΠαΣοΚ του χρεώνουν την πρωτοβουλία Τεμπονέρα για την εκδήλωση της Τρίτης, ότι δηλαδή προσπαθεί εμμέσως να στείλει το μήνυμα ότι τα δύο κομμάτια του ΣΥΡΙΖΑ δεν πρέπει να «σκοτωθούν» ως τον Ιούνιο για να μπορούν να επανενωθούν την επόμενη μέρα. Ο Τσίπρας ως πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να κυριαρχήσει στην Κεντροαριστερά και απέτυχε. Θα το καταφέρει τώρα από δυσμενέστερη θέση, ακόμα και αν ο Ανδρουλάκης δεν έχει τις επιδόσεις που ονειρεύεται; Ο Κασσελάκης, έστω χαμένος, θα δεχθεί ασμένως την αποκαθήλωσή του και μάλιστα από εσωτερικούς αντιπάλους που αυτοαναφλέγονται παράκαιρα;
Προσπάθεια συνεννόησης
Αυτά, βέβαια, είναι δευτερεύοντα μπροστά στο μεγάλο θέμα. Αν δεν αλλάξει κάτι στις ευρωεκλογές, αντέχει το πολιτικό σύστημα να συνεχίσει με ένα κυρίαρχο κόμμα και άλλα πολύ μικρότερα στην αυλή του; Το ερώτημα για την Κεντροαριστερά θα είναι αμείλικτο και δεν θα εξαρτάται από τις διαθέσεις κανενός αρχηγού ή δελφίνου. Ο Ανδρουλάκης θα επιχειρήσει, αν πάρει την πρωτοκαθεδρία, να μαζέψει όποια κομμάτια του χώρου μπορέσει κάτω από την ηγεσία του. Το ίδιο θα κάνει και ο Κασσελάκης, εφόσον βρεθεί σε αντίστοιχη θέση. Τι θα γίνει όμως αν το ΠαΣοΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ μείνουν να ισορροπούν στο χάος πάνω σε μια μονάδα διαφορά;
Στην Κουμουνδούρου υπάρχουν φωνές που μιλούν ανοιχτά για μια προσπάθεια συνεννόησης της Κεντροαριστεράς, όπως οι Χρήστος Σπίρτζης, Κώστας Ζαχαριάδης, Ι. Ραγκούσης, Θανάσης Θεοχαρόπουλος. Στη Χαριλάου Τρικούπη δεν αναγνωρίζουν την ανάγκη να γίνει η σχετική συζήτηση. Ακόμα και αν ήθελε η ηγεσία, η βάση του κόμματος αντιδρά σε πρωτοβουλίες πρώην δικών της στελεχών που στράφηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν ισχυρός. Οι πληγές δεν έχουν κλείσει ακόμα, ο χρόνος δεν έχει γιατρέψει τα τραύματα ενός πρώην κόμματος εξουσίας που το 2012 έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του και τώρα αναζητεί δικαίωση για τις θυσίες του. Επιπλέον, πολλοί δεν πιστεύουν ότι η συνένωση ΠαΣοΚ και ΣΥΡΙΖΑ θα «γεννήσει» ένα ισχυρό κόμμα, θεωρούν ότι το κράμα θα λιώσει ακόμα και σε κανονικές συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας, ότι κάτι άλλο, καινούργιο, απαιτεί η εποχή. Αλλά αυτά είναι για το μέλλον. Προς το παρόν, ο Ανδρουλάκης και ο Κασσελάκης, σαν την Μπερνάρντα Αλμπα, κρατούν πεισματικά αμπαρωμένα τα στελέχη τους στο σπίτι, μακριά από τον πειρασμό του Πέπε Ρομάνο, μέχρι να φανεί ποιο κόμμα είναι «πιο καθαρό, πιο τίμιο, πιο πάνω από όλα».