Ο Πρωθυπουργός έχει προαναγγείλει ότι η επόμενη Βουλή θα εκκινήσει τις διαδικασίες της συνταγματικής αναθεώρησης. Τι σημαίνει αυτό πρακτικά;
«Πράγματι ο Πρωθυπουργός στις 21/3/2023 εξέφρασε την πρόθεσή του για εκκίνηση της διαδικασίας της συνταγματικής αναθεώρησης, με στόχο να γίνουν σημαντικές αλλαγές στον θεμελιώδη νόμο του κράτους. Εθεσε μάλιστα και ένα γενικό περίγραμμα της πρότασης που θα υποβληθεί για τις αναθεωρητέες διατάξεις. Προφανώς θα αφορά, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 16, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά επιπλέον θα αφορά και στο ίδιο το πολιτικό σύστημα, στον εκσυγχρονισμό δηλαδή της λειτουργίας και απόδοσής του, με βελτιώσεις και προσαρμογές στην ανάδειξη αλλά και στη διάρθρωση της εξουσίας. Για να είναι όμως η επόμενη – κυριολεκτικά, η μεθεπόμενη Βουλή, που κατ’ εμέ και θα διαρκέσει – προτείνουσα τη συνταγματική μεταρρύθμιση χρειάζεται να αναληφθούν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες».
Ποιες είναι αυτές, κύριε Πρόεδρε;
«Πέντε χρόνια μετά την περάτωση της προηγούμενης αναθεώρησης, που ολοκληρώθηκε στις 24/12/2019 (ΦΕΚ Α211), είναι δυνατόν να υποβληθεί γραπτώς στη Βουλή πρόταση για την εκ νέου αναθεώρηση του Συντάγματος από 50 τουλάχιστον βουλευτές, στην οποία προσδιορίζονται οι αναθεωρητέες διατάξεις. Αμέσως μετά ο Πρόεδρος της Βουλής συγκροτεί διακομματική Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος, που αναλαμβάνει να εξετάσει την πρόταση (ή τις προτάσεις). Η Επιτροπή μέσα στην ταχθείσα προθεσμία υποβάλλει την έκθεσή της στην Ολομέλεια. Η συζήτηση που ακολουθεί καταλήγει σε απόφαση που διαπιστώνει την ανάγκη αναθεώρησης του Συντάγματος και καθορίζει ειδικά τις αναθεωρητέες διατάξεις. Αφού, λοιπόν, η Βουλή η προτείνουσα υπερψηφίσει την αναθεώρηση, ο Πρόεδρος της επόμενης Βουλής, μετά τις εκλογές δηλαδή, συνιστά με τη σειρά του Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος για την επεξεργασία του περιεχομένου των αναθεωρητέων διατάξεων που έχουν υπαγορευθεί από την προτείνουσα Βουλή. Ακολουθεί έκθεση της Επιτροπής αυτής προς την Ολομέλεια που τελικά αναδεικνύει τις αναθεωρητέες διατάξεις».
Η επόμενη Βουλή, λοιπόν, θα είναι η προτείνουσα και η μεθεπόμενη θα είναι η αναθεωρητική. Δηλαδή, καλό 2028 και βλέπουμε;
«Αν η αναθεώρηση ξεκινήσει τον Δεκέμβριο του 2024, οπότε και παρέρχεται η πενταετία από την προηγούμενη, τότε θα μπορεί να συντελεστεί και το 2027 η αναθεώρηση, και αυτό εφόσον η προτείνουσα Βουλή εξαντλήσει την τετραετία της. Υπογραμμίζω ότι στην αναθεώρηση λαμβάνει μέρος και το εκλογικό σώμα γιατί ανάμεσα στην προτείνουσα και στην αναθεωρητική Βουλή μεσολαβούν οι εκλογές».
Υπήρξατε εισηγητής της ΝΔ στην προηγούμενη αναθεώρηση και η πρότασή σας για αλλαγή του άρθρου 16 δεν προχώρησε. Εκτιμάτε ότι ωρίμασε ο χρόνος ή θα «θερίσετε θύελλες»;
«Θυμίζω ότι στην ψηφοφορία της 14/2/2019, στην τότε προτείνουσα Βουλή, με πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η πρόταση της ΝΔ για το άρθρο 16 έλαβε 93 «ναι» και 168 «όχι», άρα δεν εστάλη στην αναθεωρητική Βουλή, που προέκυψε από τις εκλογές του Ιουλίου 2019. Νομίζω ότι έχει παραωριμάσει ο χρόνος για αυτό, αλλά νομίζω και κάτι άλλο πιο αισιόδοξο! Η προαναγγελία πως η επόμενη Βουλή θα είναι προτείνουσα αναθεώρηση του άρθρου 16, αναθέτει στον ελληνικό λαό την απόφαση αυτής της επιλογής, μαζί με άλλες προφανώς επιλογές. Ψηφίζοντας δηλαδή ΝΔ, ψηφίζει ο πολίτης και αλλαγή του πιο αναχρονιστικού και καθηλωτικού άρθρου στο Σύνταγμά μας. Μια αλλαγή που μπορεί να αποτρέψει δεκάδες χιλιάδες ξενιτεμούς φοιτητών μας, δυσβάσταχτα έξοδα για τις οικογένειές τους, αλλά και να προκαλέσει άμιλλα βελτίωσης για τα δημόσια πανεπιστήμια».
