Η Αθήνα παρακολουθεί τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής κούρσας στις ΗΠΑ και αναμένει το αποτέλεσμα της 5ης Νοεμβρίου, ώστε να προχωρήσει, εφόσον κάτι τέτοιο απαιτηθεί, στις αναγκαίες προσαρμογές της ούτως ή άλλως στενής συνεργασίας με την Ουάσιγκτον.
Υψηλόβαθμες διπλωματικές πηγές αναφέρουν και διαβεβαιώνουν ότι κατά το διάστημα των τελευταίων μηνών η ελληνική κυβέρνηση καλλιέργησε σε όλα τα επίπεδα επαφές και σχέσεις εμπιστοσύνης με τα επιτελεία των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών και κατά πληροφορίες ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με συνεργάτες και των δύο υποψηφίων για την προεδρία των ΗΠΑ. Αλλωστε και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επανειλημμένως δείξει σε δημόσιες τοποθετήσεις του ότι η διάθεση συνεργασίας με τις ΗΠΑ δεν καθορίζεται από το πρόσωπο που θα βρεθεί στο Οβάλ Γραφείο από τις αρχές του 2025.
Δίχως εκπλήξεις μια εκλογή της Κάμαλα Χάρις
Κατά προφανή τρόπο πάντως, μια ενδεχόμενη εκλογή της Κάμαλα Χάρις δεν θα είναι προάγγελος πολλών και μεγάλων εκπλήξεων. Η πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν θα συνεχιστεί και με τις όποιες αλλαγές σε πρόσωπα και ομάδες η στρατηγική σχέση με την Ελλάδα θα παραμείνει σε τροχιά.
Οι εξελίξεις ωστόσο στα ευρύτερα πεδία και μέτωπα, κυρίως στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, ενδέχεται να δρομολογήσουν εξελίξεις στο γεωπολιτικό πεδίο και να επηρεάσουν έμμεσα τη χώρα μας.
Κρισιμότερη παράμετρος, πέραν των διμερών σχέσεων και γεωπολιτικών συσχετισμών, είναι η πιο διαλλακτική προσέγγιση των Δημοκρατικών στα θέματα της οικονομίας και της πολυδιάστατης σχέσης ΗΠΑ-Ευρωπαϊκής Ενωσης. Υπό αυτή την έννοια, για την Αθήνα έχει μια σημασία η διατήρηση της κατά το δυνατόν ομαλής ευρωαμερικανικής επικοινωνίας και συζήτησης, καθώς η ανατροπή ισορροπιών, ένας εμπορικός πόλεμος και μια ενδεχόμενη οικονομική και νομισματική αναστάτωση στην Ευρώπη θα έχει αναπόφευκτες επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία.
Η ελληνική κυβέρνηση διατηρεί διαύλους επικοινωνίας και με το επιτελείο του Ντόναλντ Τραμπ, παρά ταύτα όμως μια ενδεχόμενη επιστροφή του πρώην προέδρου στον Λευκό Οίκο αντιμετωπίζεται ως μια παράμετρος που υπό πολλές έννοιες θα ταράξει τα νερά και θα απαιτήσει άλλου τύπου χειρισμούς και κινήσεις.
Στο «απυρόβλητο» του Τραμπ
Οπως επισημαίνουν έμπειροι διπλωμάτες και στρατιωτικοί, μια ελληνική ιδιαιτερότητα προσφέρει στη χώρα και στην κυβέρνηση κάποια σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι άλλων συμμάχων. Είναι γνωστό, και έχει άλλωστε φανεί και στο παρελθόν, ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μια δυσανεξία έναντι κυβερνήσεων και κρατών-μελών του ΝΑΤΟ με περιορισμένες δαπάνες για την άμυνα και μικρή οικονομική συνεισφορά στη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Η Ελλάδα δεν είναι μια τέτοια περίπτωση· αντιθέτως, εξακολουθεί να είναι ένα από τα μέλη του ΝΑΤΟ με τις υψηλότερες αμυντικές δαπάνες, στα επίπεδα του 3%-4% του ΑΕΠ. Υπό αυτή την έννοια, η χώρα μας βρίσκεται μάλλον στο «απυρόβλητο», όσο άγριες και αν είναι οι διαθέσεις του δυνάμει προέδρου έναντι άλλων.
Η παράμετρος ωστόσο που προς το παρόν δεν μπορεί να αξιολογηθεί στο απόλυτο είναι οι πιθανές αλυσιδωτές ή παράπλευρες συνέπειες αποφάσεων και κινήσεων του Τραμπ στο γεωπολιτικό παιχνίδι. Προβληματισμός εκδηλώνεται ειδικότερα ως προς την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία και το αν αυτός θα τερματιστεί με κάποιον τρόπο ή αν μια ενδεχόμενη απόσυρση των Αμερικανών θα σημάνει μεγαλύτερη εμπλοκή των υπόλοιπων συμμάχων, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται.
Τα ελληνοτουρκικά και οι εξοπλισμοί
Κρίσιμη παράμετρος για την Ελλάδα εν αναμονή του εκλογικού αποτελέσματος της 5ης Νοεμβρίου είναι φυσικά και ο τρόπος με τον οποίο αυτό θα επιδράσει στην ελληνοτουρκική σχέση. Κατά το παρελθόν ήταν γνωστή η προνομιακή σχέση Τραμπ-Ερντογάν και, όπως επισημαίνεται, η τελευταία μεγάλη ένταση στο Αιγαίο είχε εκδηλωθεί κατά το τελευταίο διάστημα της προεδρίας Τραμπ, το καλοκαίρι του 2020, ενώ είχε προηγηθεί η κρίση στον Εβρο στις αρχές του ίδιου έτους. Κρίσιμο στοιχείο θεωρείται όμως σήμερα το γεγονός ότι η Τουρκία έχει στραφεί σε τέτοιον βαθμό στον μουσουλμανικό κόσμο που δύσκολα θα βρει αμερικανική υποστήριξη δίχως όρους και προϋποθέσεις.
Αν υπάρχει ένα πεδίο στο οποίο εκδηλώνεται ανησυχία από υψηλόβαθμες διπλωματικές πηγές για την περίπτωση εκλογικής νίκης του Ντόναλντ Τραμπ, αυτό είναι η «παγωμένη» συμφωνία ΗΠΑ – Τουρκίας για το εξοπλιστικό πρόγραμμα των F-35.
Πιθανολογείται ότι αυτή θα μπορούσε να αναθερμανθεί, πάντως και για κάτι τέτοιο υπάρχουν κρίσιμοι όροι και βασικές προϋποθέσεις. Μία από αυτές είναι η σύνθεση της Βουλής και της Γερουσίας, για την οποία επίσης διεξάγονται εκλογές στις 5 Νοεμβρίου. Και κατά μία εκδοχή, αυτές ενδέχεται να είναι εξίσου κρίσιμες και σημαντικές με το πρόσωπο του προέδρου.