Ποιες άλλες «εκκρεμότητες» θεωρείτε ότι πρέπει να επανατεθούν στο πλαίσιο της νέας αναθεώρησης;
«Μιας και μιλάμε για εκκρεμότητες, ας θυμηθούμε πως η τελευταία αναθεώρηση του 2019 αφορούσε τελικά σε 9 μόνον άρθρα του Συντάγματος. Η Βουλή του 2015, με πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έθεσε εκτός μάχης προτάσεις σχετικά με την παιδεία, το περιβάλλον, τη δικαιοσύνη, την ανάπτυξη, τη φορολογία, τη δημοσιονομική ευστάθεια, αλλά και την πολιτική σταθερότητα. Η επικαιροποίηση της πρότασης της ΝΔ του 2018 δεν θα εγκαταλείψει το τότε τρίπτυχο στόχων: Πολιτική κανονικότητα και αποτελεσματικότητα των θεσμών, οικονομική σταθερότητα και αναπτυξιακή προοπτική της χώρας και κοινωνική αλληλεγγύη και ισότητα ευκαιριών των πολιτών».
Πιστεύετε ότι το υφιστάμενο Σύνταγμα «απαντά» στις προκλήσεις και ιδιαιτερότητες των καιρών, μιας εποχής πρωτόγνωρων κρίσεων και ανατροπών;
«Η εμπειρία της τελευταίας τετραετίας, όπου η διαχείριση κρίσεων γίνεται πολύ συχνότερα και όπου οι διεθνείς ραγδαίες εξελίξεις προκαλούν ταχύτατα επιπτώσεις εσωτερικές, μας υπαγορεύει αντίστοιχη κρατική και θεσμική διάρθρωση για ετοιμότητα, γρήγορη προσαρμοστικότητα και αποτελεσματικότητα. Πολιτική είναι να πράττεις και να μπορείς να ανταποκριθείς σε αυτό το νέο διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον που σε επηρεάζει. Μας χρειάζονται θεσμοί διευκόλυνσης των σταθερών εκλογικών κύκλων, δηλαδή εκλογές κατά κανόνα κατά τετραετία, της συγκροτημένης εργασίας και όχι της ατέλειωτης διεργασίας. Από τον μικρότερο δήμο της χώρας έως το κεντρικό κράτος που θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τους κλυδωνισμούς της πραγματικότητας και όχι της θεσμικής μας απρονοησίας».
Μαζί με την κοινοβουλευτική περίοδο, κλείνει και ο κύκλος της θητείας σας ως Προέδρου της Βουλής σε συνθήκες (πανδημία) που δοκίμασαν τις αντοχές των κοινοβουλευτικών θεσμών. Πόσο ενισχυμένος και πόσο τραυματισμένος βγήκε ο κοινοβουλευτισμός;
«Ο κοινοβουλευτισμός αποδεικνύεται ανθεκτικός! Μετά την περιπέτεια της οικονομικής κρίσης, εκλήθη να αντεπεξέλθει και στην πρωτόγνωρη δοκιμασία της πανδημίας. Και παρά ταύτα η παραγωγή νομοθετικού και ελεγκτικού έργου υπήρξε ανεπανάληπτα γονιμότατη. Η τετραετία 2019-2023 κλείνει με ψήφιση 425 νόμων. Και από αυτούς επείγοντες ή κατεπείγοντες μόνον 10, έναντι 47 της προηγούμενης τετραετίας. Οσο για τις τροπολογίες, μειώθηκαν δραστικά, κατά 50%, έναντι της προηγούμενης τετραετίας. Ψηφίστηκαν 704, έναντι 1.422. Η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας συνεδρίασε 100 φορές, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ελέγχοντας κυρίως την εξουσία, ενώ οι επίκαιρες ερωτήσεις που συζητήθηκαν φθάνουν τελικά τις 2.500, σημειώνοντας αύξηση κατά 47%, έναντι της προηγούμενης περιόδου (1.687), ενώ η προσέλευση των υπουργών στο Κοινοβούλιο για να ανταποκριθούν στον έλεγχο υπήρξε συνεπέστατη. Συζητήθηκε το 76% των προγραμματισμένων ερωτήσεων (έναντι του 51%) και μηδενίστηκε η αδικαιολόγητη απουσία υπουργών. Και μία καινοτομία, με αλλαγή στον Κανονισμό μας, μπορούμε ως Βουλή από το 2020 να προτείνουμε στο Ελεγκτικό Συνέδριο ετήσιους ελέγχους με αντικείμενο αδυναμίες στα συστήματα δημόσιας διαχείρισης, γεγονός που διευρύνει πρωτοποριακά και γόνιμα την έννοια του κοινοβουλευτικού ελέγχου».
Και μια τελευταία ερώτηση…Η τραγωδία των Τεμπών συγκλόνισε την ελληνική κοινωνία. Πόσο πιστεύετε ότι θα επηρεάσει την ψήφο των πολιτών;
«Πρώτα μας πάγωσε το γεγονός. Μετά μας καθήλωσαν τα προφανή αλλά και αδιανόητα αίτιά του, που ήδη η Δικαιοσύνη τα ξετυλίγει. Και σιγά-σιγά αναρωτιόμαστε για την αποτροπή και τη διόρθωση παρόμοιων δραματικών περιστατικών που φαίνεται να παραμόνευαν χρόνια πριν συμβούν. Νομίζω πως η ψήφος των πολιτών, ως προς το τραγικό αυτό δυστύχημα, θα επηρεαστεί περισσότερο από την απάντηση που θα δοθεί στο ποιος μπορεί να οργανώσει εφεξής καλύτερα και ασφαλέστερα το σιδηροδρομικό μας δίκτυο, και αυτή η απάντηση ευνοεί τη σημερινή κυβέρνηση».